30 Απριλίου 2014

Οι υποψήφιοι του ΕΠΑΜ για τις ευρωεκλογές


Αναλυτικά τα ονόματα των υποψηφίων με αλφαβητική σειρά είναι:
  • Αγγελόπουλος Γιώργος - Ιδιωτικός υπάλληλος
  • Αίρις - Ασημακόπουλος Νικόλαος - Επιχειρηματίας
  • Αλεξανδρόπουλος Γιάννης - Οικονομολόγος
  • Αναστασάκης Αντώνης - Προγραμματιστής Η/Υ
  • Απόδιακου Βασιλεία - Τουριστικά Επαγγέλματα
  • Γεροντάκη Αλεξάνδρα - Ιδιωτική Υπάλληλος - 'Ανεργη
  • Γιαννιώτης Κώστας - Εκπαιδευτικός
  • Δανίλης Ανδρέας - Κτηνίατρος
  • Δόγου Ζωγραφιά - Πολιτικός Επιστήμων
  • Δραμιτίνου Καλλιρρόη - Ιδιωτική Υπάλληλος
  • Θειοπούλου Ανθή - Σύμβουλος Επιχειρήσεων
  • Καζάκης Δημήτρης - Οικονομολόγος
  • Καραγιαννίδης Δημήτρης - Τεχνικός ΔΕΗ
  • Κεχαγιά Εύα - Ηθοποιός
  • Κοέδρου Ντίνα - Καθηγήτρια Αγγλικών
  • Κουμαρέλλας Όθωνας - Αρχιτέκτονας-Μηχανικός
  • Κουνενάκης Γιώργος - Μηχανικός Δομικών Έργων
  • Κουρουπάκη Δέσποινα - Συνταξιούχος Δημοσίου
  • Κυπριώτης Δημήτρης - Στρατηγός ε.α
  • Κώνστας Αναστάσιος - Δικηγόρος
  • Λαδικού Αλεξάνδρα - Ηθοποιός
  • Λασκαράτος Αθανάσιος - Ιδ. Υπάλληλος
  • Λασκαράτου Όλγα - Μουσικολόγος
  • Λέτσιος Γιώργος - Πολιτικός Μηχανικός
  • Μαγγανάς Γιάννης - Οικονομολόγος
  • Μαρινάκος Μάριος - Δικηγόρος
  • Μουτσάτσου  Κατερίνα - Ηθοποιός
  • Μπάστα Γεωργία - Δημοσιογράφος
  • Ξιφαράς Αλέξης - Βιολόγος
  • Ολάγια Πέδρο - Συγγραφέας
  • Πάνου Δημήτρης - Δικηγόρος
  • Παπαμεθοδίου Δημοσθένης - Ιατρός
  • Παπαντωνίου Αντώνιος - Ναύαρχος ε.α
  • Πιερρουτσάκος Γρηγόρης - Επιχειρηματίας
  • Σιδέρης Γιάννης -  Φυσικός
  • Σιόβα Ιωάννα - Νοσηλεύτρια
  • Συμβουλόπουλος Θεμιστοκλής - Μουσικός
  • Τραϊφόρος Βασίλειος - Συγγραφέας
  • Φυδανάκη Γεωργία - Λογίστρια
  • Χαραλάμπους Ευαγγελία - Δικηγόρος
  • Χρυσανθόπουλος Λεωνίδας - Πρέσβης επί τιμή

19 Απριλίου 2014

Κατασκευή συναίνεσης στον σύγχρονο, εξευγενισμένο πλέον, Ελληνικό φασισμό


Του Παναγιώτη Χατζηστεφάνου ( Μέρος Α' και Μέρος Β' )

Μέρος Α’: Το διαχρονικό πρόβλημα της έλλειψης αντίστασης του μέσου Έλληνα απέναντι στον σύγχρονο φασισμό κάθε απόχρωσης.

Το εξαιρετικό ντοκιμαντέρ «Φασισμός Α.Ε.», τoυ Άρη Χατζηστεφάνου, ανακεφαλαιώνει, τεκμηριώνει και αποδεικνύει το γεγονός πως η άρχουσα τάξη που διαχειρίζεται το κράτος αυτής της χώρας, από καταβολής του, είναι μια αδίστακτη εθνοπροδοτική μαφία της οποίας η ιδεολογία στην καλύτερη περίπτωση είναι φασιστική.
Όλα αυτά ισχύουν βέβαια αν πρώτα υποθέσουμε ότι υπάρχει καν οποιασδήποτε μορφής πολιτική συνείδηση στην Ελληνική άρχουσα τάξη, μιας και πιο πιθανό είναι απλά η κοσμοθεωρία της να άγεται και να φέρεται μόνο από το συμφέρον της, φορώντας τον εκάστοτε μανδύα που εξυπηρετεί τους διαχρονικά ιδιοτελείς σκοπούς της, ενώ οι μηχανεύσεις, οι στρατηγικές και η τακτικές αυτής της αντικοινωνικής και επικίνδυνης κάστας χαρακτηρίζονται απλά από την νοοτροπία που διέπει μια οποιαδήποτε εγκληματική οργάνωση.
Πολλές φορές αναλογίζομαι ότι είναι υπερεκτίμηση το να αποκαλείς τους ισχυρούς αυτής της χώρας φασίστες ή Ναζιστές, μιας και απλά ο χαρακτηρισμός τους ως καθάρματα ίσως είναι πιο ακριβοδίκαιος.

Παρακολουθώντας λοιπόν το «Φασισμός Α.Ε.», αυτή την εξαιρετική συλλογή από ιστορικά ντοκουμέντα που στοιχειοθετούν την διαρκή εφεδρεία και την περιστασιακή επιστράτευση του φασισμού και των συγγενικών του εκφάνσεων (εθνικισμός, χούντα) από τους ντόπιους κεφαλαιοκράτες κατά την πρόσφατη Ελληνική ιστορία, σκεφτόμουν ότι έχουν απομείνει πια δυο μόνο ερωτήματα περί της σημερινής αναβίωσης του Ναζιστικού τρόμου στην Ελλάδα, τα οποία είναι τα εξής:

Γιατί δεν αντιδρά ο κόσμος ενώ υφίσταται εδώ και τόσες δεκαετίες και υπό τόσα διαφορετικά προσχήματα αυτήν την λυσσαλέα κανιβαλική επίθεση εκ μέρους αυτής της βαθύτατα σάπιας άρχουσας τάξης εναντίον των υπολοίπων?

Με ποιο τρόπο, ποιες λέξεις, και ποιες ορολογίες μπορούμε να χαρακτηρίσουμε και να συγκεκριμενοποιήσουμε την σύγχρονη εκδοχή του φασισμού, του οποίου η μορφή φυσικά δεν περιορίζεται στην δολοφονική εμπροσθοφυλακή του, ενώ τα αναγνωριστικά του σύμβολα έχουν μεταμορφωθεί σε πολύ πιο δυσδιάκριτα και εξελιγμένα από την γραφική σβάστικα όπως αυτή διακοσμεί το μπράτσο του υποψήφιου δήμαρχου Αθηναίων Κασιδιάρη;
Η απάντηση στο πρώτο ερώτημα είναι αφοπλιστικά απλή.

Ο πολύς κόσμος δεν αντιδράει απλά επειδή δεν έχει ιστορικό αντίστασης, ενώ αυτή η διαχρονική απάθεια του Ελληνικού λαού δεν μπορεί παρά να είναι μια μορφή τουλάχιστον σιωπηλής συναίνεσης, αν όχι ενεργούς υποστήριξης των εκάστοτε εκδηλώσεων του φασιστικού φαινομένου.

Η σκληρή αλήθεια είναι ότι ο Ελληνικός λαός, τόσο στην Ναζιστική κατοχή, όσο και στην απελευθέρωση από αυτήν και τον εμφύλιο πόλεμο που επακολούθησε, δεν αντέδρασε συντεταγμένα, ούτε στους Ναζιστές κατακτητές, ούτε στους ντόπιους συνεργούς, μαυραγορίτες, χαφιέδες, ρουφιάνους, και δωσίλογους των Γερμανών.

