Μια... προνομιακή σχέση Ιταλίας-Ρωσίας;
Ο πρωθυπουργός της Ιταλίας Enrico Letta υποδέχεται τον Ρώσσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν. Φωτο: Reuters |
Της Silvia Francescon
Ο πρόεδρος Putin και η συνοδεία του έφθασαν στη Ρώμη την προηγούμενη εβδομάδα για διμερείς
διαβουλεύσεις υψηλού επιπέδου, ένας μηχανισμός που ξεκίνησε το 2002. Φέτος 11
υπουργοί έφθασαν, και υπέγραψαν 35 συμφωνίες σε 5 ώρες. Ο Putin συναντήθηκε με τον πρόεδρο Giorgio Napolitano, τον πρωθυπουργό Enrico Letta, τον πρώην πρωθυπουργό Romano Prodi και τον Πάπα
Φραγκίσκο. Είχε επίσης δείπνο με τον παλιό του φίλο Silvio Berlusconi. Ήταν μια νηφάλια υπενθύμιση της στενής σχέσης μεταξύ Ιταλίας και Ρωσίας.
Στην Τεργέστη, η Ιταλία και η Ρωσία υπέγραψαν έναν εντυπωσιακό αριθμό 28
εμπορικών συμφωνιών και 7 διακυβερνητικών συμφωνιών. Οι συμφωνίες καλύπτουν περιοχές
όπως ο οικονομικός, η ενέργεια, η βιομηχανία, η έρευνα η απασχόληση και
κοινωνικές πολιτικές. Το ρωσικό κρατικό επενδυτικό fund και το στρατηγικό επενδυτικό κρατικό fund έχουν συμφωνήσει
να επενδύσουν μέχρι 1 δισ. ευρώ σε εταιρεία και projects στις δύο χώρες.
Συγκριτικά με τους καλά αναπτυγμένους οικονομικούς δεσμούς μεταξύ των δύο
χωρών, η ιστορία των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ της Ιταλίας και της Ρωσίας
είναι λίγο διαφορετική. Αρκεί να δει κανείς τις τελευταίες τρεις ιταλικές
κυβερνήσεις: δεν είναι μυστικό ότι ο Berlusconi επικεντρώθηκε στους προσωπικούς του δεσμούς με τον Putin (ενώ είναι ακόμη μυστικό το τι συμφώνησαν οι Putin και Berlusconi). Ο Monti κυρίως ενδιαφερόταν για την ανάπτυξη των επιχειρηματικών δεσμών. Αλλά ο Letta, μαζί με την υπουργό Εξωτερικών Emma Bonino, προσπαθούν να δώσουν μια νέα κατεύθυνση στη σχέση με τη Ρωσία. Με άλλα
λόγια, εάν οι προηγούμενες κυβερνήσεις θεωρούσαν τη Ρωσία ως έναν απλό
οικονομικό εταίρο, φαίνεται σαν να αναπτύσσει τώρα η Ιταλία ένα περισσότερο
στρατηγικό όραμα για τις διπλωματικές σχέσεις με τη Ρωσία. Οι οικονομικές
σχέσεις είναι ακόμη σημαντικές (αναλογιστείτε απλώς τον αριθμό των συμφωνιών
που υπογράφθηκαν στην Τεργέστη) αλλά υπάρχουν τουλάχιστον δύο στρατηγικοί
τομείς συνεργασίας που και οι δύο χώρες φαίνεται να αναπτύσσουν: μια ανησυχία
για τη σταθερότητα στη Μεσόγειο και ένα ενδιαφέρον στο πώς να συνεργαστούν στην
Ανατολική γειτονιά.
Λοιπόν, πώς έγινε αυτό; Η Ιταλία έχει δύο στόχους εξωτερικής πολιτικής στην
περιοχή ΜΕΝΑ: να αντιμετωπίσει την ανθρωπιστική κρίση στη Συρία και να ελέγχει
τη ροή μεταναστών και προσφύγων. Οι Ιταλοί φορείς χάραξης πολιτικής ανησυχούν
ότι θα μπορούσαν να κρυφτούν τρομοκράτες μεταξύ των προσφύγων και να εισέλθουν στην
Ιταλία – ένα πρόβλημα που οι Ιταλοί διπλωμάτες συζήτησαν όχι μόνο στις
Βρυξέλλες αλλά και στη Μόσχα. Και φαίνεται ότι υπάρχει κάποιο κοινό έδαφος σε
αυτά τα θέματα με τη Ρωσία. Τόσο ο Lavrov όσο και η Bonino έχουν υποστηρίξει την ιδέα της πολυσυλλεκτικότητας όταν πρόκειται για την
επίλυση διεθνών προβλημάτων. Επίσης ανέπτυξαν μια από κοινού αποστολή για να
εργαστούν προς την μακροπρόθεσμη σταθερότητα στην περιοχή ΜΕΝΑ, με το να
επικεντρωθούν στην αποκλειστική πολυμέρεια. Βασικά η ιδέα είναι να μιλήσουν με
το Ιράν και τον Assad.
Στην περίπτωση της Συρίας και οι δύο γνωρίζουν ότι όλοι οι περιφερειακοί
παράγοντες πρέπει να εμπλακούν στην εξεύρεση μιας λύσης. «Εάν το Ιράν είναι
μέρος του προβλήματος, πρέπει να είναι και μέρος της λύσης», αναφέρουν σε κοινή
ανακοίνωσή τους. Όπως ήταν αναμενόμενο, η συμφωνία πριν από λίγες ημέρες με το
Ιράν και οι ανακοινώσεις της προηγούμενης εβδομάδας του συνεδρίου Γενεύη 2,
έγιναν ευνοϊκά δεκτά και από τους δύο υπουργούς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου