Σκεφτόμουν πρόσφατα για τις
πασίγνωστες δυο πρώτες στροφές του 'Ύμνου προς την Ελευθερία" (1823) του
Δ. Σολωμού που απαρτίζουν τον εθνικό μας ύμνο. Ξαφνικά μου ήρθε ότι ενώ
τις έχω ακούσει χιλιάδες φορές δεν είχα ποτέ συνειδητοποιήσει πόσο
γεμάτες δύναμη και συμπυκνωμένη εκρηκτικότητα είναι, και το πόσο
σημαντικά ερωτήματα εγείρουν.
Σε γνωρίζω από την κόψη
Του σπαθιού την τρομερή,
Σε γνωρίζω από την όψη,
Που με βία μετράει τη γη.
Απ' τα κόκκαλα βγαλμένη
Των Ελλήνων τα ιερά,
Και σαν πρώτα ανδρειωμένη,
Χαίρε, ω χαίρε ελευθεριά!
Το αρχικό και βασικό ερώτημα για
μένα είναι το τι σημαίνει για την εννοιολόγηση της ελευθερίας η πρώτη
στροφή. Ο Σολωμός δεν την παρουσιάζει σαν καμμιά κεχαριτωμένη δεσποινίδα
που γυρνοβολάει στα λευκά, με γιρλάντες στα μαλλιά. Λέει ότι γνωρίζει
την ελευθερία από την τρομερή κόψη του σπαθιού και ότι η όψη της (της
ελευθερίας) μετράει τη γη με βία.
Τι ακριβώς σημαίνει όμως αυτό;
Πολλά τα ερωτήματα. Αρχικά, η κόψη ποιου σπαθιού; Όχι προφανώς του
σπαθιού του εχθρού ή αντιπάλου, διότι η όψη του σπαθιού εκείνου λογικά
είναι αντίθετη της ελευθερίας, την εχθρεύεται και την καταστέλλει. Δεν
μπορεί να "γνωρίσει" κάποιος την ελευθερία στο σπαθί του τυράννου. Στου
δικού μου σπαθιού συνεπώς. Εκεί μέσα, στην κόψη του, προβάλλει για μένα (όχι για τον εχθρό ή αντίπαλο) η μορφή της ελευθερίας.
Η κόψη είναι "τρομερή". Η όψη
της ελευθερίας που γνωρίζει κανείς μέσα από την κόψη του δικού του
σπαθιού είναι "τρομερή." "Τρομερή" με ποια έννοια; Γιατί να είναι η
ελευθερία τρομερή; "Τρομερή" για ποιον; Για τον εχθρό; Μάλλον όχι. Ο
εχθρός δεν είναι υποκείμενο εδώ. Εγώ είμαι αυτός που γνωρίζει την ελευθερία μέσα από την τρομερή κόψη του δικού μου
σπαθιού ("σε γνωρίζω"). Τι το τρομερό για μένα στη δική μου ελευθερία;
Και τι σημαίνει "τρομερό"; Το τρομακτικό; Αυτό που εμπνέει δέος; Ρίγος;
Βαθύ σεβασμό; Το θεϊκό στην πιο καθαρή του μορφή ως μίγμα τρόμου και
ανατριχίλας; Όλα αυτά μαζί και ταυτόχρονα (Ο Σαββόπουλος που μίλησε για
την "τρομερή μας τη λαλιά" κάτι ανάλογο δεν προσπάθησε να συμπυκνώσει); Η
ελευθερία τρομάζει. Ποιόν; Το ανελεύθερο και φοβισμένο δίποδο που
κουβαλάω πάντα μέσα μου. Την αδύναμη σάρκα μου. Την ανάγκη μου για
ασφάλεια.
Μα τότε η ελευθερία δεν είναι
ποτέ κάτι "δικό μου", κάτι με το οποίο μπορώ ποτέ να αισθανθώ άνετα, με
το οποίο είμαι ποτέ συμφιλιωμένος. Είναι κάτι που κάθε φορά που με
αντικρύζει με την τρομερή όψη των απαιτήσεών της με συνταράσσει, με
συγκλονίζει, με παραδίδει στο μη ανθρώπινο, το ακατανόητο, αυτό που με
σκίζει στα δύο (ανελεύθερο ζώο, ελεύθερο υποκείμενο). Και η ελευθερία
αυτή είναι άμεσα συνδεδεμένη με τη βία που ο ίδιος εγώ ασκώ (και ασκώ
πρώτα στον ίδιο μου τον εαυτό), τη βία στην οποία αναγνωρίζω την όψη της
ελευθερίας μου. Γιατί η ελευθερία μου δεν μπορεί παρά να είναι
ελευθερία και από την ίδια τη ζωή στην οποία προσκολλάται το ζώο που εξακολουθώ να είμαι.