Όπως μάλιστα παρουσιάζει αναλυτικά το ντοκιμαντέρ Φασισμός Α.Ε., οι συνεργοί αυτοί, αντί να τιμωρηθούν, ανταμείφθηκαν πλουσιοπάροχα, όχι μόνο επειδή πλούτισαν από την πρόθυμη συνεργασία τους με τους Γερμανούς ή μέσω της χρηματοδότησης τους ως κεφαλαιοκράτες από το Αμερικανικό μεταπολεμικό σχέδιο Ευρωπαϊκής ανόρθωσης Μάρσαλ, αλλά κυρίως επειδή η Ελληνική κοινωνία ουδέποτε πέρασε κάποια περίοδο κάθαρσης από την όποια δική της συνέργεια με το Ναζιστικό αίσχος.

Η αφήγηση της αντίστασης του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και των υπόλοιπων αριστερών δυνάμεων, που ούτως ή άλλως απέτυχαν να φέρουν τους ενόχους μέχρι το εδώλιο της δικαιοσύνης, μπορεί εύκολα να απορροφηθεί στην ευρύτερο πλαίσιο της διαπάλης μεταξύ Ναζισμού – Κομουνισμού και της μεταπολεμικής μοιρασιάς της Ευρώπης μεταξύ Αμερικής και Σοβιετικής Ένωσης αντί να θεωρηθεί ως μια αυτόνομη και πηγαία ταξική αντίδραση των Ελλήνων απέναντι στον Ναζισμό της άρχουσας τάξης τους. Όσο και αν προσπαθεί η Αριστερά στην Ελλάδα να επικαλεστεί την λαϊκή εντολή, η πικρή αλήθεια είναι ότι η ευρεία μάζα του Ελληνικού λαού, ακόμη και σήμερα, παραμένει καχύποπτη στην αριστερή ρητορική, κάτι που αποδεικνύεται ακόμα και από την αποστροφή που αισθάνονται οι πολλοί απέναντι σε έναν πολιτικό όπως ο Τσίπρας, που απλά δεν δηλώνει ακροδεξιός ενώ πρόκειται για έναν καθ’ όλα αξιοπρεπή και συντηρητικό εκπρόσωπο του αστικού κοινοβουλευτισμού, διόλου απειλητικός για τα κυρίαρχα συμφέροντα και όμως αντιμετωπίζεται από τους αντιπάλους του ως Κόκκινος Κίνδυνος, η αναρχοάπλυτος, κατά την σύγχρονη ορολογία.

‘Ετσι, αντί να εξετάσουν κάποτε την προοπτική μιας αληθινά δημοκρατικής πολιτικής πραγματικότητας, δηλαδή μιας διακυβέρνησης απαλλαγμένης από το βρόμικο παρελθόν των κομματικών σχηματισμών που βασάνισαν και εκμεταλλεύτηκαν την Ελλάδα του 20ού αιώνα, οι Έλληνες πολίτες, και ενώ ο 21ος αιώνας ήδη διανύει την δεύτερη του δεκαετία, ανέχονται, ψηφίζουν και φορολογούνται από μια άρχουσα τάξη που δεν έχει διστάσει ποτέ να φλερτάρει με τα πιο σκοτεινά ολοκληρωτικά καθεστώτα προκειμένου να επιβιώσει η ίδια εις βάρος των ελευθεριών και του βιοτικού επιπέδου του λαού που εκμεταλλεύεται.

Η περίφημη μετεμφυλιακή εθνική συμφιλίωση που επετεύχθη λόγω της καταστροφής των καταλόγων της ΕΥΠ που περιείχαν τα ονόματα των Ελλήνων συνεργών των Ναζιστών δεν ήταν παρά μια συμβολική πράξη του Κωνσταντίνου Καραμανλή του πρώτου, μια πράξη στερούμενη ουσίας, αφού το μόνο που επικύρωνε ήταν την αδράνεια της Ελληνικής κοινωνίας απέναντι στην ανάγκη για απονομή δικαιοσύνης, μια ανεκτικότητα που τότε προπαγανδιστικά μεταμφιέζονταν σε «απαραίτητο» εξορκισμό των διχαστικών εμφυλιοπολεμικών φαντασμάτων, αφού αυτά είχαν αναβιώσει εξαιτίας της Χούντας του ’67, που επί της ουσίας ήταν εξορκισμός της καταδίκης των θυτών και της δικαίωσης των θυμάτων.

Όλες οι υπόλοιπες Ευρωπαϊκές χώρες, που επίσης σπιλώθηκαν σε διαφορετικούς βαθμούς από την επιδημία αήθειας και ανομίας που διέσπειρε το Χιτλερικό καθεστώς, έκαναν κάποια προσπάθεια να απαλλαγούν από τα Ναζιστικά σταγονίδια.
Η ίδια η Γερμανία επέβαλλε αρκετές τέτοιες διαδικασίες αυτο-απολύμανσης, είτε λόγω της διεθνούς πίεσης, είτε λόγω των εσωτερικών υπαρξιακών αναγκών του λαού της. Αυτές οι προσπάθειες αυτοκάθαρση της Γερμανίας εννοείται πως δεν είναι ούτε αθωωτικές του παρελθόντος της, ούτε απόλυτα επιτυχημένες, αλλά τουλάχιστον έθεσαν το ζήτημα της ενοχής ανοιχτά, σεβόμενες μεν το δικαίωμα του Γερμανικού λαού στην λήθη, επισημαίνοντας όμως πως αυτή μπορεί να υπάρξει μόνο μέσω τελεσιδικίας και κάθαρσης, που είναι απαραίτητες διαδικασίες ώστε να ικανοποιηθεί και η πρωταρχική ανάγκη του ίδιου του λαού από το παρελθόν του, δηλαδή το να μαθαίνει για τα λάθη του από την αναδίφηση της ιστορικής του μνήμης.

Από τις δίκες της Νυρεμβέργης μέχρι την οργάνωση Μπαάντερ-Μάινχοφ που δολοφονούσε επιζώντες Ναζιστές που συνέχιζαν να πολιτεύονται μέχρι και την δεκαετία του 70, οι ίδιοι οι εμπνευστές και εκτελεστές της μεγαλύτερης φασιστικής επιχείρησης εναντίον της ανθρωπότητας λογοδότησαν, τουλάχιστον σχηματικά, και σε μερικές περιπτώσεις ουσιαστικά, αποτελεσματικά, και κυριολεκτικά. Ανάλογες διαδικασίες αναζήτησης ενόχων και απονομής δικαιοσύνης έχουν γίνει και σε άλλες χώρες.

Στην Ελλάδα όμως, τίποτε απ’ όλα αυτά δεν έχουν συμβεί και προφανώς ούτε και πρόκειται, αφού η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων δεν μοιάζουν καθόλου να ενοχλούνται από οποιεσδήποτε εκφάνσεις του Ναζισμού ή του ολοκληρωτισμού και αν έχουν γνωρίσει.
Σήμερα στην Ελλάδα ζουν άνθρωποι που βιώνουν για δεύτερη φορά κατά την διάρκεια της ζωής τους ένα παραστρατιωτικό καθεστώς στην Ελλάδα, έχοντας γνωρίσει την ΕΑΤ-ΕΣΑ του Παπαδόπουλου αλλά και τα ΜΑΤ του Δένδια. Ελάχιστοι από αυτούς ενοχλούνται, παρ’ όλο που έχουν όλα τα βιωματικά δεδομένα για να αποκωδικοποιήσουν αυτό που βλέπουν γύρω τους και να διακρίνουν τις προφανείς ομοιότητες της σημερινής μεταπολιτευτικής δικτατορίας και της χούντας των Συνταγματαρχών. Και δεν ενοχλούνται όχι τόσο επειδή στερούνται νοημοσύνης, αλλά επειδή δεν αντιλαμβάνονται ως φασιστική την κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα, αφού η αντίληψη τους διαμορφώνεται, ακούσια ή εκούσια, από τον τρόπο σκέψης εκείνο που διαμορφώνει τους ιδανικούς ψηφοφόρους και υποστηρικτές Ναζιστικών καθεστώτων: οι Έλληνες πολίτες, σε μεγάλη πλειοψηφία, ενδιαφέρονται αποκλειστικά και μόνο για τις ιδιωτικές τους υποθέσεις, ενώ η συμμετοχή τους στον δημόσιο βίο δεν έχει καμία άλλη προτεραιότητα πέραν της προστασίας της ιδιωτείας τους.

