Μείωση πληθυσμού της Ελλάδας για πρώτη φορά στην ιστορία του ελληνικού κράτους
του Κυριάκου Ζηλάκου
[Πηγή: Εργατικός Αγώνας, 13/07/2013]
Η απογραφή του 2011 δείχνει πως βρίσκεται σε εξέλιξη μια «λευκή» γενοκτονία
του ελληνικού λαού ως αποτέλεσμα της μνημονιακής πολιτικής. Πρόκειται για την
πρώτη μείωση του πληθυσμού της χώρας που καταγράφεται από συστάσεως
νεοελληνικού κράτους. Σε καμία απογραφή ως τώρα μετά το 1828 δεν είχαμε μείωση
πληθυσμού, ούτε καν σ' αυτές που έγιναν το 1951 μετά την κατοχή και τον εμφύλιο
πόλεμο, το 1961 και το 1981 μετά τα μεγάλα μεταναστευτικά κύματα τις δεκαετίες
του '50 και του '70.
Μείωση του πληθυσμού της Ελλάδας καταγράφηκε για πρώτη φορά σε γενική
απογραφή πληθυσμού από συστάσεως ελληνικού κράτους μετά την επανάσταση του
1821. Αυτό προκύπτει από την απογραφή του 2011, τα αποτελέσματα της
οποίας δόθηκαν στη δημοσιότητα με... δόσεις, στη διάρκεια των δύο χρόνων που
ακολούθησαν μετά τη διεξαγωγή της τον Μάιο του 2011.
Η μείωση αυτή, όπως εκτιμάται, συνδέεται άμεσα με την εφαρμογή της μνημονιακής
πολιτικής, αφού σημειώνεται κυρίως το διάστημα 2009-2011, ενώ δεν
αποτυπώνονται οι ακόμα μεγαλύτερες επιπτώσεις στη ζωή του ελληνικού λαού από
την ένταση αυτής της πολιτικής την περιόδο που ακολούθησε την απογραφή από το
Μάιο του 2011 έως σήμερα, πράγμα που σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις έχει
οδηγήσει σε παραπέρα μείωση του πληθυσμού. Στην ουσία πρόκειται για μια «λευκή»
γενοκτονία, δηλαδή αναίμακτη - τουλάχιστον προς το παρόν – που συντελείται σε
βάρος του ελληνικού λαού, καθώς για πρώτη φορά στη ιστορία του νεοελληνικού
κράτους ο ελληνικός πληθυσμός μειώνεται.
Αξιοσημείωτο είναι πως ποτέ άλλοτε σε απογραφή πληθυσμού, που είχε διεξαχθεί
στο ελληνικό κράτος, ούτε σε αυτή που έγινε το 1951 - μετά την γερμανική
κατοχή του 1941-1944 και τον εμφύλιο πόλεμο του 1945-1949 - δεν καταγράφηκε
μείωση του πληθυσμού της χώρας. Μείωση πληθυσμού της χώρας δεν
καταγράφηκε ούτε στις απογραφές που έγιναν το 1961 και το 1981, μετά τα
μεγάλα μεταναστευτικά κύματα Ελλήνων εργατών προς το εξωτερικό που
προηγήθηκαν τις δεκαετίες του '50 και του '70 αντίστοιχα.
Έγινε όμως τώρα, στην απογραφή του Μαΐου του 2011, τα γενικά στοιχεία
της οποίας δημοσιοποιήθηκαν από την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) σε τρεις
φάσεις:
- στις 22 Ιουλίου 2011 δόθηκαν στη δημοσιότητα τα προσωρινά
αποτελέσματα απογραφής, σύμφωνα με τα οποία ο συνολικός πληθυσμός της
Ελλάδας είναι 10.787.690 κάτοικοι, ενώ στην απογραφή του 2001 ήταν 10.934.097.
- στις 31 Ιουλίου 2012, ανακοινώθηκε ότι ο «νόμιμος» πληθυσμός
της Ελλάδας είναι 9.903.268 κάτοικοι, ενώ το 2001 εκτιμάται πως ήταν 10.205.094.
- στις 28 Δεκεμβρίου 2012 ανακοινώθηκε ότι ο «μόνιμος» πληθυσμός
της Ελλάδας είναι 10.815.197 κάτοικοι, ενώ το 2001 ήταν 10.932.136.
- στις 15 Μαρτίου 2013, ανακοινώθηκε ότι ο «πραγματικός» (de facto) πληθυσμός
της Ελλάδας είναι 10.939.727 κάτοικοι, ενώ το 2001 εκτιμάται πως ήταν 10.961.758.
Γεγονός είναι πως υπάρχει μια δυσκολία στις σύγκριση των αποτελεσμάτων
της απογραφής του 2011 με τις απογραφές των προηγούμενων δεκαετιών, γιατί η
τελευταία απογραφή έγινε με διαφορετικό τρόπο, πράγμα που οδηγεί σε ορισμένα
ερωτήματα για το κατά πόσο τα αποτελέσματα της απογραφής αυτής είναι συγκρίσιμα
με εκείνα των προηγούμενων απογραφών. Πάντως, δεν επιδέχεται αμφισβήτηση η
διαπίστωση πως υπάρχει μείωση του ελληνικού πληθυσμού.
Σύμφωνα με τους ορισμούς που δίνονται:
- Πραγματικός πληθυσμός είναι το σύνολο των, για
οποιαδήποτε αιτία, παρόντων σε μια περιφέρεια πρόσωπων κατά την ημέρα της
απογραφής, είτε αυτά διαμένουν μονίμως στην περιφέρεια αυτή είτε βρέθηκαν να
διαμένουν προσωρινώς ή τυχαίως.
- Μόνιμος πληθυσμός είναι το σύνολο των ατόμων που
έχουν την κύρια και μόνιμη διαμονή τους σε κάθε περιφέρεια, νομό, δήμο /
κοινότητα, δημοτικό / κοινοτικό διαμέρισμα και αυτοτελή οικισμό.
- Νόμιμος πληθυσμός (δημότες) αποτελείται από
τον αριθμό των δημοτών, δηλαδή από το σύνολο των ατόμων κάθε ηλικίας και φύλου,
που είναι καταχωρημένα στα αντίστοιχα δημοτολόγια και εφόσον κατά τη ημέρα της
απογραφής βρίσκονταν στη Χώρα και απογράφηκαν ως παρόντες ή απουσίαζαν
προσωρινά στο εξωτερικό.
Όλες οι απογραφές από το 1821 και μετά
Ειδικότερα, ο συνολικός πληθυσμός της Ελλάδας, όπως αποτυπώθηκε στην απογραφή του 2011, ανέρχεται στα προσωρινά αποτελέσματα 10.787.690 μόνιμους κατοίκους, ενώ μετά την επεξεργασία εκτιμάται πως το 2011 ο μόνιμος πληθυσμός ήταν 10.815.197 κάτοικοι, σε κάθε περίπτωση υπάρχει μείωση σε σχέση με την προηγούμενη απογραφή του 2001 που ήταν 10.934.097 κάτοικοι. Ενδεικτικά ν' αναφέρουμε ότι το 1981 ο πληθυσμός της Ελλάδας ήταν 9.739.589, το 1991 αυξήθηκε στα 10.258.364 για να φθάσει στα 10.934.097 το 2001.
Ειδικότερα, ο συνολικός πληθυσμός της Ελλάδας, όπως αποτυπώθηκε στην απογραφή του 2011, ανέρχεται στα προσωρινά αποτελέσματα 10.787.690 μόνιμους κατοίκους, ενώ μετά την επεξεργασία εκτιμάται πως το 2011 ο μόνιμος πληθυσμός ήταν 10.815.197 κάτοικοι, σε κάθε περίπτωση υπάρχει μείωση σε σχέση με την προηγούμενη απογραφή του 2001 που ήταν 10.934.097 κάτοικοι. Ενδεικτικά ν' αναφέρουμε ότι το 1981 ο πληθυσμός της Ελλάδας ήταν 9.739.589, το 1991 αυξήθηκε στα 10.258.364 για να φθάσει στα 10.934.097 το 2001.
Στον πίνακα που ακολουθεί ο οποίος προέρχεται από τα «Δημογραφικά Νέα»
του Εργαστηρίου Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων του Πανεπιστημίου
Θεσσαλίας, αποτυπώνεται η διαχρονική εξέλιξη του πληθυσμού της Ελλάδας, όπως
και τα αντίστοιχα μεταναστευτικά ρεύματα Ελλήνων στο εξωτερικό (ο πληθυσμός του
2011 είναι κατ' εκτίμηση προ απογραφής).
Η εκτίμηση πως πρόκειται για μείωση του πληθυσμού της Ελλάδας,
ενισχύεται και από άλλα στοιχεία που προκύπτουν από την απογραφή του 2011, τα
οποία δόθηκαν στη δημοσιότητα μαζί με τα προσωρινά αποτελέσματα της απογραφής. Έτσι σύμφωνα με τις
πρώτες εκτιμήσεις που εκφράστηκαν, η μείωση αυτή του πληθυσμού πρέπει να
αναζητηθεί στη μείωση των γεννήσεων - πράγμα όμως που δεν επιβεβαιώνεται
- και στη μετανάστευση των Ελλήνων πολιτών στο εξωτερικό.
Η μείωση των γεννήσεων δεν αρκεί για να εξηγήσει το φαινόμενο, αφού μείωση
γεννήσεων υπήρχε και κατά την προηγούμενη δεκαετία (1991-2001) και παρόλα αυτά
ο συνολικός πληθυσμός αυξήθηκε κατά 700.000 άτομα, ενώ κατά την πιο προηγούμενη
δεκαετία (1981-1991) είχε αυξηθεί κατά μισό εκατομμύριο. Πολύ περισσότερο, όπως
θα δείξουμε παρακάτω, που οι γεννήσεις δείχνουν τα τελευταία χρόνια να
ανακάμπτουν έστω και οριακά.
Όσο για το αν φταίει η απογραφή, καθώς εκφράζονται επιφυλάξεις για το κατά
πόσον κατέγραψε όλους τους κατοίκους, αυτό δεν μπορεί ν' αποτελεί αιτία της
παρούσας μείωσης του πληθυσμού, γιατί ο συγκεκριμένος παράγοντας υπήρχε, στον
ένα ή στον άλλο βαθμό, και στις προγενέστερες απογραφές και παρόλα αυτά, επί
σχεδόν δύο αιώνες, ποτέ δεν είχε καταγραφεί μείωση πληθυσμού. Επίσης οι όποιες
αδυναμίες της απογραφής του 2011, στο βαθμό που εκφράζονται στα προσωρινά
αποτελέσματα που ανακοινώθηκαν τον Ιούλιο του 2011 που δίνουν πληθυσμό
10.787.690, υποτίθεται πως διορθώθηκαν στη διάρκεια της επεξεργασίας που
ακολούθησε. Και πάλι, όμως, είτε πάρει κανείς τον «νόμιμο», τον «μόνιμο» ή τον
«πραγματικό» πληθυσμό της χώρας, σε όλες τις περιπτώσεις παρατηρείται μείωση
από σημαντική έως οριακή σε σχέση με το 2001.
Δεν είναι λόγος της μείωσης η μη απογραφή των μεταναστών
Η πραγματική μείωση του ελληνικού πληθυσμού, προφανώς και είναι μεγαλύτερη, από αυτή που δείχνουν οι τελικοί αριθμοί της απογραφής, με δεδομένη την νόμιμη και την παράνομη μετανάστευση από άλλες χώρες προς την Ελλάδα, που στον ένα ή στο άλλο βαθμό επιδρά αυξητικά στον πληθυσμό και σίγουρα δεν τον μειώνει. Δηλαδή, ακόμα κι αν πολλοί μετανάστες δεν απογράφηκαν ή αν απογράφηκαν ελάχιστοι, η ουσία καθόλου δεν αλλάζει.
Αυτό γιατί ο παράγοντας «μετανάστευση», από έξω προς την Ελλάδα, είτε είναι κοινός παρονομαστής στην παρούσα (2011) και στην προηγούμενη απογραφή (2001), είτε εκδηλώνεται με μεγαλύτερη ένταση την τελευταία δεκαετία και συνεπώς αν είχε μια συμβολή αυτή θα ήταν στην κατεύθυνση της αύξησης του πληθυσμού και όχι της μείωσής του.
Αρα αν αφαιρέσουμε τον παράγοντα μετανάστευση (από έξω προς τα μέσα), ο οποίος ήταν πολύ πιο αδύναμος έως και ανύπαρκτος στις προηγούμενες απογραφές, τότε τα στοιχεία που προκύπτουν, δίνουν ακόμα πιο καθαρή εικόνα για την φθίνουσα πορεία του ελληνικού πληθυσμού. Δηλαδή η μη καταγραφή των μεταναστευτικών εισροών δεν αποτελεί αιτία της μείωσης του ελληνικού πληθυσμού, αφού ούτως ή άλλως οι μετανάστες δεν απογράφονταν σε μεγάλο βαθμό και στις προηγούμενες απογραφές, εκτός από τους Ελληνες ομογενείς που επαναπατρίζονταν στην Ελλάδα κυρίως από περιοχές της πρώην Σοβιετικής Ενωσης και ως ένα βαθμό επέδρασαν στην αύξηση του πληθυσμού το 2001.
Η πραγματική μείωση του ελληνικού πληθυσμού, προφανώς και είναι μεγαλύτερη, από αυτή που δείχνουν οι τελικοί αριθμοί της απογραφής, με δεδομένη την νόμιμη και την παράνομη μετανάστευση από άλλες χώρες προς την Ελλάδα, που στον ένα ή στο άλλο βαθμό επιδρά αυξητικά στον πληθυσμό και σίγουρα δεν τον μειώνει. Δηλαδή, ακόμα κι αν πολλοί μετανάστες δεν απογράφηκαν ή αν απογράφηκαν ελάχιστοι, η ουσία καθόλου δεν αλλάζει.
Αυτό γιατί ο παράγοντας «μετανάστευση», από έξω προς την Ελλάδα, είτε είναι κοινός παρονομαστής στην παρούσα (2011) και στην προηγούμενη απογραφή (2001), είτε εκδηλώνεται με μεγαλύτερη ένταση την τελευταία δεκαετία και συνεπώς αν είχε μια συμβολή αυτή θα ήταν στην κατεύθυνση της αύξησης του πληθυσμού και όχι της μείωσής του.
Αρα αν αφαιρέσουμε τον παράγοντα μετανάστευση (από έξω προς τα μέσα), ο οποίος ήταν πολύ πιο αδύναμος έως και ανύπαρκτος στις προηγούμενες απογραφές, τότε τα στοιχεία που προκύπτουν, δίνουν ακόμα πιο καθαρή εικόνα για την φθίνουσα πορεία του ελληνικού πληθυσμού. Δηλαδή η μη καταγραφή των μεταναστευτικών εισροών δεν αποτελεί αιτία της μείωσης του ελληνικού πληθυσμού, αφού ούτως ή άλλως οι μετανάστες δεν απογράφονταν σε μεγάλο βαθμό και στις προηγούμενες απογραφές, εκτός από τους Ελληνες ομογενείς που επαναπατρίζονταν στην Ελλάδα κυρίως από περιοχές της πρώην Σοβιετικής Ενωσης και ως ένα βαθμό επέδρασαν στην αύξηση του πληθυσμού το 2001.
