Από τους Στρατοκράτες του Πολυτεχνείου στους Σταυροφόρους της Τρόϊκας
Ποια υπόγεια ρεύματα «έπνιξαν» το ΟΧΙ μιας γενηάς;
Του Λεωνίδα Χ. Αποσκίτη, Δημοσιογράφου-συγγραφέα [απόσπασμα από μια
εκτενέστερη ανάλυση που κυκλοφόρησε στο διαδίκτυο τον Νοέμβριο του 2011]
Τριανταεννέα χρόνια μετά την ιστορική εξέγερση της ελληνικής νεολαίας
στις 17 Νοέμβρη του 1973, η νέα συνταγματική εκτροπή που βιώνουμε και η
ανελέητη επίθεση κατά της χώρας από τις δυνάμεις των ευρωπαϊκού βορρά μπορούν
να γίνουν αφορμή για κάποιους συλλογισμούς. Όλα αυτά τα χρόνια, τα γεγονότα
εκείνα, από το Πολυτεχνείο μέχρι την τελική πτώση της χούντας, ερμηνεύθηκαν
είτε με τον ένα είτε με τον άλλο τρόπο, πάντα σε σχέση με το πολιτικό κλίμα και
τα παρασκήνια της εποχής: ψυχρός πόλεμος, φιλοαμερικανικές χούντες,
αραβοϊσραηλινή σύρραξη, αντικομμουνισμός κ.ά. Υποστηρίχτηκε μάλιστα,
ιδιαίτερα έντονα, ότι η άρνηση του Σπ. Μαρκεζίνη να διευκολύνει τους
Αμερικανούς κατά την διάρκεια των επιχειρήσεων για ενίσχυση των Ισραηλινών στον
πόλεμο που είχε προηγηθεί στη Μ. Ανατολή, προκαθόρισε και την δική του πτώση
και την απομάκρυνση του Γ. Παπαδόπουλου.
Το αποτέλεσμα ήταν να μένει πάντα ένα κενό, τόσο στις αναλύσεις των
γεγονότων του οκταμήνου από τον Νοέμβρη 1973 έως τον Ιούλιο 1974 αυτών
καθεαυτών, όσο και των συνεπειών τους στον όποιο βαθμό αυτές απετέλεσαν το
άλλοθι για τις πολιτικές δυνάμεις που επικράτησαν. Το γιατί έγιναν όλα αυτά δεν
«έδενε» στο μυαλό του μέσου Έλληνα πολίτη με το πώς φτάσαμε έως εδώ, στην
σημερινή χρεωκοπία. Κι αυτό το κενό
επιτρέπει μέχρι σήμερα στους νοσταλγούς της χούντας να παρερμηνεύουν την
ιστορία της αντίστασης και του Πολυτεχνείου.
Είναι ο αναπόφευκτος ιστορικός νόμος που λέει ότι όταν ζεις μέσα στην
ιστορία που είναι σε εξέλιξη δεν μπορείς να διακρίνεις ποια είναι η ισχυρότερη
τάση που διαμορφώνεται και θα νικήσει, τελικά. Έχοντας, σήμερα, βιώσει όλες
αυτές τις εξελίξεις και ανατροπές του γεωπολιτικού χάρτη που ακολούθησαν την
διάλυση της πρώην σοβιετικής υπερδύναμης και την επιβολή της Νέας Τάξης
Πραγμάτων, με κορυφαίες στιγμές τους high-tech πολέμους του Κόλπου, του Κοσσόβου και του Ιράκ, μπορούμε να εικάσουμε
τα παρακάτω σενάρια:
Πρώτον, τα γεγονότα του Πολυτεχνείου
του ’73 δεν εντάσσονται μόνο στο λυκόφως της μεταπολεμικής περιόδου του ψυχρού
πολέμου, αλλά ήταν η πρώτη πράξη, και το μοντέλο ακόμα, για τις
ανατροπές που θ’ ακολουθούσαν με στόχο την επιβολή της Νέας Τάξης των
πλανηταρχών στην περιοχή. Και δεύτερον, η αιματοχυσία του Πολυτεχνείου
(που οδήγησε στην ανθρωποσφαγή της Κύπρου) ήταν η πρόβα τζενεράλε για την
ιστορική περιθωριοποίηση μιας περιοχής, την οποία οι σκοτεινοί εγκέφαλοι των
δυτικών κέντρων αποφάσεων που ήλεγχαν και την χούντα, σαν τους Κίσσινγκερ και
Μπρεζίνσκυ είχαν προαποφασίσει και μεθοδεύσει.