"Σε γνωρίζω από την όψη που με
βία μετράει τη γη." Τι σημαίνει, πρώτα από όλα, ότι η όψη της ελευθερίας
"μετράει τη γη"; Προφανώς όχι ως γεωγράφος για να δει την περίμετρό της
ως πλανήτη. Το "μετράει" επομένως, παραπέμπει μάλλον στο "ζυγίζει το
βάρος", "τεστάρει το μέταλλο", "αξιολογεί", "αποφασίζει για το με τι
έχει να κάνει". Και η βία; Η ελευθερία μετράει με την όψη της τη γη με
βία, λέει ο Σολωμός. Δεν υπάρχει κανένας λόγος η "βία" εδώ να είναι
"βιασύνη". Η ελευθερία δεν έχει κάνενα λόγο να "μετράει την γη"
βιαστικά. Ο χρόνος της ελευθερίας, ο χρόνος τον οποίο κρίνει και τον
οποίο ανοίγει για το είναι η ελευθερία, θα δούμε παρακάτω, είναι η
αιωνιότητα. Συνεπώς, είναι η βία, αλλά η βία μόνο ως περιστασιακά
πολεμική και ως ουσιαστικά οντολογική εμπειρία, που ζυγίζει το πόσα
πιάνει στο τέλος η γη. Αλλά τι σημαίνει "η γη"; Προφανώς όχι η
γεωγραφική γη· κάτι τέτοιο θα ήταν άστοχο νοηματικά. Ο κόσμος στον οποίο
υπάρχουμε, η εγκόσμια ύπαρξη μας, το είναι μας ως ανθρώπινα ζώα. Τότε η
φράση σημαίνει απλά: η εσωτερικά βίαια εμπειρία της ελευθερίας
είναι αυτό το οποίο ζυγίζει το πραγματικό βάρος και αξία της ζωής, αυτό
το οποίο κατονομάζει τη διαφορά ανάμεσα στο ζειν του ανθρώπινου ζώου και
το ζειν του πολιτικού υποκειμένου. Η ελευθερία προϋποθέτει την αποδοχή
του ενδεχομένου του θανάτου του ανθρώπινου ζώου, αλλά όχι για χάρη του
θανάτου: είναι το πέρασμα μέσα από την κοιλάδα του θανάτου που οδηγεί
στο υποκείμενο, σε μια σωσμένη απ' το είναι-προς-τον-θάνατο ζωή.
Και τέλος, "απ' τα κόκκαλα
βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά". Αξιοπρόσεχτη φράση. Αξιοπρόσεχτη γιατί ο
Σολωμός δεν καθορίζει την αγιότητα στη βάση της ελληνικότητας. Τα
κόκκαλα των Ελλήνων δεν είναι ιερά επειδή είναι ελληνικά. Είναι
ιερά επειδή από μέσα τους, μέσα από τον θάνατο για τον οποίο μαρτυρούν,
προβάλλει η ελευθερία: ("απ' τα κόκκαλα βγαλμένη...χαίρε ω χαίρε
ελευθερία"). Επιζώντας του θανάτου, τα οστά καθαγιάζονται στο μέτρο που
συμβάλλουν στο να κρατηθεί το όραμα της ελευθερίας ζωντανό. Τότε όμως το
"των Ελλήνων" δεν είναι πλέον όρος φυλετικός ή εθνοτικός. Ο "Έλληνας"
δεν είναι προαίωνια ταυτότητα. Είναι το όνομα του αποτελέσματος ενός
εγχειρήματος. Στο έμμεσο ερώτημα "ποιοι είναι 'Ελληνες" το ποίημα
απαντάει "αυτοί απ' των οποίων τα οστά καλείται να θραφεί και να
συντηρηθεί η βία της ελευθερίας." Τι σημαίνει αυτό; Ότι η εθνικότητα
είναι το μέσο, η αδιάφορη αυτή καθευατή ενδεχομενικότητα με την οποία η
υπόσχεση της ελευθερίας εμφανίζεται στην ιστορία, στη ζωή ανθρώπων που
επιθυμούν να ταυτοποιούν τον εαυτό τους ως Έλληνες. "Και σαν πρώτα
ανδρειωμένη" λέει ο Σολωμός, απευθυνόμενος όχι στην Ελλάδα αλλά στην
ελευθερία ("χαίρε, ω χαίρε ελευθερία"). "Είμαι ελεύθερος" σημαίνει:
γνωρίζω ότι ήμουν πάντα ήδη ελεύθερος. Επανάσταση: η ανακοίνωση της ανάστασης της ελευθερίας εκ νέου, ξανά, αιώνια.
Σκοτεινός σαν έρεβος ο εθνικός μας ύμνος, λαμπερός σαν την ηλεκτρισμένη καρδιά χίλιων ανήσυχων ανοίξεων.
Πηγή : Radical Desire
Πηγή : Radical Desire
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου