15 Ιουνίου 2014

Διορισμός Στουρνάρα: Γάγγραινα η ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών

Του Λεωνίδα Βατικιώτη (Πριν, 15 Ιουνίου 2014)

Η απόφαση της συγκυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ να διορίσει στην ηγεσία της κεντρικής τράπεζας τον Στουρνάρα, προφανώς κατ’ εντολή του Βερολίνου, ανέδειξε για μια ακόμη φορά το πρόβλημα της λεγόμενης ανεξαρτησίας ορισμένων θεσμών, τυπικά τεχνοκρατικών, που η σημασία τους όμως έχει αποδειχθεί νευραλγική κι εξόχως πολιτική. Η λεγόμενη ανεξαρτησία από την κυβέρνηση και την πολιτική εξουσία στην πραγματικότητα έχει μετατραπεί σε δούρειο ίππο για την απόσπαση από τον δημόσιο έλεγχο και στη συνέχεια την απ’ ευθείας υπαγωγή τους σε διεθνή κέντρα, κυρίως ευρωπαϊκά, κρίσιμων κέντρων λήψης αποφάσεων.

Όπως έγινε με την ηγεσία της Στατιστικής Αρχής και πιο πρόσφατα με την Γενική Γραμματεία Εσόδων. Η επιλογή του Γεωργίου και του Θεοχάρη αντίστοιχα συνέπεσε με την μετατροπή και των δύο αυτών υπηρεσιών σε τυφλά όργανα της Τρόικας. Η αλλοίωση των στοιχείων για το δημόσιο χρέος και το δημοσιονομικό έλλειμμα του 2009 (με την πολύτιμη βοήθεια της Τράπεζας Ελλάδας) υπό την διοίκηση του Γεωργίου, που μέχρι πριν λίγο εργαζόταν στο ΔΝΤ, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην άφιξη της Τρόικας και την υπαγωγή στο Μνημόνιο. Για την Τρόικα δηλαδή δούλευε η Στατιστική Αρχή, διευκολύνοντας το σχέδιο που είχε προαποφασιστεί για να γίνει η Ελλάδα πειραματόζωο της χρεοκρατίας.
Για την Τρόικα δούλευε κι ο Θεοχάρης, όπως φάνηκε από την ανακοίνωση που εξέδωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκμεταλλευόμενος την θωράκιση που είχε εξασφαλιστεί για την συγκεκριμένη θέση στο πλαίσιο της Οικονομικής διακυβέρνησης. Το αστείο μάλιστα με τον επικεφαλής της Γενικής Γραμματείας Εσόδων ήταν πως μετά από ένα σημείο αποσπάστηκε ακόμη κι από την κυβέρνηση του Σαμαρά που τον διόρισε, υπηρετώντας την δική του ατζέντα.

Καπέλο στην κυβέρνηση ήταν κι η Μαρία Δαμανάκη από την θέση του επιτρόπου, όπου διορίστηκε το 2009 από τον Γιώργο Παπανδρέου. Η παρουσία της στις Βρυξέλλες ωστόσο δεν προκάλεσε συγκρούσεις λόγω του ότι οι ελληνικές κυβερνήσεις όλα αυτά τα χρόνια υποτάσσονταν χωρίς αντιρρήσεις στις υποδείξεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Πιθανός όμως διορισμός της Ντόρας Μπακογιάννη στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή προς αντικατάσταση της Δαμανάκη θα λειτουργήσει σαν βαρίδι σε μια πιθανή κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, επιτυγχάνοντας το ψαλίδισμα των πιο ριζοσπαστικών του θέσεων και την ταχεία προσαρμογή του στις επιταγές της ΕΕ.
Όπως ακριβώς θα συμβεί και με τον Στουρνάρα στην Τράπεζα Ελλάδας που από την εποχή του Σημίτη και της «ισχυρής Ελλάδας» αποτελεί σταθερά στην οικονομική πολιτική, προφανώς με αρνητικό πρόσημο. Ο διορισμός του επομένως στο κεντρικό πιστωτικό ίδρυμα από την κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου αποτέλεσε πρόκληση όχι μόνο γιατί δεν λάβαινε υπ’ όψη της τους πολιτικούς συσχετισμούς όπως αποτυπώθηκαν στις πρόσφατες εκλογές, που τυπικά έδιναν έναν παραπάνω λόγο στον ΣΥΡΙΖΑ να έχει άποψη για τον διάδοχο του Προβόπουλου, αλλά και για έναν επιπλέον λόγο: Επειδή έγινε εμφανές ότι ο Στουρνάρας, σε περίπτωση εκλογικής νίκης του ΣΥΡΙΖΑ, θα αποτελέσει αντίβαρο στην κυβέρνηση και μηχανισμό βίαιης προσαρμογής του. Υπ’ αυτό το πρίσμα η διαμαρτυρία του Α. Τσίπρα στον πρόεδρο της κεντρικής τράπεζας, Μάριο Ντράγκι, ήταν άνευ ουσίας καθώς ο διορισμός του Στουρνάρα δεν έγινε μόνο με την σύμφωνη γνώμη της Φρανκφούρτης, αλλά και κατ’ εφαρμογήν των προβλέψεων της για την «ανεξαρτησία» των κεντρικών τραπεζών. Επομένως: ή αμφισβητείς τον θεσμό της «ανεξαρτησίας» και κατ’ επέκταση τον διορισμό Στουρνάρα ή …προσαρμόζεσαι.
Σε καμιά περίπτωση όμως δεν μπορείς να δηλώνεις πίστη και σεβασμό στον θεσμό της «ανεξαρτησίας», όπως έδειξε η επίσκεψη στον πρώην υπάλληλο της Γκόλντμαν Σακς, και ταυτόχρονα να αμφισβητείς τον διορισμό του Στουρνάρα. Άλλωστε, ο θεσμός της «ανεξαρτησίας», που σημαίνει στεγανοποίηση των θέσεων οικονομικής διαχείρισης από τον πολιτικό έλεγχο και την λαϊκή παρέμβαση, ψαλίδισμα επομένως της δημοκρατίας, έρχεται να διασφαλίσει την θωράκιση και την αδιατάρακτη συνέχεια της συντηρητικής πολιτικής ακριβώς σε τέτοιες περιόδους μετάβασης, που περιέχουν ένα ρίσκο ή απαιτούν μια περίοδο προσαρμογής.