Αποφάσεις που ταιριάζουν γάντι με τα μετέπειτα σενάρια του περιβόητου
θεωρητικού της Τριμερούς Επιτροπής (Trilateral) Σάμουελ Χάντιγκτον
που ήρθαν στο φως της δημοσιότητας πριν από χρόνια και λένε με λίγα λόγια: να
τελειώνουμε με το τρικέφαλο τέρας… του Ελληνισμού, του Σλαβισμού και της
Ορθοδοξίας.
Το 1972, ο δολοφονηθείς πρόεδρος της Χιλής Σαλβατόρ Αλλιέντε είχε δώσει
την εξήγηση για το ποιος πραγματικά αποφασίζει: «Οι βασικές πολιτικές,
οικονομικές και στρατιωτικές αποφάσεις των χωρών παίρνονται από … “διεθνείς
οργανώσεις” που δεν εξαρτώνται από καμμιά χώρα και που οι δραστηριότητές τους
δεν ελέγχονται από καμμιά Βουλή ή από τις λαϊκές μάζες. Με δύο λόγια, η
συνολική πολιτική στρουκτούρα είναι υπονομευμένη…» (Ομιλία του Προέδρου
της Χιλής Σ. Αλλιέντε στην Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ). Λίγες μέρες πριν από το
Πολυτεχνείο, τον Σεπτέμβριο του ’73, θα βίωνε κι αυτός στο πετσί του αυτή την
τραγική αλήθεια.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Μια πραγματικότητα, που
αποσιωπήθηκε επιμελώς τις μεταπολιτευτικές δεκαετίες, ήταν η διαρκής σύγκρουση
μέσα στους κόλπους της απριλιανής χούντας δύο τάσεων.
Πρωταγωνιστής της πρώτης τάσης, ο Ιωαννίδης μαζί με τον σκληρό πυρήνα
των μικρών αξιωματικών της χούντας, και της δεύτερης, οι «χαμένοι» της
ιστορικής παρτίδας μετά τα γεγονότα της 17ης Νοέμβρη, ο Γ. Παπαδόπουλος και η
ομάδα των θεωρητικών της δικτατορίας. Ανάμεσα σ’ αυτούς, που δεν ήταν κατ’
ανάγκην άμεσα συνεργάτες της χούντας, μπορούμε να θεωρήσουμε τους Τσάκωνα,
Κιτσίκη, Πιπινέλη, Μαρκεζίνη, αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο κ.ά. Όλοι μαζί αποτελούσαν
την αιχμή του δόρατος της λεγόμενης Ανατολικής Παράταξης που έχει
περιγράψει ο Δ. Κιτσίκης στα βιβλία του (Δ. Κιτσίκης, «Συγκριτική Ιστορία
Ελλάδος και Τουρκίας στον 20ο Αιώνα», Αθήνα, Εστία, 1990). Όραμά τους η
αποκατάσταση της Ενδιάμεσης Περιοχής με επίκεντρο τη σημαντική
γεωπολιτική περιοχή του Αιγαίου και πυρήνα μια Ελληνοτουρκική Συνομοσπονδία.
Η χούντα άλλωστε είχε έρθει για να «λύσει» το Κυπριακό, παραδίδοντας
στους Τούρκους αυτά που ζητούσαν.