Με άλλα λόγια, έχει αποδειχτεί πλέον πολλάκις πως όσο οι μέσοι Έλληνες ψηφοφόροι έχουν ένα πιάτο μακαρόνια στο τραπέζι και μια τηλεόραση να τους μουδιάζει τον εγκέφαλο με χυδαιότητες πάσης φύσης, δεν υπάρχει η παραμικρή περίπτωση να διεκδικήσουν οτιδήποτε περαιτέρω. Αυτό είναι το κοινωνικό συμβόλαιο στην Ελλάδα και απλά «δεν προβλέπεται» η παιδεία, η ευνομία, η ισοπολιτεία, τα ανθρώπινα δικαιώματα, ή το οποιοδήποτε συλλογικό όραμα ικανό να ξεπεράσει τους γραφικούς εθνικισμούς ή τα φολκλορικά κλισέ.
Και είναι έτοιμοι ανά πάσα στιγμή όλοι αυτοί οι τηλεψηφοφόροι να πληρώσουν με τους φόρους τους εκείνους τους ιδιωτικούς στρατούς που χρειάζονται οι οργανωμένοι εγκληματίες που υποδύονται τους πολιτικούς τους εκπρόσωπους, επί της ουσίας χρηματοδοτώντας συμμορίες που έχουν κάθε συμφέρον να επιβάλλουν διά της βίας στους όποιους υπόλοιπους αντιρρησίες την διαιώνιση της έστω και εξαθλιωμένης συντήρησης των υποστηρικτών τους.

Οι υπόλοιποι αντιρρησίες είναι φυσικά όλοι εκείνοι που δεν αντέχουν πλέον να ζουν υπό το παρόν καθεστώς στην Ελλάδα και αντιστέκονται όπως μπορούν. Οι περισσότεροι φυτοζωούν μεταξύ ηττοπάθειας και παραίτησης, που υπό μια έννοια μπορεί να αναγνωριστεί και ως μια μορφή παθητικής αντίστασης και επιθετικότητας, κάποιοι άλλοι παίρνουν τον δρόμο της μετανάστευσης, ενώ οι πιο δυναμικοί που ταυτόχρονα είναι εγκλωβισμένοι στην Ελλάδα για διάφορους λόγους, αγωνίζονται, απελπισμένα, έστω και για την τιμή των όπλων, αλλά σίγουρα προς τιμήν τους, στους δρόμους, τρώγοντας ξύλο από τους ιδιωτικούς στρατούς των ψευδο-πολιτικών και της Ελληνικής ελίτ ή μοχθώντας με αυταπάρνηση στις προσπάθειες οργανωμένης κοινωνικής αλληλεγγύης.

Μπορεί να είναι πολύτιμες οι προσπάθειες εκείνων που αγωνίζονται έμπρακτα και με οποιονδήποτε τρόπο ενάντια στο μοχθηρό καθεστώς, παράδειγμα των οποίων είναι ο Άρης Χατζηστεφάνου, αφού ούτως ή άλλως παραμένουν στην Ελλάδα, αλλά δεν εμπνέουν κάποιο μαζικό κίνημα συμπαράστασης από τις στρατιές ψηφοφόρων της καθεστηκυίας τάξης, πολύ απλά επειδή αυτές οι αγωνιστικές προσπάθειες και ακτιβιστικές διεκδικήσεις ξεπερνάν κατά πολύ τον ορίζοντα των αναγκών του μέσου Έλληνα ψηφοφόρου, που όπως προανέφερα περιορίζονται στην κάλυψη της ατομικής και ελάχιστης επιβιωσιακής ανάγκης και στην αέναη λοβοτομή δια μέσου των τηλε-υπνωτισμών. Τα κόμματα στην Ελλάδα πρωτίστως εξασφαλίζουν αυτές τις μηδαμινές παροχές στους ψηφοφόρους τους, και κατόπιν το μόνο που τα αφορά είναι η διαχείριση των Ευρωπαϊκών κονδυλίων, ενώ οποιοσδήποτε δεν είναι χρήσιμος στους κομματικούς μηχανισμούς ώστε να έχουν πρόσβαση σε αυτά είναι απλά ένα ξεπερασμένο εμπόδιο, ένας μη-ψηφοφόρος, ανάξιος λόγου ως πολίτης ή ακόμα και ως άνθρωπος.

Η απάντηση στο πρώτο ερώτημα λοιπόν, του γιατί δεν αντιδράει ο κόσμος στην άνοδο του Ναζισμού στην Ελλάδα είναι, κάθε χρόνο που περνάει, όλο και πιο σκληρή. Σχεδόν κανείς δεν ενδιαφέρεται επειδή οι περισσότεροι ούτως ή άλλως έχουν βάλει ως στόχο το να φυτοζωούν ως ιδιωτεύοντα τηλε-σαπρόφυτα και τίποτε άλλο δεν τους αφορά. Όποιος τυχόν ενδιαφέρεται εξοντώνεται στην προσπάθεια του να αντιμετωπίσει τα συμπτώματα μιας ασθένειας, χωρίς καν να αγγίζει τα αίτια της, που είναι μια παραδοσιακή ανοχή ή και άμεση υποστήριξη των Ελλήνων σε φασιστικά καθεστώτα.

Μέρος Β’: Τι θα μπορούσε να αφυπνίσει τους Έλληνες ενάντια στον διαχρονικό φασισμό της ολιγαρχίας τους?

Το επόμενο βήμα της απορίας βέβαια είναι τι θα ήταν εκείνο που θα ενέπνεε τα τηλε-σαπρόφυτα να θυμηθούν την ανθρωπιά τους, ποιο θα ήταν εκείνο το όραμα που θα ξυπνούσε τους τηλε-ψηφοφόρους από την όζουσα αποσύνθεση που τους έχει γίνει τρόπος ζωής, με ποιόν τρόπο θα μπορούσε κανείς να εξάψει την φαντασία του κωματώδους συλλογικού υποσυνείδητου του κατάκοιτου Ελληνικού λαού.

Αντιμέτωπος με ανθρώπους που χαχανίζουν καθώς παρακολουθούν συνταγές για λαχανοντολμάδες σε επανάληψη, ενώ δίπλα τους αυτοκτονούν αθώοι φυλακισμένοι σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και η χώρα τους είναι ρημαγμένη από κάθε άποψη, ομολογώ ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να σκεφτώ τι θα μπορούσε να τους εμφυσήσει κάποια μορφή νοητικής και ηθικής αξιοπρέπειας.

Για να επιστρέψω στο παράδειγμα της Γερμανίας, ο λαός του Χίτλερ συνειδητοποίησε το μέγεθος του εγκλήματος του μόνο αφού ισοπεδώθηκε όλη τους η χώρα. Υπάρχουν ντοκιμαντέρ με τις λίμνες του Βερολίνου κατά το καλοκαίρι του ’43 που παρουσιάζουν την ξέγνοιαστη Γερμανική νεολαία που περνούσε τέλεια, αγνοώντας, ακούσια ή εκούσια, ότι ο στρατός τους, την ίδια στιγμή που αυτοί πλατσούριζαν, έκαιγε ανθρώπους κατά εκατομμύρια σε φούρνους.
Η σύγχρονη Ελληνική πραγματικότητα μου θυμίζει ακριβώς αυτή την ηθική και νοητική αποκάρωση. Για να συνειδητοποιήσει το μέγεθος του κακού που την περικυκλώνει, για το οποίο ευθύνεται, με το οποίο συναινεί σιωπηλά ή συνεργάζεται άμεσα, θα πρέπει ο Ελληνικός λαός να υποστεί κάποιο ανάλογο σοκ, μια μαζική καταστροφή που θα στερήσει από τον μέσο Έλληνα έστω και τα ελάχιστα με τα οποία έχει συμβιβαστεί για μια ακόμα φορά με τον φασισμό.

Αν δεν είναι κάποιο τέτοιο σοκ, θα πρέπει να είναι ένα εθνικό όραμα υπέρ του οποίου θα συστρατευτεί η πλειοψηφία του Ελληνικού πληθυσμού.