Θωρακισμένο από τη Συνθήκη της Λισαβόνας για όλα μέλη της ΕΕ κι όχι μόνο της ευρωζώνης το δημοκρατικό άβατο στις κεντρικές τράπεζες

          Δεν είναι η πρώτη φορά που η θέση του κεντρικού τραπεζίτη έχει συνοδευτεί από ομηρικές διαμάχες με την εκτελεστική εξουσία. Σε δύο περιπτώσεις, στην Ουγγαρία και την Κύπρο, η κεντρική τράπεζα λειτούργησε σαν ξένο έδαφος αμφισβητώντας τις αποφάσεις της κυβέρνησης με την ανοιχτή ενθάρρυνση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Το κοινό μάλιστα χαρακτηριστικό και των δύο αυτών περιπτώσεων είναι ότι συνέβησαν στα απόνερα σφοδρότατων οικονομικών κρίσεων.

Στο νησί της Αφροδίτης οι σχέσεις πάθους της κυβέρνησης με την κεντρική τράπεζα δεν είναι κάτι συγκυριακό. Από την εποχή ακόμη της προεδρίας του Δημήτρη Χριστόφια, ο κεντρικός τραπεζίτης Θ. Ορφανίδης ήταν κόκκινο πανί για το προεδρικό μέγαρο. Οι σχέσεις τους ξεπέρασαν κάθε όριο τυπικότητας και εξελίχθηκαν σε δημόσιες προσβολές όταν ξέσπασε η κρίση το 2012 με τον κεντρικό τραπεζίτη να καταλογίζει στο ΑΚΕΛ ότι ευθύνεται γιατί την κατάρρευση των τραπεζών επειδή συναίνεσε στο PSIχωρίς να ζητήσει ανταλλάγματα για τις κυπριακές τράπεζες, ενώ από την μεριά του ο Χριστόφιας του καταλόγιζε χαλαρή εποπτεία των τραπεζών, ανεπάρκεια στην εκτέλεση των καθηκόντων του δηλαδή, με αποτέλεσμα να εμφανιστούν τα γνωστά φαινόμενα πιστωτικής υπερεπέκτασης. Εκεί που και οι δύο συμφωνούσαν ήταν όταν η μια πλευρά χρέωνε στην άλλη ευνοϊκή μεταχείριση της Λαϊκής Τράπεζας του Α. Βγενόπουλου…
Οι επίμονες προσπάθειες του ΑΚΕΛ να τον ανατρέψει έπεφταν στο κενό γιατί ο Ορφανίδης είχε το συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι της κυβέρνησης: ασκώντας της συνέχεια κριτική επειδή δεν έπαιρνε μέτρα λιτότητας η Φρανκφούρτη ποτέ δεν δίστασε να αποφασίσει με ποιανού το μέρος θα ταχθεί. Έτσι οι προσπάθειες του Χριστόφια δεν ευοδόθηκαν. Ο διάδοχός του όμως, Πανίκος Δημητριάδης, πέρασε πολύ χειρότερα καθώς στο τέλος αναγκάστηκε να παραιτηθεί κι έτσι τον Απρίλιο του 2014 ανέλαβε τα ηνία της κεντρικής τράπεζας η πρώην γενική ελέγκτρια της Κυπριακής Δημοκρατίας, Χρυστάλλα Γιωρκάτζη. Για να αναγκάσει όμως ο Ν. Αναστασιάδη τον Π. Δημητριάδη να παραιτηθεί τον παρέπεμψε ακόμη και στον γενικό εισαγγελέα, επικαλούμενος την αλλοίωση επίσημων στοιχείων που ως στόχο είχαν να εμφανίσουν μεγαλύτερες των πραγματικών τις ανάγκες των κυπριακών τραπεζών. Εκτίμηση που σήμαινε μεγαλύτερο δάνειο, βαθύτερη εξάρτηση από τους δανειστές. Ο Π. Δημητριάδης ήταν όργανο της ΕΕ και τις κρίσιμες μέρες της άνοιξης του 2013 ξεπέρασε πολλές φορές σε αντιδραστικότητα ακόμη και τον Ν. Αναστασιάδη. Η εκπαραθύρωση του τελικά ήταν προϊόν συμβιβασμού για να αποτραπεί η καταδίκη του από το ανώτατο δικαστήριο. Έτσι αναγκάστηκε να συναινέσει κι ο Ντράγκι που είχε στείλει επιστολή στον πρόεδρο Ν. Αναστασιάδη και τον πρόεδρο της Βουλής Γ. Ομήρου απειλώντας την Κύπρο με παραπομπή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο σε περίπτωση που θα απόλυαν τον εκλεκτό τους!