Ο ίδιος ο Παπαδόπουλος είχε δηλώσει στην τουρκική εφημερίδα Milliyet της 28ης Ιουνίου
1968: «Θέλω ιδιαίτερα να υπογραμμίσω την πίστη μου στην αναγκαιότητα
πραγματοποίησης της Ελληνοτουρκικής Ομοσπονδίας. Αν είχα μάλιστα μαγική δύναμη,
θα έκανα το παν για την πραγματοποίησή της και θα οδηγούσα αμέσως τον ελληνικό
λαό προς αυτή την κατεύθυνση»!
Αυτές οι διεργασίες, που είχαν φαίνεται αντίκρυσμα και στις δύο πλευρές
του Αιγαίου, δεν μπορούσαν να ολοκληρωθούν για πολλούς λόγους που χρειάζονται
μεγάλη ανάλυση, πριν καταρρεύσει η σοβιετική επιρροή στα Βαλκάνια και πριν
αποδυναμωθεί ο τουρκικός κεμαλισμός από ένα εσωτερικό κίνημα όπως ο
νεο-οθωμανισμός, σήμερα, του Ερντογάν.
Έπρεπε να έρθει, λοιπόν, το πιο εθνικιστικό κομμάτι του στρατοκρατικού
καθεστώτος για να προκαλέσει το δράμα της Κύπρου και την επακόλουθη ρήξη των
σχέσεων Ελλάδας-Τουρκίας. Στην συνέχεια θα κατέρρεε, εκ των πραγμάτων, και αυτό
για να παραχωρήσει τη θέση του στους νέους κυρίαρχους του παιγνιδιού, τους
«ευρωπαϊστές» δημοκράτες και «σοσιαλιστές» και εν τέλει, μετά από κάποια
εκλογικά μεσοδιαστήματα (’89-’95), στην πανίσχυρη σημερινή νομενκλατούρα των
τραπεζιτών, των διαπλεκομένων και της Νέας Τάξης Πραγμάτων. Αυτό και έγινε
όντως μετά το 1996 με την διακυβέρνηση Σημίτη.
Το μυστηριώδες Σεμινάριο της Ρώμης, τον Νοέμβριο του 1973, όπου παίχτηκε
η τύχη της Κύπρου, ήταν η αρχή του «πειράματος» με πειραματόζωο ένα ολόκληρο
έθνος.
Τέθηκε σ’ εφαρμογή, λοιπόν, ένα σχέδιο-μοντέλο που το είδαμε να
επαναλαμβάνεται πολλές φορές από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 μέχρι πρόσφατα
στην περίπτωση των αραβικών εξεγέρσεων. Εκμετάλλευση μιας αυθόρμητης και
αυθεντικής λαϊκής εξέγερσης - ανάδειξη των μελλοντικών ηγετών - και πάνω απ’
όλα χειραγώγηση της κοινής γνώμης μέσω της τηλεόρασης.
Αν και στην περίπτωση του Πολυτεχνείου η πληροφόρηση δεν ήταν τόσο
αυστηρά χειραγωγημένη και οι παγκόσμιοι σκηνοθέτες δεν είχαν ακόμα στα χέρια
τους την τεχνολογία του CNN και των άλλων δορυφορικών καναλιών, εκμεταλλεύθηκαν άριστα την
δύναμη της εικόνας μέσω των λήψεων του περίφημου τηλεοπτικού συνεργείου της
Ολλανδικής τηλεόρασης. Το εν λόγω συνεργείο βρέθηκε την κατάλληλη ώρα… στο
κατάλληλο δωμάτιο του τότε ξενοδοχείου Ακροπόλ, στην Πατησίων, για να τραβήξει
τη σκηνή της εισβολής του τανκ και την πτώση της πύλης του Πολυτεχνείου που
έκανε τον γύρο του κόσμου!
Ανάλογη δράση περιλαμβάνουν και οι αθέατες πλευρές των γεγονότων της 17ης
Νοέμβρη: «Τα χαράματα της 16ης Νοεμβρίου, έφθασαν χίλιοι κομμάντος
από τις Βρυξέλλες, με εντολή να συμμετάσχουν στην εξέγερση του Πολυτεχνείου.
Όλοι μεταφέρθηκαν από τη βάση του Ελληνικού στην Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού,
στο Πεδίον του Άρεως. Τους μοιράστηκαν ελληνικές στρατιωτικές και αστυνομικές
στολές και περίμεναν διαταγή να επέμβουν» (Αθανάσιος Στριγάς «Παγκόσμιοι
Εντολοδότες», Αθήνα, Arcadia, 1993).
Η νέα εποχή των σταυροφόρων
Η νέα εποχή, μετα-χουντική για τους Έλληνες και μετα-κομμουνιστική για
τους υπόλοιπους ομόδοξους λαούς των Βαλκανίων και της πρώην Σοβιετίας, κτίστηκε
πάνω στην τακτική του «καρότου και του μαστίγιου». Το «καρότο» ήταν η
ευρωπαϊκή ιδέα στη σαγήνη της οποίας υποκύψαμε πρώτοι εμείς και στη συνέχεια
όλοι οι νεοφώτιστοι του πρώην σοβιετικού μπλοκ. Το δε «μαστίγιο» είναι η απειλή
οικονομικής ή εθνικής καταστροφής υπό το φάσμα του «απομονωτισμού» ή, τώρα, της
«εξόδου από το ευρώ». Τόσα χρόνια, όμως, μετά την κατάρρευση των
προηγούμενων καθεστώτων καμμιά Ορθόδοξη χώρα της περιοχής δεν έχει κατορθώσει
να ξαναδεί το υποτιθέμενο «κακό οικονομικό επίπεδο» που είχε πριν από
δεκαετίες. Η κατάσταση στην Ελλάδα, αφού κατέρρευσε η βιτρίνα του
εκσυγχρονισμού και της γκλαμουριάς, η οικονομία του μαύρου χρήματος και της
αρπαχτής, οδεύει προς την εξαθλίωση του πληθυσμού και την κοινωνία των 2/3.
Άπιαστο όνειρο θα είναι σε λίγο η προ-ευρωπαϊκή Ελλάδα της εκβιομηχάνισης, της
υψηλής παιδείας, του πολιτισμού των Νόμπελ και της ισχυρής δραχμής.
Οι πρώην σοσιαλιστικές χώρες των Βαλκανίων έχουν καταντήσει ήδη ανοικτές
δουλοπαροικίες των τραπεζιτών της Δύσης και οι άνθρωποι ούτε καν τολμούν να
ονειρευτούν τις κοινωνικές απολαβές και την σιγουριά του παρελθόντος, η δε
Ρωσσία κατόρθωσε να ανακάμψει από την στιγμή που ο «κρατιστής» Πούτιν ανέλαβε
τα ηνία, λίγο πριν από τον επιθανάτιο ρόγχο της.
Αν για μας προκρίθηκε η πολιτική της αποδυνάμωσης δια της «ενσωμάτωσης»
και όχι των βομβαρδισμών, αυτό οφείλεται στο ότι η παράταξη του «ανήκομεν εις
την Δύση» -οι νενέκοι θιασώτες του δυτικού κεφαλαίου και του ευρωπαϊκού
διεθνισμού- είναι ισχυρή από καταβολής του εξαρτημένου νεοελληνικού κράτους.
Για το προηγούμενο ΟΧΙ του Ελληνικού Λαού το 1940, που είχε αναδείξει
όλες τις μεγάλες αρετές και το κρυμμένο δυναμικό του έθνους, χρειάστηκαν την
περιπέτεια ενός εμφυλίου για να το πνίξουν. Προς τούτο πυροδότησαν ένα από τα
ισχυρότερα εθνικά μας κουσούρια: τον φθόνο και τον διχασμό.