Έτσι, το ερώτημα λοιπόν απαντάται μόνο με μια σαρκαστική πρόκληση – όταν συλλάβει κάποιος το συλλογικό φαντασιακό του Έλληνα εξίσου επιτυχημένα όσο το έχει καθηλώσει ένα μέσο μεσημεριανάδικο και μια ξενοφοβική προεκλογική εκστρατεία, ταυτόχρονα τάζοντας και μια θεσούλα στο δημόσιο, τότε εκείνος θα είναι και που θα οδηγήσει και τους Έλληνες στην αποτελεσματική αντίδραση ενάντια στον φασισμό, και γιατί όχι, και στην εκ βαθέων κάθαρση του κόπρου που λέγεται τρέχον πολιτειακό και οικονομικό καθεστώς στην Ελλάδα, δηλαδή στην ανατροπή της άρχουσας τάξης που λυμαίνεται τη χώρα εδώ και πολλές δεκαετίες, επιβάλλοντας τα συμφέροντα της με την καιροσκοπική ανάκληση του φασισμού.

Στην προσπάθεια μας να αναζητήσουμε το πως θα αφυπνιστούν οι μάζες στην Ελλάδα ενάντια του διαχρονικού φασισμού που ασκείται στην κοινωνία τους φτάνουμε στο δεύτερο ερώτημα – πως μπορούμε να ορίσουμε την γλώσσα και την εικόνα του φασισμού σήμερα, πως μπορούμε να καταστήσουμε αναγνωρίσιμα στους πολλούς τα σύγχρονα σύμβολα και τα μοντέρνα συμπτώματα μιας ιδεολογίας που έχει εξελιχτεί, εκσυγχρονιστεί και μεταλλαχτεί τόσο πολύ όσον αφορά την επικοινωνιακή της εικόνα και τις τακτικές της ώστε μόνο οι εξαιρετικά αφελείς της εκπρόσωποι να την εκφράζουν με Χιτλερικά σύμβολα ή χαιρετισμούς?

Έχω παρατηρήσει πως ο πολύς κόσμος δεν βρίσκεται σε επιφυλακή επειδή δεν μπορεί να αντιληφθεί τις σύγχρονες εκδοχές του φασισμού, μιας και τα αντανακλαστικά του είναι εκπαιδευμένα ώστε να αναγνωρίζουν μόνο τις πολύ χοντροκομμένες και εξόφθαλμες εκδηλώσεις του, αυτές που πιθηκίζουν τις γνώριμες εικόνες περί Ναζιστικής Γερμανίας που βλέπει η μάζα σε ταινίες, ντοκιμαντέρ και βιβλία ιστορίας.

Πέρα όμως από τις γραφικές σβάστικες και τις παραλλαγές εμβλημάτων των SS που φέρουν ως τατουάζ τα υποκοσμιακά στοιχεία της Χρυσής Αυγής, πέρα από τις εθνικιστικές και ρατσιστικές ρητορικές μίσους των διάφορων αδίστακτων εκπροσώπων της ούτως ή άλλως πραξικοπηματικής συγκυβέρνησης των πράξεων νομοθετικού περιεχομένου, πέρα από τις καθαρά αντιλαϊκές και βίαιες δράσεις των ΜΑΤ απέναντι σε απεργούς, διαδηλωτές και καταληψίες, ο πολύς κόσμος μοιάζει να αδυνατεί να συλλάβει τα χαρακτηριστικά της σύγχρονης εκδοχής του φασισμού.

Ο φασισμός σήμερα εκφράζεται με δεκάδες διαφορετικούς και εκσυγχρονισμένους τρόπους που είναι δυσδιάκριτοι αν κάποιος δεν γνωρίζει το βασικό κίνητρο, την ουσία της φασιστικής κοσμοθεωρίας, της οποίας ο Χίτλερ κα ο Μουσολίνι υπήρξαν απλά εκπρόσωποι και όχι ταυτόσημοι αυτής.

Ο φασιστικός νοηματικός πυρήνας είναι η υποταγή του κράτους στο ιδιωτικό συμφέρον. Τίποτε άλλο απολύτως. 
Η βία των σωμάτων «ασφαλείας», οι ευρείας απήχησης ξενοφοβικές, ρατσιστικές, ή/και ομοφοβικές ιδεολογίες των εκπροσώπων του δεν είναι παρά οι τεχνικές και οι τακτικές διαχείρισης προϋπαρχόντων συλλογικών απωθημένων, ενστίκτων και νοητικών αναπηριών που ερεθίζονται περιστασιακά μόνο και μόνο επειδή προσφέρουν πρόσβαση στο εσκεμμένα ακαλλιέργητο θυμικό της μάζας.
Άπαξ και κάποιος έχει καταφέρει και ερεθίζει τα συναισθήματα απαίδευτων κατά το δοκούν, και ειδικότερα μπορεί να διαχειρίζεται τον φόβο του «Άλλου», κατευθύνοντας το συλλογικό υποσυνείδητο προς κάτι που δήθεν απειλεί έξωθεν το κοινωνικό σύνολο, τότε έχει τα κλειδιά της ψυχολογίας του όχλου ενώ κατάφερε να αποπροσανατολίσει τους ταξικούς αγώνες από το εσωτερικό της κοινωνίας προς κάποιον αποδιοπομπαίο τράγο, που συνήθως είναι μια δαιμονοποιημένη μειονότητα, όπως οι μετανάστες, οι ομοφυλόφιλοι και συνεκδοχικά όσοι δεν είναι χρήσιμοι ή είναι ενοχλητικοί προς το φασιστικό καθεστώς.

Όμως, οι γκροτέσκες δαιμονοποιήσεις των μεταναστών ή οποιασδήποτε άλλης μειονότητας, η παλαιάς κοπής φασιστική εικονογραφία και εθνικιστική ρητορική του φασισμού έχει τα όρια της για τον μέσο τηλεθεατή – οι παρελάσεις με πυρσούς και οι ομολογίες δολοφονιών είναι ειδικού ενδιαφέροντος θεάματα και η πλειοψηφία, αφού τρομάξει όσο πρέπει, πρέπει να καθησυχαστεί με άλλου είδους νουθεσίες και υποδείξεις.
Έτσι, η Χρυσή Αυγή δεν πρόκειται να ξεπεράσει ποτέ την μειονοτική δημοτικότητα που απολαμβάνει στην Ελλάδα σήμερα ακριβώς επειδή τα μέλη της επιδεικνύουν στερεότυπες συμπεριφορές τραμπούκου, αρέσκονται στην αναπαραγωγή σεσημασμένων ρητορικών μίσους όπως ο ξενοφοβικός ρατσισμός ή ενδύονται σύμβολα μίσους που έχουν στιγματιστεί ανεπανόρθωτα.
Αντίθετα, εξαιρετικής επιτυχίας είναι οι απόπειρες διαχείρισης της μαζικής συνείδησης από το ίδιο το καθεστώτος που χρησιμοποίησε την Χρυσή Αυγή όσο την χρειαζόταν για τις βρομοδουλειές του, αλλά την αποκηρύσσει όταν πρέπει να επαναφέρει τους οπαδούς της στην κυρίαρχη «φρόνιμη» πολιτική αφήγηση. Και τους επαναφέρει, αφού πρώτα τους έχει εκφοβίσει με την προοπτική των χειρότερων και ταυτόχρονα τους έχει κατευθύνει προς μια «συνετή» εκτόνωση της δυσαρέσκειας τους, «εκπολιτίζοντας» τις αντιδράσεις τους πάντα όμως παράγοντας συναίνεση και χαλιναγωγώντας συμμετοχή τους στον ίδιο φαύλο στόχο, που είτε με σβάστικα, είτε χωρίς, παραμένει η προστασία των συμφερόντων της εγκληματικής ολιγαρχίας εις βάρος των πολλών.

Ειδικά η μεσαία τάξη έχει εκπαιδευτεί από τα προνηπιακά της χρόνια στις πάσης φύσης εκπολιτισμένες αντιδράσεις, αφού η ευμάρεια της εξαρτάται αποκλειστικά από το κατά πόσον η συμπεριφορά της και η έκφραση της είναι αρεστή στην ελίτ. Πειθαρχεία στο σχολείο, σαβουάρ-βιβρ παντού, καλή διάθεση, θετική ενέργεια – μια σειρά από καλλωπιστικές διαδικασίες αφαιρούν τις εκφράσεις δυσαρέσκειας, θυμού και οργής απο τα πρότυπα της κοινωνικά αποδεκτής συμπεριφοράς για την μεσαία τάξη.
Το αποτέλεσμα είναι ότι ο χαρακτηριστικός εκπρόσωπος αυτής της κάστας παραμένει για πάντα ένα υποκείμενο που διδάσκεται και αναπαράγει το πως χτίζεται ένας συμπεριφορικός τοίχος που μοιάζει σαν να είναι φτιαγμένος από το ανθεκτικό μονωτικό της αβρότητας, μια έννοια ελαστική σαν καουτσούκ, στην οποία μπορείς να κοπανάς το κεφάλι σου και να μην υποχωρεί αλλά και να μην σου αφήνει μώλωπες ώστε να έχεις αποδείξεις της αναχαιτιστικής της ισχύος, κάτι σαν τοίχος δωματίου σε ψυχιατρείο επενδυμένος με αφρολέξ, μια αντικραδασμική μεσοτοιχία διαγωγής κοσμιοτάτης, υψηλού πολιτικού πολιτισμού και συγκαταβατικής αλληλοκατανόησης της οποίας ο ρόλος είναι η απορρόφηση των αντιδράσεων της κοινωνίας ώστε να μην διαταράσσεται η γαλήνη της άρχουσας τάξης.


(Συνεχίζεται)

13 Απριλίου 2014

Φασισμός Α.Ε.

Οι δημιουργοί του Debtocracy και του Catastroika αναζητούν το ρόλο, επιχειρηματιών, πολιτικών και εκδοτικών συγκροτημάτων στην άνοδο του φασισμού στην Ελλάδα και ολόκληρη την Ευρώπη.

10 Απριλίου 2014

Η πρώτη μάχη του ΕΠΑΜ στο δρόμο για τις ευρωεκλογές

Η παρουσία του Γ.Γ. του ΕΠΑΜ στο  Δελτίο Ειδήσεων του "Ε" 10-04-2014

5 Απριλίου 2014

Η ΕΕ αλλάζει και αλλάζει προς το χειρότερο (Nexus, Μάρτιος 2014)


Του Λ.Βατικιώτη
Στις προσεχείς ευρωεκλογές πάλι η ελληνική ιδιαιτερότητα θα κάνει την εμφάνισή της. Ενώ και στα 27 υπόλοιπα κράτη μέλη της ΕΕ, από την μια άκρη της Ευρώπης ως την άλλη, εκατομμύρια ευρωπαίων ψηφοφόρων θα αδιαφορήσουν παντελώς για τις εκλογές, η Ελλάδα θα ζει ρυθμούς ασυνήθιστης πολιτικής έντασης. Ήδη, στα μέσα Φεβρουαρίου, οπότε γράφονται αυτές οι γραμμές, το κλίμα που διαμορφώνεται προδικάζει ότι θα ζήσουμε μια από τις καυτές πολιτικές αναμετρήσεις. Η κυβέρνηση βέβαια κάνει κάθε δυνατή προσπάθεια για να το εκτονώσει. Τα αλλεπάλληλα σενάρια που δοκιμάζονταν στα μέσα Φεβρουαρίου σχετικά με την ημέρα διεξαγωγής των εκλογών (κατά πόσο δηλαδή θα συμπέσουν με τις δημοτικές εκλογές) ως μοναδικό ζητούμενο είχαν να απομακρύνουν τους ψηφοφόρους από τις κάλπες. Και αυτό δεν συνέβαινε καθόλου τυχαία: Η συγκυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου ξέρει ακόμη και τώρα πως μοναδικός τρόπος για να περιορίσει την αδιαμφισβήτητη συντριβή της, που θα είναι αποτέλεσμα της φτώχειας και της ανεργίας που έχει επιβάλει, προέρχεται από την μείωση της συμμετοχής. Έτσι, θα μπορεί να επικαλεστεί την αποχή για να υποβαθμίσει το μήνυμα που θα στείλουν οι κάλπες με την πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ, όπως διαβεβαιώνουν όλες πλέον οι δημοσκοπήσεις. Ωστόσο, η επίπτωση που θα έχει στην συμμετοχή των ψηφοφόρων το παιχνίδι με τις ημερομηνίες θα είναι μηδαμινή κι αυτό θα φανεί από τις ευρύτερες πολιτικές εξελίξεις που θα ενεργοποιηθούν αμέσως μόλις κλείσουν οι κάλπες…
Στην υπόλοιπη Ευρώπη, από την άλλη, θεωρείται σίγουρο πως θα κυριαρχεί η αδιαφορία. Η συμμετοχή στις όγδοες στη σειρά εκλογές που διοργανώνονται από το 1979 για την ανάδειξη των 751 ευρωβουλευτών (όπως διαμορφώθηκαν οι έδρες τελευταία φορά) θα πέσει ακόμη πιο χαμηλά από το 43% του 2009. Αυτοί δε που θα ψηφίσουν σε ένα πρωτοφανές ποσοστό θα δείξουν την προτίμησή τους για κάθε είδους κόμμα που στέκεται κριτικά απέναντι στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα και αμφισβητεί εν μέρει ή συνολικά την ΕΕ και το ευρώ: Από το κόμμα των Πέντε Αστέρων του Μπέπε Γκρίλιο στην Ιταλία, που ανακηρύχτηκε πρώτο σε ψήφους στις εθνικές εκλογές της γειτονικής χώρας τον Μάρτιο του 2013, μέχρι το βρετανικό Κόμμα της Ανεξαρτησίας του Νάιγκελ Φάραγκ και ακροδεξιά κόμματα από την Γαλλία, την Ολλανδία, κ.α. Τύπος μεγάλης κυκλοφορίας και κόμματα εξουσίας, που θεωρούν ύψιστη σχεδόν εθνική τους υποχρέωση να δικαιολογούν τη λιτότητα, επιχειρούν να απαξιώσουν και να στιγματίσουν την κριτική στάση απέναντι στην ΕΕ ταυτίζοντάς την με την άκρα Δεξιά και την αποκρουστική Μαρίν Λε Πεν. Τίποτε όμως δεν απέχει πιο πολύ από την αλήθεια.
Κατ’ εφαρμογή χιτλερικών σχεδίων   
Σε ό,τι αφορά δε τον φασισμό η ΕΕ δεν δικαιούται να μιλάει… Πριν δούμε τα σύγχρονα κοινωνικά χαρακτηριστικά της δυσφορίας απέναντι στις Βρυξέλλες, αξίζει να αναφέρουμε ότι η ΕΕ, από την ίδρυσή της ακόμη, δεν ήταν και τόσο εχθρική, ούτε καν ασύμβατη με τα ναζιστικά επεκτατικά σχέδια! Κι αυτό προς αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας. Μιας αλήθειας που για πρώτη φορά αμφισβητήθηκε με αφορμή τον ορισμό της 9ης Μαΐου ως ημέρας της ενωμένης Ευρώπης. Η 9η Μαΐου όμως ήταν ανέκαθεν η μέρα πάλης ενάντια στον φασισμό, λόγω του ότι μια μέρα πριν, στις 8 Μαΐου το ναζιστικό θηρίο είχε παραδοθεί άνευ όρων στους συμμάχους, πλήρως συντετριμμένο μετά την είσοδο του Κόκκινου Στρατού στο Βερολίνο στις 2 Μαΐου 1945. Παρόλα αυτά, πέντε χρόνια αργότερα στις 9 Μαΐου του 1950, η διακήρυξη «για μια ενωμένη Ευρώπη» του γάλου υπουργού Εξωτερικών Ρομπέρτ Σουμάν (που κατηγορήθηκε για σχέσεις με το Ναζισμό κι ο οποίος υπηρέτησε το καθεστώς του προδότη φιλο-Ναζί Πεταίν, γνωστό κι ως καθεστώς του Βισύ) επισκίασε την ημέρα της αντιφασιστικής πάλης. Κι έτσι την δεκαετία του ’90, μετά την επανένωση της Γερμανίας, η μέρα της αντιφασιστικής δράσης πέρασε σε δεύτερη μοίρα…
Οι ναζιστικές καταβολές της σημερινής ΕΕ, ως ένας ενιαίος οικονομικός χώρος υπό γερμανική εποπτεία, αποτυπώνεται ανάγλυφα στο πολύ σημαντικό βιβλίο Η ελληνική οικονομία κατά την κατοχή και η αλήθεια για τα κατοχικά δάνεια του Δημοσθένη Κούκουνα (εκδ. Ερωδιός, 2013). Αναφέρει ο συγγραφέας: «Η διεύθυνση Εξωτερικού Εμπορίου του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών… βρισκόταν στο επίκεντρο της χιτλερικής “νέας Ευρώπης”… Και, αντίθετα απ’ ότι μπορεί κανείς να φανταστεί, η έννοια της ευρωπαϊκής οικονομικής συνεργασίας δεν βασιζόταν κυνικά στην εκμετάλλευση όλων των άλλων ευρωπαϊκών λαών από την Γερμανία. Δεν θα έπαυε ασφαλώς να είναι η ιθύνουσα δύναμη, αλλά στον εαυτό της δεν επεφύλασσε τον μεταπολεμικό ρόλο ενός στυγνού κατακτητή που δια της βίας θα ασκούσε την εξουσία στα ευρωπαϊκά κράτη. Ενδιαφερόταν πρωτίστως για την αδιαμφισβήτητη οικονομική επιρροή της επ’ αυτών μετά το τέλος του πολέμου και επεφύλασσε στον εαυτό της ρόλο συντονιστή και επομένως προνομιούχου συναλλασσόμενου. Βεβαίως, ο Χίτλερ, ο Γκαίμπελς και οι λοιποί φανατικοί εθνικοσοσιαλιστές ηγέτες δεν επέζησαν του πολέμου για να δουν το αποτέλεσμα. Ωστόσο, ένας από τους βασικούς εντολοδόχους της χιτλερικής ηγεσίας, ο Βάλτερ Φουνκ, ο οποίος πειθαρχικά είχε θέσει το σχέδιο σε εφαρμογή, με τη βοήθεια καθηγητών και άλλων οικονομολόγων, κυρίως όμως με την συνδρομή του Κλόντιους, ήταν εκείνος που πριν πεθάνει, το 1960, είδε την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα να γίνεται πραγματικότητα. Και οπωσδήποτε σε μερικές περιπτώσεις θα διαπίστωσε ότι η γερμανική οικονομία ήταν πιο ωφελημένη με τα νέα μεταπολεμικά δεδομένα παρά στα χρόνια του πολέμου! Η γερμανική ηγεμονία είχε ένα προφίλ, λιγότερο προκλητικό και περισσότερο αποδοτικό»…
Επιστρέφοντας στο σήμερα, παρατηρούμε πως η κριτική απέναντι στην ΕΕ που θα εκφρασθεί στις ευρωεκλογές δεν είναι παρά η κορυφή του παγόβουνου της δυσφορίας που κλιμακώνεται σε όλη την γηραιά ήπειρο. Η αιτία είναι μία και μοναδική: η πολιτική λιτότητας και βίαιης φτωχοποίησης που επιβάλει η ΕΕ, αξιοποιώντας σε αυτή την κατεύθυνση όλους τους μηχανισμούς που διαθέτει. Από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το ευρωκοινοβούλιο μέχρι την Τρόικα και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Υπ’ αυτό το πρίσμα το παράδοξο που χρήζει ερμηνείας δεν είναι η δυσφορία των ευρωπαίων πολιτών, την οποία κάνουν ότι δεν βλέπουν τα ΜΜΕ και τα κόμματα εξουσίας κι όταν καταδεχθούν να ασχοληθούν μαζί της αρνούνται να την κατανοήσουν ή την στιγματίζουν, αλλά η αναντιστοιχία – μέχρι στιγμής – του πολιτικού συστήματος και της κομματικής διάταξης με αυτές τις διαθέσεις. Με άλλα λόγια, το εκπληκτικό είναι ότι η πολιτική συμπεριφορά των ευρωπαίων πολιτών δεν έχει ακόμη βρει το κομματικό σύστημα που της ταιριάζει, με αυτό που υπάρχει σήμερα να αρμόζει σε προηγούμενες δεκαετίες, και να αποδεικνύεται απρόθυμο να ενσωματώσει τις ανησυχίες τους.
Ευρωβαρόμετρο – χαστούκι για την ΕΕ
Η πολιτική στάση των ευρωπαίων πολιτών καταγράφηκε πιστά στο Ευρωβαρόμετρο, την έρευνα που πραγματοποιείται σε όλη την ΕΕ δύο φορές τον χρόνο. Η πιο πρόσφατη, του φθινοπώρου του 2013 που διεξήχθη το Νοέμβριο, περιείχε ευρήματα που θα έπρεπε να ανησυχήσουν πολλούς από τους αργυρώνητους γραφειοκράτες της ΕΕ, καθώς δείχνουν ότι οι λαοί της Ευρώπης απορρίπτουν την πολιτική της λιτότητας, πίσω από την οποία έχουν στοιχηθεί όχι μόνο τα όργανα της ΕΕ, αλλά και τα μεγαλύτερα κόμματα της Δεξιάς και της σοσιαλδημοκρατίας. Αρκούν ορισμένα στοιχεία. Στο ερώτημα για παράδειγμα «αν εμπιστεύεστε την ΕΕ» θετικά απαντάει μόνο το 31%, ενώ το 58% απαντάει πως δεν την εμπιστεύεται. Οι αρνητικές απαντήσεις ξεπερνούν σημαντικά τον μέσο όρο στις χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας, που βρίσκονται στο επίκεντρο της κρίσης. Έτσι, στην Ελλάδα απαντάει αρνητικά το 77%, στην Κύπρο το 75%, στην Ισπανία το 71%, στην Πορτογαλία το 68%, στην Ιταλία το 62%, κοκ. Ο λόγος της αποστροφής τους στην ΕΕ είναι προφανής: Αυτές οι χώρες βίωσαν το αποκρουστικό πρόσωπο των Βρυξελλών καθώς η πολιτική του ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας και της οικονομικής κατοχής που επέβαλε το Τέταρτο Ράιχ εφαρμόστηκε με πολιορκητικό κριό την ΕΕ.
Στο ερώτημα αν η ΕΕ θα βγει πιο δίκαιη από την κρίση το 45% όσων ερωτήθηκαν και στις 28 χώρες απαντάει αρνητικά και μόνο το 37% απαντάει θετικά. Στην ευρω-περιφέρεια των Μνημονίων περιττό να ειπωθεί ότι οι αρνητικές απαντήσεις είναι στα ύψη. Στην Ελλάδα για παράδειγμα το 66% απορρίπτει την εκτίμηση ότι η ΕΕ θα βγει πιο δίκαιη από την κρίση, στην Ιταλία το 49%, στην Κύπρο το 57%, κοκ. Αυτή η απάντηση αποτελεί χαστούκι για την ΕΕ, δεδομένου πως σημαίνει ότι οι πολίτες θεωρούν ότι μεροληπτεί σε βάρος των μεγάλων συμφερόντων και με τις πολιτικές που επιβάλλει εντείνει τις κοινωνικές ανισότητες. Πιο ξεκάθαρα δεν μπορεί να ειπωθεί… Στην ίδια έρευνα περιγράφονται και τα συμφέροντα τα οποία εξυπηρετεί η ΕΕ. Στο ερώτημα για το αν η ΕΕ κάνει τον χρηματοπιστωτικό τομέα να πληρώσει το μερίδιο που του αναλογεί συμφωνεί μόνο το 34% και διαφωνεί το 50%. Το μεγαλύτερο μερίδιο δηλαδή, ή ο 1 στους 2, πιστεύει πως η ΕΕ διευκολύνει τις τράπεζες. Πρόκειται για βαρά κατηγορία δεδομένου ότι ο χρηματοπιστωτικός τομέας την τελευταία πενταετία απέδειξε ότι λειτουργεί σε βάρος της κοινωνίας και πολύ δικαιολογημένα έχει συγκεντρώσει την μήνι των πολιτών όλου του πολιτικού φάσματος. Οι ευρωπαίοι πολίτες ταυτίζουν την ΕΕ με τις τράπεζες και την αδικία κι επίσης με την λιτότητα και την ανεργία! Στο ερώτημα κατά πόσο η ΕΕ είναι υπεύθυνη για την λιτότητα στην Ευρώπη συμφωνεί το 63% και διαφωνεί το 27%, ενώ στο ερώτημα για το αν η ΕΕ δημιουργεί τους όρους για περισσότερες θέσεις εργασίας συμφωνεί το 40% και διαφωνεί το 52%. Κατόπιν όλων αυτών δεν ξαφνιάζει πως η πλειοψηφία των ευρωπαίων πολιτών (58%) δεν εμπιστεύεται την ΕΕ, έναντι ενός μικρού μόνο ποσοστού (31%) που δηλώνει πως την εμπιστεύεται. Επίσης, ένα πολύ μεγαλύτερο ποσοστό, της τάξης του 82% δηλώνει πως δεν εμπιστεύεται τα πολιτικά κόμματα, με το ποσοστό αυτών που εμπιστεύεται τα πολιτικά κόμματα να κινείται στο 14% και, τέλος, η πλειοψηφία των ερωτηθέντων (47%) να απαντάει πως τα πράγματα κινούνται στην λάθος κατεύθυνση. Μόνο το 26%, δηλαδή ο 1 στους 4 δηλώνει πως τα πράγματα εξελίσσονται σε μια θετική κατεύθυνση.