Στην Ουγγαρία, το τελευταίο εμπόδιο που είχε να ξεπεράσει ο δεξιός πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν, ο οποίος εξελέγη το 2010, για να απαλλαγεί από τον θανάσιμο εναγκαλισμό των πιστωτών που πριν δύο χρόνια την είχαν «διασώσει» προσφέροντας 20 δισ. ευρώ, ήταν η κεντρική τράπεζα της χώρας του. Ο κεντρικός τραπεζίτης Αντράς Σίμορ, λειτουργώντας όλα τα προηγούμενα χρόνια επί πρωθυπουργίας Γκιουρτσάνι και Μπατζνάι σαν το μακρύ χέρι των πιστωτών ήταν τόσο μισητός, συμβολίζοντας την υποτέλεια στους δανειστές, ώστε η απόλυσή του από την κεντρική τράπεζα ήταν προεκλογική εξαγγελία του Όρμπαν. Για να τον ξεφορτωθεί έκανε ό,τι ήταν ανθρωπίνως δυνατό: Του μείωσε τον μισθό κατά 75%, του αφαίρεσε αρμοδιότητες, τοποθέτησε δίπλα του έμπιστούς του, προχώρησε ακόμη και σε συνταγματική αναθεώρηση με απώτερο στόχο να υπαγάγει την κεντρική τράπεζα στον έλεγχο και την πλήρη δικαιοδοσία του ουγγρικού κράτους. Όλα αποδείχθηκαν μάταια κι ο Σίμορ ξεκατσικώθηκε από την καρέκλα του κεντρικού διοικητή μόνον τον Μάριο του 2013, όταν έληξε κι επίσημα η θητεία του. Μέχρι τότε, η κεντρική τράπεζα της Ουγγαρίας έφτασε στο σημείο ακόμη και να εκδώσει ανακοίνωση τον Δεκέμβριο του 2011, με την οποία καταδίκαζε την συνταγματική αναθεώρηση που ψηφίστηκε στη Βουλή με 293 ψήφους υπέρ και 4 κατά. Όλο αυτό διάστημα η στάση της ΕΕ ήταν εμπρηστική. Για να επιβάλει την ακύρωση των συνταγματικών μεταρρυθμίσεων τίναξε στον αέρα ακόμη και συνομιλίες με την κυβέρνηση του Όρμπαν τον Δεκέμβριο του 2011 που συζητούσαν την παροχή μιας χρηματοδοτικής διευκόλυνσης στην Ουγγαρία. (Ο Όρμπαν είχε αποκλείσει να πάρει νέο δάνειο, εγγυήσεις ζητούσε, σε μια προσπάθεια να απεμπλακεί από την επιτήρηση ΕΕ και ΔΝΤ). Η ΕΕ, προκειμένου να διαφυλάξει την λεγόμενη ανεξαρτησία της κεντρικής τράπεζας, τη δυνατότητά της δηλαδή να παρεμβαίνει στην οικονομική πολιτική μιας ανεξάρτητης χώρας με τον δικό της άνθρωπο, έφτασε στο σημείο να απειλήσει την Ουγγαρία ακόμη και με αναστολή του δικαιώματος ψήφου σε όλα τα θεσμικά όργανα. Σε ανακοίνωσή της μάλιστα η ΕΚΤ επικαλούταν την παραβίαση από την Βουδαπέστη του άρθρου 130 της Συνθήκης της Λισαβόνας.
Χρειάζεται  να τονίσουμε εδώ ότι η Ουγγαρία δεν ανήκει στην ευρωζώνη. Παρόλα αυτά οι δεσμεύσεις της απέναντι στην ΕΚΤ για το «άβατο» της κεντρικής τράπεζας είναι ασφυκτικές και στην συνταγματική συνθήκη της ΕΕ περιγράφονται επακριβώς: «Κατά την εκτέλεση των εξουσιών τους και την πραγματοποίηση των εργασιών και των καθηκόντων που τους έχουν ανατεθεί από τις Συνθήκες και τον ιδρυτικό νόμο του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της ΕΚΤ, ούτε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ούτε κάποια εθνική κεντρική τράπεζα, ούτε οποιοδήποτε μέλος των οργάνων που αποφασίζουν θα αναζητήσουν ή θα λάβουν οδηγίες από θεσμούς της Ένωσης, όργανα, γραφεία ή υπηρεσίες, από οποιαδήποτε κυβέρνηση κράτους μέλους ή απ’ οποιοδήποτε άλλο σώμα. Οι θεσμοί της Ένωσης, όργανα, γραφεία ή υπηρεσίες και οι κυβερνήσεις των κρατών μελών αναλαμβάνουν να σεβαστούν αυτή την αρχή και να μην επιδιώξουν να επηρεάσουν τα μέλη των οργάνων που αποφασίζουν στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ή τις εθνικές κεντρικές τράπεζες κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους».

Όποιος επομένως πιστεύει ότι το πρόβλημα είναι ο Στουρνάρας ή ότι ο Ντράγκι μπορεί να βοηθήσει στον εκδημοκρατισμό των κεντρικών τραπεζών εθελοτυφλεί!