Για να «εκσυγχρονίσουν» και να αποδυναμώσουν το ΟΧΙ της νέας γενηάς του
’73 χρησιμοποίησαν κοινωνική μηχανική με πιο «έξυπνα όπλα»: τον ευρωπαϊσμό,
τον κομματισμό, το κλείσιμο της καρδιάς, τον ατομισμό, τον μετα-νεωτερισμό και
την δυσπιστία σε όλα. Την ισοπέδωση όλων των παραδόσεων –δημοκρατικών,
εθνικών, θρησκευτικών και επαναστατικών- του ελληνικού λαού.
Το Φραγκο-τευτονικό κέντρο, που κληρονόμησε την μεταπολιτευτική Ελλάδα
σαν ώριμο φρούτο, την προσέδεσε ως τον πολυτιμότερο κρίκο στη ματοβαμμένη
πανοπλία του, όπως οι Σταυροφόροι είχαν κάνει με την Κωνσταντινούπολη. Από τότε
μέχρι σήμερα, με τον καταναλωτικό «μαγικό αυλό» του, παραπλανά και υπνωτίζει
τις μάζες των Νεοελλήνων, ξεκόβοντάς τους ύπουλα από τις ιστορικές, τις
γλωσσικές και τις πολιτιστικές αξίες του έθνους.
Η ανθρωποθυσία του «Πολυτεχνείου» του ’73 ήταν αφετηρία για έναν χορό
ανθρωποθυσιών: Κύπρος 1974, Πολυτεχνείο ’80 και ’85, Hercules 1991, Ίμια 1996, Falcon 1999, Σινούκ 2004, Ήλιος
2005, Δεκέμβρης 2008, Μαρφίν 2010, Μαρί 2011 και πολλές άλλες, έως ότου ο τόπος
φτάσει στον πλήρη εξευτελισμό του: να παραδοθεί ολόκληρος σε νέα δουλεία, να
γίνει ένα landen των ευρωκρατών.
Πεντάλφες, σβάστικες, «αντίφα»…σιστικές ΜΚΟ, ψευδοπατριώτες νεοδωσίλογοι
και κάθε καρυδιάς πρακτόρια, σέχτες, τραμπούκοι και παρακρατικοί συνέθεταν για χρόνια
τον πολύχρωμο θίασο που έσπειρε τον ιό της σύγχυσης και του διχασμού στην
ελληνική κοινωνία.
Η Άλωση ολοκληρώθηκε αδίστακτα και τελετουργικά από τα νέα τζάκια της
ευρωκεντρικής κλεπτοκρατίας που αντικατέστησαν την ψυχροπολεμική ατλαντική
ολιγαρχία. Νομίζετε ότι τα θύματα είναι μόνον όσα δηλώθηκαν από το ’73 έως
σήμερα; Ας μην μιλήσω…
Σήμερα, το ευρωκεντρικό μεταχουντικό σύστημα δαγκώνει την ουρά του και
πνίγει στα απόνερά του τις ίδιες τις άνομες πολιτικές δυνάμεις που αυτό
εξέθρεψε. Αυτοί που θέλουν να του δώσουν την χαριστική βολή, περισσότερο από
τις νεώτερες γενηές, είναι οι χιλιάδες ανώνυμοι, ασυμβίβαστοι, που από την
εξέγερση του ’73 έχουν ακόμα ανοικτούς λογαριασμούς μαζί του.
Το σύστημα πνέει τα λοίσθια και θα ψοφήσει μέσα σε ένα εκρηκτικό μείγμα
δημητσανίτικου μπαρουτιού και εαμίτικης αποκοτιάς και γύρω από το τυμπανιαίο
πτώμα του θα χορεύουν αγκαλιασμένοι πολίτες και οπλίτες φωνάζοντας «Dansons, Dansons… ça ira, ça ira, ça ira»!