Όλα αυτά τα ευρήματα δηλώνουν ξεκάθαρα ότι στην ΕΕ είναι σε εξέλιξη μια βαθιά πολιτική κρίση με τους πολίτες να γυρίζουν την πλάτη τους σε κόμματα και θεσμούς, που πριν λίγα χρόνια εμφανίζονταν ως εγγυητές της δημοκρατίας και της ευημερίας. «Μας κάψατε το μέλλον, σας καίμε το παρόν» σαν να δηλώνουν εκατομμύρια Ευρωπαίων αποσύροντας οριστικά και δια παντός την εμπιστοσύνη και τον σεβασμό τους από κόμματα και θεσμούς που υπηρετούν την διάλυση του κοινωνικού κράτους και την μείωση των μισθών. Εδώ ακριβώς βρίσκεται η αιτία της χαμηλής συμμετοχής στις ευρωεκλογές και του λεγόμενου ευρωσκεπτικισμού, όπως χαρακτηρίζεται η κριτική στην ΕΕ.
Η ίδια η ΕΕ, πρέπει να αναγνωρίσουμε, πως κάνει ότι περνάει κι από το χέρι της προκειμένου να τροφοδοτεί την οργή των Ευρωπαίων. Σε αυτή την κατεύθυνση δύο είναι οι πιο πρόσφατες εξελίξεις που αλλάζουν σημαντικά τον χαρακτήρα της ΕΕ και το κάνουν μάλιστα προς το χειρότερο. Η πρώτη σχετίζεται με τις διαπραγματεύσεις που έχουν ξεκινήσει από το 2014 με τις ΗΠΑ για την ανάπτυξη του διατλαντικού εμπορίου κι η δεύτερη εξέλιξη σχετίζεται με την εφαρμογή από 1ης Ιανουαρίου 2014 ενός πολύ αυστηρού δημοσιονομικού πλαισίου.
Το διατλαντικό εμπόριο μοχλός ανατροπών
Οι αλλαγές που θα προκαλέσουν οι διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ, αντίθετα με ό,τι μπορεί να πιστεύει κανείς, δεν θα αφορούν τον έξω κόσμο αλλά το εσωτερικό της ΕΕ. Οι Βρυξέλλες, δέκα χρόνια μετά την υπογραφή της μεγαλύτερου κύματος διεύρυνσης που έχει υπάρξει με την είσοδο δέκα νέων μελών, επιχειρούν τώρα μια εξ ίσου σοβαρή τομή. Το ζητούμενο μάλιστα, αν πριν δέκα χρόνια αφορούσε την άλωση των αγορών των νέων κρατών μελών από τα γερμανικά πάντσερ και την συμπίεση των δυτικο-ευρωπαϊκών μισθών στα πρότυπα των ανατολικο-ευρωπαϊκών, από τη στιγμή που η σύγκριση έγινε άμεση, τώρα, είναι το σάρωμα των προστατευτικών ρυθμίσεων που υπάρχουν στην ευρωπαϊκή νομοθεσία προς όφελος των καταναλωτών και των εργαζομένων. Μέτρα που όλο και συχνότερα χαρακτηρίζονται ως απαρχαιωμένα ή αντι-αναπτυξιακά, με την ίδια ευκολία που στην Ελλάδα οι μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων ή τα μέτρα προστασίας της αρχαιολογικής κληρονομιάς χαρακτηρίζονται ως γραφειοκρατία, ώστε εύκολα να παρακάμπτονται στο πλαίσιο των fasttrack διαδικασιών.
Σύμφωνα με μελέτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η ευόδωση των συνομιλιών θα μπορούσε να αυξήσει τις εξαγωγές της ΕΕ προς τις ΗΠΑ κατά 28% και να προσθέσει στο ΑΕΠ 120 δισ. ευρώ ή το 0,5% του ετήσιου προϊόντος. Αντικείμενο των εντατικών διαπραγματεύσεων δεν αποτελούν μόνο οι δασμοί, που λόγω του ότι είναι καταγεγραμμένοι είναι και το πιο εύκολο μέρος της δουλειάς. Με βάση έρευνα της ΕΕ, τροχοπέδη στην περαιτέρω ανάπτυξη του διατλαντικού εμπορίου στέκονται περισσότερα από 600 μη δασμολογικοί εμπόδια που μεταξύ άλλων περιλαμβάνουν: καθεστώτα προστασίας στο πλαίσιο δημοσίων προμηθειών (πχ για τις αμυντικές βιομηχανίες), κρατικές επιδοτήσεις που μπορεί να ξεκινούν από την ανανεώσιμη ενέργεια να επεκτείνονται σε αγρότες και να φτάνουν στα κονδύλια έρευνας και ανάπτυξης προστατευμένων κλάδων, ακόμη και στις επιδοτήσεις στην αεροναυπηγική βιομηχανία. Η αλήθεια είναι ότι όσο περισσότερο μελετάει κανείς το θέμα, εξετάζει δηλαδή το αντικείμενο των συνομιλιών, τόσο καταλαβαίνει ότι πίσω από τα μεγάλα λόγια και τις υποσχέσεις κρύβεται η προώθηση μιας σκληρής νεοφιλελεύθερης ατζέντας που στην προμετωπίδα της γράφει «λιγότερο κράτος, εμπορευματοποίηση των πάντων». Καθόλου τυχαία δεν είναι η ανησυχία που εκφράζεται στην Αγγλία μήπως η Συνεργασία για το Διατλαντικό Εμπόριο και τις Επενδύσεις, όπως είναι η επίσημη ονομασία της (TTIP) λειτουργήσει σαν πολιορκητικός κριός για την άλωση του Εθνικού Συστήματος Υγείας, που μέχρι τώρα έχει καταφέρει να αντέξει από τις επιβολές της Θάτσερ, του διαδόχου της Μέιτζορ, του Μπλερ και τώρα του Κάμερον. Διακρίνεται έτσι ο κίνδυνος της ιδιωτικοποίησης ακόμη και των υπηρεσιών υγείας, κοινωνικής φροντίδας και ασφάλειας με την υλοποίηση αυτής της ατζέντας. Στην πραγματικότητα δηλαδή η προώθηση του διατλαντικού εμπορίου να γίνει σε βάρος του εναπομείναντος κράτους πρόνοιας.
Επιπλέον τίθεται κι ένα ακόμη ερώτημα: ποιος θα γευτεί αυτά τα επιπλέον έσοδα και κέρδη που θα δημιουργηθούν όταν αυξηθεί ο κύκλος εργασιών των εξαγωγικών επιχειρήσεων; Γιατί, δεν μιλάμε για οποιεσδήποτε επιχειρήσεις, οπότε θα συμπεριλαμβάνονταν και μικρομεσαίες ή τον μέσο όρο. Μιλάμε για την αφρόκρεμα, που τυχαίνει τις περισσότερες φορές να είναι και πολυεθνικές στο πλαίσιο των οποίων ανθούν φαινόμενα θεσμοθετημένης φοροαποφυγής, μέσω πχ υπεράκτιων εταιρειών. Η εμπειρία επίσης που υπάρχει σε έναν άλλον τομέα, των πολλαπλασιαστικών αποτελεσμάτων στο σύνολο της οικονομίας, εξαιρουμένων ακόμη και των δημοσίων εσόδων, είναι σοβαρή και εξόχως αρνητική. Ποιός ξεχνάει για παράδειγμα τον σημερινό υπουργό Οικονομικών από την θέση του επικεφαλής του ΙΟΒΕ να υπόσχεται προ τριετίας ούτε λίγο ούτε πολύ την εκτίναξη του ΑΕΠ όταν απελευθερωθεί το επάγγελμα του φορτηγατζή; Ισχυρισμοί που αποδείχθηκαν αστείοι κι επίσης παραπλανητικοί. Γιατί, τα οφέλη που δημιουργήθηκαν αξιοποιήθηκαν εξ ολοκλήρου από τις μεγάλες επιχειρήσεις που είδαν το κόστος οδικών μεταφορών να μειώνεται. Δεν είδαμε όμως ως καταναλωτές να μειώνεται ανάλογα και η τιμή πχ των προϊόντων διατροφής. Επομένως εκ του ασφαλούς μπορούμε να συνάγουμε ότι το μειωμένο κόστος μεταφορών έγινε αυξημένο κέρδος των μεγάλων επιχειρήσεων που χρησιμοποιούν οδικές μεταφορές για την διακίνηση των προϊόντων τους. Γιατί, επομένως, και σε ό,τι αφορά το διατλαντικό εμπόριο τα οφέλη από την αύξησή του να μην τα καρπωθούν οι ευρωπαϊκές πολυεθνικές κι από την άλλη οι ευρωπαίοι πολίτες τελικά να επωμιστούν μόνο το κόστος από την διάλυση των υπηρεσιών υγείας, που στο όνομα της ανάπτυξης του εμπορίου θα ιδιωτικοποιηθούν; Το ενδεχόμενο δεν είναι καθόλου θεωρητικό…