11 Ιουνίου 2014

Το δικό μας στοίχημα

του Δημήτρη Καζάκη

Η επίσημη πολιτική σκηνή έχει πάψει προ πολλού να αναλύεται με όρου κοινής λογικής. Ο ανασχηματισμός της κυβέρνησης, τόσο ως προς τα πρόσωπα, όσο κι ως προς τις δεσμεύσεις που καλείται να υπηρετήσει, έχει περάσει πια στη δικαιοδοσία της ψυχιατρικής. Μόνο άκρως προβληματικές προσωπικότητες με παθολογική ιδιοτέλεια και αναισθησία που υπερβαίνει κάθε πιθανό ανθρώπινο μέτρο, μπορούν να υπηρετούν μια κυβέρνηση, η οποία έχει βαλθεί να δολοφονήσει εν ψυχρώ έναν ολόκληρο λαό και να διαλύσει μια ολόκληρη χώρα.
Από την άλλη έχουμε μια αντιπολίτευση που περί άλλων τυρβάζει. Ο κ. Τσίπρας ζει το όνειρο του ευρωπαίου statesman και δεν έχει ούτε μυαλό, ούτε χρόνο για αυτή τη δύσμοιρη επαρχία της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας που γεωγραφικά αποκαλείται Ελλάδα. Ο κ. Καμμένος ψάχνεται ....
να δει τι θα απομείνει από την ομάδα πολιτικών τυχοδιωκτών που έχει μαζέψει γύρω του. Το ΚΚΕ περιμένει εναγωνίως την νέα κρατική επιχορήγηση, γιατί οι κομματικές αργομισθίες κοστίζουν. Η ΧΑ εγγυάται ότι ο εμφύλιος τύπου Ουκρανίας είναι πολύ πιο κοντά απ' ότι νομίζουμε. Ενώ η ΔΗΜΑΡ αγωνιά για το πώς θα αποκτήσει ξανά κυβερνητικό ρόλο.
Κι όλα αυτά καθώς η χώρα ολόκληρη βυθίζεται σε μια δύνη ολοκληρωτικής καταστροφής χωρίς επιστροφή. Έχω την αίσθηση ότι ακόμη κι ο Λομπρόζο θα είχε εκπλαγεί με τους έλληνες πολιτικούς. Με το σύνολό τους.
Από την άλλη, δειλά-δειλά, ένα όλο και μεγαλύτερο κομμάτι κόσμου ψελλίζει "βρείτε τα". Τις περισσότερες φορές ούτε και το ίδιο δεν ξέρει σε ποιον απευθύνεται. Είναι συχνά ένα κάλεσμα απελπισίας μπροστά σ' αυτά που έχει υποστεί και στα χειρότερα που γνωρίζει πια ότι θα του συμβούν στο πολύ άμεσο μέλλον.
Το επίσημο πολιτικό σκηνικό ετοιμάζεται να απαντήσει με την προετοιμασία του εδάφους για μια νέα "οικουμενική" κυβέρνηση. Το σύνθημα έχει ήδη πέσει και το έδαφος προλειαίνεται. Το επόμενο διάστημα και καθώς η επιβολή των χειρότερων για τον ελληνικό λαό, θα είναι γεγονός, θα δούμε την επίσημη κυβερνώσα παράταξη να μεταλλάσσεται, να βάζει τα καλά της, να αλλάζει ηγεσία και να προχωρά στο παρασύνθημα. Θα φύγουν σιγά-σιγά όλοι οι "κακοί" και θα έρθουν οι "καλοί", που θα επιτρέψουν μια συγκυβέρνηση με τον ΣΥΡΙΖΑ. Ίσως με πρόεδρο δημοκρατίας κοινής αποδοχής.
Και μέχρι τότε το στοίχημα για όλους τους μηχανισμούς, κομματικούς και συνδικαλιστικούς, θα  είναι να παραμείνει η κοινωνία απαθής, να βυθιστεί όχι μόνο στην απόλυτη ανέχεια, αλλά και στην παραίτηση μπροστά στην χειρότερη επιδρομή που έχει δεχθεί έως σήμερα. Στόχος όλων τους είναι η κοινωνία και κυρίως ο λαός να βιώνει σε κάθε βήμα του την ήττα, να χάνει διαρκώς μάχες και κυρίως την μάχη της επιβίωσης. Να παραμένει διαιρεμένος σε κομματικά μαντριά και βαθιά διχασμένος σε δεξιούς και αριστερούς.
Το δικό μας στοίχημα είναι άλλο. Θα δείξουμε επιτέλους ότι είμαστε ικανοί να τα "βρούμε" για να τους ανατρέψουμε; Θα δείξουμε ότι ακόμη και στο παρά πέντε είμαστε ικανοί να αποτρέψουμε την μετατροπή της Ελλάδας σε Ουκρανία; Θα δείξουμε ότι μπορούμε να ξεπεράσουμε τους αναχωρητισμούς μας και τις αγκυλώσεις μας; Θα δείξουμε ότι το μόνο που χρειάζεται είναι λίγη ελεύθερη σκέψη και συλλογική δράση μέσα στην κοινωνία στη βάση κάποιων ελάχιστων που μπορούν να δώσουν έστω μια ανάσα στον κόσμο εδώ και τώρα; Πολύ σύντομα θα ξέρουμε την απάντηση.

1 Ιουνίου 2014

Το εκλογικό αποτέλεσμα κι εμείς


Φίλες και φίλοι, συναγωνίστριες και συναγωνιστές,

Η Πολιτική Γραμματεία  του Ενιαίου Παλλαϊκού Μετώπου ευχαριστεί όλους τους φίλους και τα μέλη,  που στρατεύτηκαν ανιδιοτελώς στην μεγάλη μάχη που δώσαμε συμμετέχοντας στις εκλογές της 25ης Μαΐου 2014 για το ευρωκοινοβούλιο. Τους ευχαριστούμε γιατί όλοι έδωσαν τον καλύτερό τους εαυτό, παρά τις όποιες αδυναμίες, τις δυσκολίες και τα προβλήματα που παρουσιάστηκαν κατά τη διάρκεια αυτού του αγώνα. Ιδιαίτερα ευχαριστούμε τις φίλες και τους φίλους μας που δέχτηκαν να εκτεθούν, εμπλουτίζοντας το αγωνιστικό ψηφοδέλτιό μας και έδωσαν μαζί μας αυτόν τον υπέροχο αγώνα.

Η Πολιτική Γραμματεία επιχειρεί να προσεγγίσει ορισμένες καίριες - κατά την γνώμη της - πλευρές του εκλογικού αποτελέσματος και θέτει τις εκτιμήσεις αυτές στην κρίση των μελών και φίλων του ΕΠΑΜ.

Το εκλογικό αποτέλεσμα ήταν μια ακόμη επιβεβαίωση της ισχυρής επιρροής που διατηρούν οι επίσημοι κομματικοί μηχανισμοί, αλλά και το σύστημα μαύρης προπαγάνδας. Το μεγαλύτερο μέρος του εκλογικού σώματος ψήφισε με βάση όχι προγράμματα και πολιτικές, αλλά ιδεολογικές και κομματικές συγγένειες. Για πρώτη φορά κατά την διάρκεια της μεταπολίτευσης υπάρχει ένα εκλογικό αποτέλεσμα που διαχωρίζει κάθετα το εκλογικό σώμα σε αριστερά και δεξιά με την ακροδεξιά - και μάλιστα την φασιστική - να εισπράττει σημαντικά εκλογικά oφέλη.

Πρόκειται για μια τραγική εξέλιξη που μας πηγαίνει πίσω στα χρόνια της μετεμφυλιακής περιόδου, μόνο που σήμερα τείνει να εισάγει ολόκληρη την χώρα σε μια περίοδο προετοιμασίας ενός νέου εμφύλιου σπαραγμού.

Η ίδια η Νέα Δημοκρατία κατόθρωσε να μην υποστεί συντριβή, να περιορίσει την εκλογική ήττα, επενδύοντας στα πιο συντηρητικά αντανακλαστικά της εκλογικής βάσης της. Ο φόβος,, η καχυποψία και τα εμφυλιοπολεμικά  πάθη ανακλήθηκαν στην πρώτη γραμμή. Η αριστερά έγινε πάλι το φόβητρο για τον φοβισμένο δεξιό. Παρουσιάστηκαν σαν φορείς της αστάθειας σε μια εποχή που χρειάζεται σταθερότητα. Κατ΄ αναλογία με την μετεμφυλιακή περίοδο που αποτέλεσε το άλλοθι κάθε είδους εκτροπής, παρακρατικής δράσης , ως και την επιβολή της επτάχρονης δικτατορίας.

Ανίκανη η ηγεσία και ο μηχανισμός της να πείσει για την πολιτική που ακολουθεί και για τα συμφέροντα που εκφράζει, επένδυσε στο πόσο βαμμένος δεξιός είναι ο ψηφοφόρος της και πόσο δεμένος είναι με το συγκεκριμένο κόμμα. Για πρώτη φορά στην ιστορία της - από την επoχή του ιδρυτή της Κωνσταντίνου Καραμανλή, ο οποίος προσπάθησε εναγωνίως να απαλλάξει το κόμμα του από την ρετσινιά της μετεμφυλιακής δεξιάς - αυτοπροσδιορίστηκε ανοιχτά με πολιτικό λόγο που εξάπτει εθνικά πάθη και διχασμούς μέσα στον λαό. Έτσι συντελέστηκε η μετάλλαξη της ΝΔ σ' ένα κόμμα υποχείριο κρυπτοφασιστικών δυνάμεων, που δουλεύουν πια για το ολοκαύτωμα της χώρας και του λαού της.

Στην μετάλλαξη αυτή έχει συμβάλει και η αποκαλούμενη καραμανλική εσωκομματική αντιπολίτευση, που δηλώνει αντιμνημονιακή, για τα μάτια του κόσμου, ενώ υπερψηφίζει τα κυβερνητικά μέτρα. Εξαπάτησε τον μέσο ψηφοφόρο της ΝΔ, υποβάλλοντάς του  να ξαναψηφίσει ΝΔ προκειμένου να δώσει την δυνατότητα να απαλλαγεί από την φασιστική ηγετική ομάδα Σαμαρά. Κι έτσι να αλλάξει η κεντρική πολιτική. Με τον ίδιο τρόπο που η καραμανλική τάση μέσα στη ΝΔ επέτρεψε στον  Σαμαρά να αλώσει το συγκεκριμένο κόμμα, για να γλυτώσει η ίδια από τις τεράστιες πολιτικές και ποινικές ευθύνες που έχει για το γεγονός ότι οδήγησε στην χρεοκοπία την Ελλάδα, έτσι και τώρα εξασφαλίζει τα νώτα της σημερινής ηγετικής ομάδας για τους ίδιους ακριβώς λόγους.

Ταυτόχρονα, οι εκλογές αυτές μετεξελίχθησαν από την συγκυβέρνηση σε ένα πρωτοφανές παζάρι ψήφων. Ξοδεύτηκαν τεράστια ποσά από το κρατικό ταμείο για τους υποψηφίους της συγκυβέρνησης, την μαζική χειραγώγηση της "κοινής γνώμης", αλλά και την ανοιχτή εξαγορά ψήφων, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μια ακόμη μαύρη τρύπα στον κρατικό προϋπολογισμό που καλείται να καλύψει τους επόμενους μήνες το γνωστό υποζύγιο, δηλαδή ο έλληνας φορολογούμενος. Οι πολιτευτές και οι κομματάρχες της συγκυβέρνησης δεν μοίραζαν μόνο σωρηδόν πενηντάρικα με αντάλλαγμα μια ψήφο στην κάλπη, αλλά έταζαν εξαιρέσεις από κατασχέσεις και πλειστηριασμούς, προστασία της ήδη πενιχρής σύνταξης, όπως και δουλίτσες σε δήμους, περιφέρειες και κράτος για τους "δικούς μας".

Από την άλλη, έχουμε μια αριστερά που έχει χάσει την πατριωτική αναφορά της, εχει χάσει κάθε αίσθηση αγώνα για την εθνική κυριαρχία και ανεξαρτησία, αλλά και για τη δημοκρατία. Είναι μια αριστερά ιδανική για την διάσπαση και την περιχαράκωση του λαού, δωρίζοντας τα εθνικά σύμβολα της ενότητάς του στον σκοταδισμό και τον φασισμό.  Ο ΣΥΡΙΖΑ έπαιξε με το αίσθημα απελιπισίας που διακατέχει μεγάλο μέρος του λαού που νιώθει την ανάγκη να γλυτώσει το ταχύτερο δυνατόν από την παρούσα κυβέρνηση και τις αδίστακτες πολιτικές της. Έταξε ότι αρκεί να βγει πρώτο κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ και με διαφορά από τη ΝΔ ώστε να εξαναγκαστεί σε εκλογές η κυβερνώσα παράταξη. Το πέτυχε για να αποδειχθεί άμεσα ότι δεν μπορεί να τα καταφέρει.

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν βασίστηκε στη συνειδητή ψήφο, ούτε καν στην ψήφο διαμαρτυρίας. Επένδυσε στην ψήφο απόγνωσης του αντιμνημονιακού χώρου. Ανίκανος να διεμβολίσει τον μνημονιακό χώρο, διεμβόλισε και άντλησε ψήφους από τους αντιμνημονιακούς σχηματισμούς. Κι έτσι κατάφερε να ανακόψει τις δυνατότητες νίκης από ολόκληρο τον αντιμνημονιακό χώρο, χωρίς να επιτύχει την ζητούμενη νίκη για τον εαυτό του. Ο ΣΥΡΙΖΑ πλέον είναι εγκλωβισμένος, αφού δεν μπορεί να προκαλέσει εκλογές, όπως υποσχόταν, και ούτε διαθέτει άλλες πολιτικές δυνάμεις στις οποίες μπορεί να απευθυνθεί για να δημιουργήσει μια οιονεί κυβερνητική πλειοψηφία με αντιμνημονιακό στόχο.

Είναι καταδικασμένος να ακολουθήσει την τακτική του "ώριμου φρούτου", ελπίζοντας ότι οι ζοφερές συνέπειες των πολιτικών που θα συνεχίσουν να εφαρμόζονται θα οδηγήσουν στην μεταστροφή μέρους του εκλογικού σώματος προς αυτόν. Ο ψηφοφόρος του ΣΥΡΙΖΑ που ήλπιζε σε μια γρήγορη απαλλαγή από την κυβέρνηση, αλλά και η μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού, θα πληρώσει ακριβά αυτή την τακτική. Οι πολιτικές της καταστροφής και του εξανδρποδισμού θα συνεχιστούν με την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ να αναμένει πότε με χρόνια με καιρούς θα έρθει το πλήρωμα του χρόνου, ώστε να αποκτήσει την πολυπόθητη κυβερνητική πλειοψηφία. Αν έρθει ποτέ.