Συνένοχος το ευρω-κοινοβούλιο
Τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα για τις ευρωπαϊκές κατακτήσεις (από το εργατικό δίκαιο που αφορά την προστασία από εργοδοτικές καταχρήσεις μέχρι την προστασία του καταναλωτή που αφορά εμπόδια στην εισαγωγή γενετικά τροποποιημένων τροφίμων) αν λάβουμε υπ’ όψη μας το καθεστώς αδιαφάνειας που θα δημιουργηθεί όσο θα προχωρούν οι συζητήσεις μεταξύ των επιτροπών εργασίας. Η διάσημη γραφειοκρατία των Βρυξελλών είναι πολύ πιθανό να επιχειρήσει να εκτονώσει τις αντιδράσεις που θα προκαλέσουν οι αποφάσεις στο πλαίσιο της διατλαντικής συμφωνίας παραπέμποντας κρίσιμες αλλαγές στους γραφειοκρατικούς λαβύρινθους. Έτσι να μην μαθαίνουμε ποτέ έγκαιρα τι αποφασίζεται και ποιοι νόμοι καταργούνται. Το επιχείρημα των ιθυνόντων της ΕΕ είναι πως όλες οι αποφάσεις θα τεθούν σε ψηφοφορία στο Ευρωκοινοβούλιο, το οποίο σύμφωνα με πολλούς είναι το δημοκρατικό αντίβαρο στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία δεν υπόκειται σε καμιά δημοκρατική λογοδοσία.
Η αλήθεια είναι πως όσο αδιαμφισβήτητη είναι η αυθαιρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, άλλο τόσο αμφισβητούμενος είναι ο υποτιθέμενος δημοκρατικός χαρακτήρας του Ευρωκοινοβουλίου. Πολλώ δε μάλλον η δυνατότητά του να αποτελέσει όργανο των λαών της Ευρώπης, αποκρούοντας τα σχέδια μετατροπής της ΕΕ σε γερμανική αποικία, όπως συμβαίνει με ολοένα και ταχύτερο ρυθμό. Μάρτυρας, μεταξύ άλλων, είναι η θετική ψήφος που έδωσε το Ευρωκοινοβούλιο στο πακέτο των έξι και των δύο μεταρρυθμίσεων (sixpack και twopack) χάρη στις οποίες μεταρρυθμίσεις εγκρίθηκε το δρακόντειο πλαίσιο δημοσιονομικής πειθαρχίας, που ισχύει από φέτος. Εν ολίγοις περιλαμβάνει: Απαγόρευση της δημιουργίας ελλειμμάτων στον κρατικό προϋπολογισμό όχι απλά δια νόμου (ο οποίος μάλιστα έχει και συνταγματική ισχύ) αλλά και δια της απειλής προστίμου, το οποίο θα επιβάλλεται αυτόματα. Αντίθετα δε με ό,τι συνέβαινε στο παρελθόν όταν απαιτούταν αυξημένη πλειοψηφία στο πλαίσιο της Συνόδου Κορυφής για να επιβληθεί τέτοια ποινή, πλέον, θα απαιτείται αυξημένη για να αναιρεθεί μια τέτοια απόφαση, δηλαδή η ποινή, που είναι απαραίτητο να τονισθεί ότι ισοδυναμεί με την κατάργηση και των τελευταίων βαθμών αυτονομίας από την μεριά των κρατών και των εθνικών κοινοβουλίων. Σε αυτό το πλαίσιο η ψήφος των πολιτών ακυρώνεται! Καμία σημασία δεν θα έχει αν στις προσεχείς εκλογές στην Ελλάδα ή σε οποιαδήποτε άλλη χώρα το εκλογικό σώμα δώσει την εξουσία, με καθόλα δημοκρατικές διαδικασίες, σε κόμματα ή συνασπισμούς που προκρίνουν την επεκτατική δημοσιονομική πολιτική! Αυτή η εξέλιξη, που επισημάνθηκε με την δέουσα σοβαρότητα και από το γραφείο προϋπολογισμού της Βουλής στην ενδιάμεση έκθεση του Ιανουαρίου, είναι η δεύτερη σε σημασία εξέλιξη που οδηγεί τους λαούς της Ευρώπης σε μια εχθρική στάση απέναντι στην ΕΕ και τους θεσμούς της, ανεξάρτητα από το αν είναι εκλεγμένοι ή όχι. Το αποτέλεσμα μετράει. Κι εδώ το αποτέλεσμα είναι πως το Ευρωκοινοβούλιο, όπως η Επιτροπή και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα συνιστούν βαθιά αντιδημοκρατικά μορφώματα, με κύριο έργο την θωράκιση της λιτότητας και της φτώχειας.
Νέο, τρίτο δάνειο στην Ελλάδα;
Στην Ελλάδα όμως υπάρχει κι ένα επιπλέον γεγονός που επιβαρύνει την ΕΕ στη συνείδηση της κοινωνίας. Μαζί με όσα πρόκειται να γίνουν με αφορμή το διατλαντικό εμπόριο και την δημοσιονομική πειθαρχία, προστίθεται κι η προοπτική του νέου, τρίτου δανείου, ύψους γύρω στα 20 δισ. ευρώ, που σχεδιάζει η Γερμανία να δοθεί στην Ελλάδα τον Μάιο, πριν δηλαδή τις ευρωεκλογές, με βάση όσα γράφονταν στα μέσα Φερβουαρίου. Το σκεπτικό του Τέταρτου Ράιχ είναι απλό: Ξέροντας ότι οι ευρωεκλογές θα επιταχύνουν τις πολιτικές εξελίξεις συντομεύοντας την ζωή της κυβέρνησης, αυτό που επιδιώκουν είναι να δεσμεύσουν τον ελληνικό λαό και την επόμενη κυβέρνηση με μια συμφωνία εξόχως καταστρεπτική καθώς: Πρώτο, θα συνοδεύεται από νέο Μνημόνιο, που σημαίνει νέα μέτρα λιτότητας. Δεύτερο, θα αυξάνει το δημόσιο χρέος καθώς όσο κι αν μειωθούν τα επιτόκια στα δάνεια που έχουν ήδη δοθεί (κατά 0,5% με βάση τις τελευταίες πληροφορίες) κι όσο κι αν επιμηκυνθεί η αποπληρωμή (μεταξύ 30 και 50 ετών) το ύψος του δημόσιου χρέους δεν θα μειωθεί. Τα βάρη στον ελληνικό λαό θα αυξηθούν! Τέλος, θα συρρικνωθούν σε βαθμό εξαφάνισης και τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας από την στιγμή που η κρίση χρέους την μετατρέπει σε αποικία χρέους, με την Τασκ Φορς στο εξής (από την στιγμή που η Τρόικα θα πάψει να υφίσταται λόγω τη μη συμμετοχής του ΔΝΤ στο νέο δάνειο) να μετατρέπεται σε κατοχική διοίκηση!
Επομένως αυτοί που απεργάζονται τέτοια σενάρια ας μην απορούν όταν οι ψηφοφόροι γυρίσουν τις πλάτες τους στις κάλπες των ευρωεκλογών ή ολοένα και περισσότεροι ψηφίσουν κόμματα κριτικά ή και απορριπτικά απέναντι στην ΕΕ.