Η ανατροπή της κυβέρνησης πήγε στις καλένδες και η πρωτοβουλία των κινήσεων παραδόθηκε στην παράταξη του μνημονίου με τον ΣΥΡΙΖΑ να μην αποτελεί άμεση απειλή για τους κυβερνώντες. Το πότε θα γίνουν και με ποιους όρους θα διεξαχθούν οι εθνικές εκλογές ανήκει πλέον στην συγκυβερνώσα παράταξη που διαθέτει όλα τα μέσα για να εξαναγκάσει την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ να διαλέξει: εσαεί αντιπολίτευση, ή κάποια μορφή συγκυβέρνησης με τις δυνάμεις του μνημονίου. Το γεγονός ότι ο κ. Τσίπρας έχει κάνει ήδη άνοιγμα σε κάποια μελλοντική "καλή" ΝΔ και σε κάποιο "καλό" ΠΑΣΟΚ, που θα έχουν απαλλαγεί από τις κακές τωρινές τους ηγεσίες, προδικάζει πολλά.

Όλα αυτά οφείλονται στην τακτική που επέλεξε η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία ενδιαφέρθηκε μόνο να «μαντρώσει» τους ψηφοφόρους της στο κομματικό παχνί και τίποτε άλλο. Απέρριψε κάθε δυνατότητα ανοιχτής συμπόρευσης και συμμαχίας από τα κάτω έτσι ώστε να δοθεί διέξοδος στην οργή πλατύτερων στρωμάτων από εκείνα που εκφράζονται από την αριστερά. Επέλεξε την επιβολή κομματικών υποψηφίων, συχνά φυτευτών, με αποτέλεσμα την συντριβή τους  στις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές. Επέλεξε την τακτική της αυτοδυναμίας με αποτέλεσμα να μην μπορέσει να διατηρήσει ούτε καν τους ψήφους που είχε πάρει τον Ιούνιο του 2012. Η διαρροή από τον ΣΥΡΙΖΑ ήταν τέτοια, που αν δεν υπήρχε η αναπλήρωση από ψηφοφόρους των άλλων αντιμνημονιακών σχημάτων, οι οποίοι υπό καθεστώς απελπισίας τον ψήφισαν, ίσως να μην έφτανε ούτε καν το 20%.

Το συμπέρασμα είναι ότι ο αμφίσημος πολιτικός λόγος του ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο δεν έπεισε, αλλά οδήγησε και σε τέτοιες πολώσεις που κάνει αδύνατη μια ευρύτερη συσπείρωση αντιμνημονιακών δυνάμεων με σκοπό την ανατροπή της κυβέρνησης των μνημονίων πριν είναι πολύ αργά. Η κυβερνώσα παράταξη παρά την πολύ σημαντική εκλογική φθορά που έχει υποστεί, γνωρίζει πολύ καλά το δώρο που της πρόσφερε ο ΣΥΡΙΖΑ. Ο ΣΥΡΙΖΑ έπιασε "ταβάνι" λεηλατώντας εκλογικά τους οιονεί συμμάχους του. Κι επομένως δεν μπορεί να αποτελέσει άμεση απειλή για τους κυβερνώντες. Τουλάχιστον με όρους εκλογών.

Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν επιδιώκει κάποια συνεργασία με άλλους σχηματισμούς από  το αντιμνημονιακό τόξο. Γι' αυτό και τορπίλισε καθε δυνατότητα συνεργασίας από τα κάτω στις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές με σκοπό να επιβληθεί ο κομματικός μηχανισμός. Έστω κι αν της στοίχισε ακριβά στα εκλογικά αποτελέσματα. Ψάχνει μόνο για υποταχτικούς. Δηλαδή για όσους προσελκύονται από το ενδεχόμενο της νομής της εξουσίας και με αντάλλαγμα κάποιον θώκο "ξεχνούν" θέσεις, αρχές, και διακηρύξεις. Οι κυβερνώντες το γνωρίζουν και αισθάνονται ασφαλείς.

Ταυτόχρονα, το εκλογικό αποτέλεσμα για την ευρωβουλή ήρθε σαν αποτέλεσμα μιας μακράς περιόδου κινηματικής άπνοιας. Η τελευταία ελπιδοφόρα αναλαμπή όπου πλατύτερες μάζες κινητοποιήθηκαν με την ελπίδα μιας γρήγορης ανατροπής της κυβέρνησης και των πολιτικών της, ήταν το κλείσιμο της ΕΡΤ. Οι κομματικοί μηχανισμοί όμως, μαζί με τις γνωστές συνδικαλιστικές αγκυλώσεις, έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στο να δεχθεί μια ακόμη ήττα ο κόσμος που ήθελε να κινητοποιηθεί. Από κει και πέρα κάθε σκίρτημα κινήματος, ή μαζικής πρωτοβουλίας, αντιμετωπίστηκε με όρους διάλυσης, ή ποδηγέτησης από τους κομματικούς μηχανισμούς σε συνδυασμό με τις συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες. Θανατώθηκε κάθε αγωνιστική διάθεση. Πάνω απ' όλα το κόμμα. Κι έτσι στο βωμό του κόμματος, θυσιάσθηκε και η τελευταία ικμάδα μαχητικού φρονήματος στον λαό.

Η μια μεθοδευμένη ήττα πάνω στην άλλη, η εγγατάλειψη και καταδίκην των όποιων ριζοσπαστικών λαϊκων διεκδικήσεων, ειδικά σε ότι αφορά το χρέος, το νόμισμα, την ΕΕ, έπεισαν την μεγάλη πλειοψηφία ότι δεν έχει κανένα νόημα ούτε η κινητοποίηση, ούτε ο αγώνας. Η ηττοπάθεια και το δόγμα "ο σώζων εαυτόν, σωθήτω" άρχισε να κυριαρχεί στην κοινωνία. Η πολιτική της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ έπαιξε σοβαρό ρόλο στην κατεύθυνση αυτή, μιας και ακολούθησε τη γνωστή τακτική του "μην ανησυχείτε, θα έρθω εγώ και θα σας βολέψω". Κι έτσι κάθε εκδήλωση αγώνα εκφυλίστηκε σε κομματικό παραμάγαζο του ΣΥΡΙΖΑ, ή συνθλίφτηκε από τον κομματικό μηχανισμό του ΚΚΕ. Ενώ η συνδικαλιστική γραφειοκρατία φροντίζει όπως πάντα μόνο για τον εαυτό της με κινητοποιήσεις εκτόνωσης.

Υπό αυτές τις συνθήκες η μεγάλη πλειοψηφία προσήλθε στις κάλπες απογοητευμένη πιστεύοντας ότι δεν μπορεί να αλλάξει τίποτε κι επομένως βολεύτηκε είτε με τις υποσχέσεις της κυβερνώσας παράταξης, είτε με τις υποσχέσεις της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ. Έστω κι αν και στις δυο περιπτώσεις, είναι φρούδες υποσχέσεις. Υπήρχαν κι αυτοί που θέλησαν να τιμωρήσουν τα κόμματα του νέου διπολισμού ψηφίζοντας κόμματα που προσωποποιούν ως αντιπολίτευση το πλήρες αδιέξοδο. Τι μπορεί να ελπίζει κανείς ψηφίζοντας ΧΑ; Μόνο να εκφράσει το «άει σιχτίρ» και τίποτε περισσότερο. Το ίδιο ισχύει και για την ψήφο στο ΚΚΕ. Πρόκειται για ψήφους που δεν εμπεριέχουν καμιά ελπίδα να αλλάξει  ο,τιδήποτε, δεν διεκδικούν τίποτε, θέλουν μόνο να τιμωρήσουν τους πάντες και μάλιστα τυφλά.

Έτσι ψηφίζουν κόμματα που συνιστούν ως αντιπολίτευση την πολιτική εγγύηση ότι η κυβέρνηση δεν πρόκειται να πέσει και η πολιτική των μνημονίων δεν πρόκειται να αποτραπεί,αφού αυτά δεν θα θέσουν καν την πτώση της κυβέρνησης στην ημερήσια διάταξη κι επομένως δεν υπάρχει ούτε η παραμικρή ελπίδα να αλλάξει κάτι. Πρόκειται για πολιτική αυτοχειριασμού. Ψηφίζουν για να εκδικηθούν τους πάντες, μαζί και τον εαυτό τους. Αυτό και μόνο. Και η νοοτροπία αυτή είναι ιδανική για να εκθρέψει ολοκαυτώματα σαν τον εμφύλιο, καταστάσεις σαν αυτή της σημερινής Ουκρανίας.

Το γεγονός αυτό μαζί με τη μεγάλη διασπορά ψήφων σε κόμματα και κομματίδια δίχως ταυτότητα και περιεχόμενο, τη σημαντική αποχή, αλλά και την ανάδειξη ενός ανύπαρκτου κόμματος, που αποκαλείται Ποτάμι, στην ευρωβουλή, υποδηλώνουν μια κοινωνία σε υποχώρηση και κατάρρευση. Μια κοινωνία που στρώματά της έχουν ήδη αρχίσει να παραδίνονται στα πιο στοιχειώδη και πιο επικίνδυνα ένστικτα του ανθρώπου, λίγο πριν αυτός αποκτηνωθεί παντελώς. Τα στρώματα αυτά δεν ξέρουν πλέον ή ακόμα χειρότερα αδιαφορούν για το τι σημαίνει δημοκρατία και τι δικαιώματα. Κι επομένως δεν μπορούν να αντιληφθούν ούτε καν τι πρέπει να υπερασπιστούν. Μοιάζουν σαν τους αγράμματους που αδιαφορούν παντελώς και εχθρεύονται τη γραφή και την ανάγνωση. Ζουν απλά για να ζουν και το θεωρούν φυσιολογικό. Γι' αυτό και πέφτουν θύματα των βαθύτερων προκαταλήψεών τους, αλλά και της μόδας, όπως αυτή διαμορφώνεται από τους διαμορφωτές της "κοινωνίας του θεάματος".

Σ' αυτές τις συνθήκες το ΕΠΑΜ δεν κατόρθωσε να πείσει ότι αποτελεί άμεση εναλλακτική επιλογή για τη σημερινή συγκυρία. Παρά το γεγονός ότι διεύρυνε την επιρροή του σε πολύ πλατειά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας, αυτό δεν μπόρεσε να καταγραφεί στην κάλπη. Το ΕΠΑΜ μιλούσε και μιλά για την ενότητα του ελληνικού λαού, σε μια εποχή όπου η κοινωνία πολώνεται σε αριστερά και δεξιά. Προτάσσει το πατριωτικό και δημοκρατικό καθήκον, όταν πλατιά στρώματα δεν ξέρουν καν τι σημαίνει πατρίδα και δημοκρατία. Ζητά να πάρει την υπόθεση ο λαός στα χέρια του σε μια περίοδο όπου κυριαρχεί η ηττοπάθεια και "ο σώζων εαυτόν, σωθήτω". Υπερασπίζεται και οργανώνει αγώνες σε μια περίοδο όπου οι περισσότεροι έχουν χάσει κάθε ελπίδα. Μιλά και επιμένει σε μια επανάσταση προσωπικής αξιοπρέπειας, όταν οι περισσότεροι ωθούνται στην αναξιοπρέπεια για να επιβιώσουν, ή για να αναδειχθούν. Απευθύνεται στο νου, στην κοινή λογική και την γνώση, όταν κυριαρχούν τα συναισθήματα, του φόβου και της απελπισίας.  

Επίσης το ΕΠΑΜ, παρά τις επίμονες προσπάθειές του, δεν κατόρθωσε να πετύχει την οργάνωση κοινής δράσης ανάμεσα στις ευρύτερες δυνατές δυνάμεις με κοινά αιτήματα. Με αποτέλεσμα να μην καταστεί δυνατό να διασωθούν κινήματα και μαζικές δράσεις που θα μπορούσαν να δώσουν πνοή και ελπίδα στα πιο καθημαγμένα στρώματα του λαού. Το γεγονός ότι δυνάμεις και σχήματα όπως ΑΝΤΑΡΣΥΑ και "κόμματα της δραχμής", που στάθηκαν εναντίον της κοινής δράσης θέτοντας ιδεολογικά προσκόμματα, συνετρίβησαν εκλογικά, ίσως να συνιστά ένα αναγκαίο σοκ νηφαλιότητας.

Η μαζική δράση του ΕΠΑΜ δεν έχει την αναγκαία συνέπεια, ούτε έχει φτάσει ακόμη στο επίπεδο εκείνο που να επιτρέπει την κινητοποίηση λαϊκών στρωμάτων για τα πιο ζωτικά τους αιτήματα. Οι αδυναμίες και οι υστερήσεις στους τομείς αυτούς έπαιξαν καθοριστικό ρόλο όταν έφτασε η ώρα της κάλπης, καθώς το εκλογικο σώμα στις περισσότερες περιοχές της χώρας  δεν είχε πρόσφατη εμπειρία αγώνων τέτοιων ώστε να ξέρει πώς δρα το Μέτωπο.

Παρά την σημαντική οργανωτική ανάπτυξη του ΕΠΑΜ όλο το προηγούμενο διάστημα, το Μέτωπο δεν έχει κατορθώσει ακόμα να αναπτύξει την πολιτική του δουλειά σε ανάλογο επίπεδο για όλους τους τομείς και τους πυρήνες του. Δεν έχει κατακτηθεί ακόμη ενιαίος τρόπος και επίπεδο δουλειάς μέσα στην κοινωνία από όλες τις οργανωμένες δυνάμεις του Μετώπου. Κι αυτό αποτελεί μια μεγάλη πρόκληση για το επόμενο διάστημα.

Τέλος, παραμένει σοβαρό το πρόβλημα της αναγνωρισιμότητας του Μετώπου, των προταγμάτων και της δράσης του από το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας. Κι αυτήν δεν μπορούμε να την περιμένουμε από τα ΜΜΕ, ούτε από κανέναν άλλον, εκτός από την συστηματική δουλειά πόρτα-πόρτα των μελών και των φίλων του Μετώπου. Πρέπει ο κάθε πυρήνας μας, το κάθε μέλος του ΕΠΑΜ να αναδειχθεί σε σημείο αναφοράς για ολόκληρη την κοινωνία σε κάθε γειτονιά, σε κάθε χώρο δουλειάς. Δεν πρέπει να αφήσουμε κανέναν που να μην τον πλησιάσουμε, να του μιλήσουμε, να οικοδομήσουμε σχέσεις μαζί του, ώστε να αντιληφθεί ότι οι έννοιες αλληλεγγύη, δημοκρατία, αξιοπρέπεια δεν είναι κενές περιεχομένου.

Το αποτέλεσμα των εκλογών επιτείνει το συνολικό κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό αδιεξοδο της χώρας. Ο ελληνικός λαός και η χώρα είναι πολύ πιο εκτεθειμένοι στις πολιτικές εξανδραποδισμού, χωρίς καν να διαθέτει επίσημη αντιπολίτευση ικανή να υπερασπιστεί ακόμη και τα πιο στοιχείωδη. Βρίσκεται στη πιο δεινή θέση από την αρχή της νέας κατοχής. Το ΕΠΑΜ οφείλει να πάρει πρωτοβουλίες τέτοιες που να θέτουν προ των ευθυνών τους όλους εκείνους που μιλούν εναντίον της μνημονιακής πολιτικής.

Οι οργανωμένες δυνάμεις του ΕΠΑΜ οφείλουμε να ξαναβρούμε όλους εκείνους που βρεθήκαμε μαζί κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου. Να ανοιχτούμε σε φίλους και κυρίως σ' εκείνους που συμπαθούν το Μέτωπο, αλλά δεν το ψήφισαν. Να συζητήσουμε την κατάσταση που προέκυψε από αυτό το εκλογικό αποτέλεσμα με τρόπο φιλικό και με σκοπό να ακούσουμε τις παρατηρήσεις και τον προβληματισμό τους. Πρέπει να ανοιχτούμε πιο πλατιά στην κοινωνία.

Το ΕΠΑΜ για μια ακόμη φορά θα αναλάβει πρωτοβουλία συνεύρεσης όλων των δυνάμεων που θεωρούν τον εαυτό τους αντιμνημονιακό. Η κυβερνώσα παράταξη ουσιαστικά ηττήθηκε εκλογικά. Δεν δικαιούται λοιπόν να μιλά πλέον εξ ονόματος του ελληνικού λαού. Ακόμα δε περισσότερο να αποδέχεται δεσμεύσεις και να εφαρμόζει πολιτικές που η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού έχει απορρίψει. Θα πρέπει λοιπόν να ενωθούμε όλοι για να ρίξουμε την υφιστάμενη κυβέρνηση το ταχύτερο δυνατό. Θα πρέπει όλες μαζί οι δυνάμεις να κηρύξουμε ένα νέο ανένδοτο αγώνα με αίτημα την πτώση της κυβέρνησης και τη διάλυση αυτού του κοινοβουλίου της διαρκούς Συνταγματικής εκτροπής.

Στόχος μας θα πρέπει να είναι η οργάνωση της κοινής δράσης μας με τέτοιο τρόπο ώστε να κλιμακωθούν οι λαϊκές κινητοποιήσεις,  με τέτοιο τρόπο ώστε ο ίδιος ο λαϊκός παράγοντας να επιβάλει τις πολιτικές εξελίξεις. Για τον σκοπό αυτό το ΕΠΑΜ θα αναλάβει, για άλλη μια φορά, πρωτοβουλία συνάντησης και διαλόγου με όλες τις ηγεσίες του αντιμνημονιακού τόξου, έτσι ώστε να δημιουργηθεί ένα κοινό μέτωπο με βάση τα πιο άμεσα και ζωτικά αιτήματα του λαού.

Ένα όμως είναι το σίγουρο: Σε αυτές τις κρίσιμες στιγμές, η πατρίδα και ο λαός χρειάζεται το Μέτωπο περισσότερο από ποτέ. Δεν θα γίνουμε ριψάσπιδες. Χάσαμε μια μάχη, αλλά ο πόλεμος συνεχίζεται, θα έχει διάρκεια και εμείς, έχοντας δημιουργήσει γερές βάσεις μέσα στην κοινωνία, ανεξάρτητα αν αυτό δεν αποτυπώθηκε με την ψήφο της Κυριακής, θα συνεχίσουμε μέχρι την τελική Νίκη!

Αθήνα 27 Μαΐου 2014
Η Πολιτική Γραμματεία του Ε.Πα.Μ.