Αύξηση των γεννήσεων !
Όμως, ούτε το επιχείρημα περί μείωσης των γεννήσεων ισχύει αφού τα τελευταία χρόνια καταγράφεται μια μικρή ανάκαμψη της συνεχούς πτώσης.
Έτσι ο δείκτης ολικής γονιμότητας, ο οποίος είχε εμφανίσει μια σοβαρή πτωτική τάση από το 1980 (2,2) έως το 2005 (1,3), παρουσιάζει μικρή ανοδική τάση και ανήλθε το 2007 στο 1,4 και το 2009 στο 1,5, παραμένοντας ωστόσο κάτω από το όριο αντικατάστασης γενεών που είναι 2,1. (ΗΜΕΡΗΣΙΑ, 1/2/2011)
Όμως, ούτε το επιχείρημα περί μείωσης των γεννήσεων ισχύει αφού τα τελευταία χρόνια καταγράφεται μια μικρή ανάκαμψη της συνεχούς πτώσης.
Έτσι ο δείκτης ολικής γονιμότητας, ο οποίος είχε εμφανίσει μια σοβαρή πτωτική τάση από το 1980 (2,2) έως το 2005 (1,3), παρουσιάζει μικρή ανοδική τάση και ανήλθε το 2007 στο 1,4 και το 2009 στο 1,5, παραμένοντας ωστόσο κάτω από το όριο αντικατάστασης γενεών που είναι 2,1. (ΗΜΕΡΗΣΙΑ, 1/2/2011)
Μεγαλύτερη η μείωση του ανδρικού πληθυσμού
Η εκτίμηση ότι πρόκειται για πραγματική και ταυτόχρονα δραματική μείωση του ελληνικού πληθυσμού ενισχύεται και από άλλα στοιχεία της απογραφής του 2011:
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ ο συνολικός πληθυσμός της Ελλάδας (προσωρινά αποτελέσματα) μειώθηκε κατά 146.407 ή 1,34% και περιορίστηκε σε 10.787.690 από 10.934.097 που ήταν προ δεκαετίας.
Η εκτίμηση ότι πρόκειται για πραγματική και ταυτόχρονα δραματική μείωση του ελληνικού πληθυσμού ενισχύεται και από άλλα στοιχεία της απογραφής του 2011:
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ ο συνολικός πληθυσμός της Ελλάδας (προσωρινά αποτελέσματα) μειώθηκε κατά 146.407 ή 1,34% και περιορίστηκε σε 10.787.690 από 10.934.097 που ήταν προ δεκαετίας.
Αυτό όμως που δείχνει ότι η μείωση δεν μπορεί να αποδοθεί ούτε στη μείωση των
γεννήσεων ούτε στη μη καταγραφή των μεταναστών, είναι ότι τη μεγαλύτερη
μείωση, 109.736 ή 2,03%, εμφανίζουν οι άντρες, καθώς περιορίστηκαν σε 5.303.690
από 5.413.426 το 2001. Από την άλλη οι γυναίκες περιορίστηκαν μόνο κατά 36.671
ή 0,66% στις 5.484.000 από 5.520.671 πριν από δέκα χρόνια.
Αυτή η «ανισότητα» μεταξύ των δύο φύλων προδίδει την τάση αιμορραγίας του
ανδρικού πληθυσμού, προφανώς με μετανάστευση στο εξωτερικό, καθώς η ίδια η
φύση μεριμνά για ισορροπία γεννήσεων αγοριών και κοριτσιών. Είναι σαφές πως εάν
η μείωση ήταν αποτέλεσμα κακής απογραφής τότε θα είχαμε ισόρροπη μείωση και στα
δύο φύλα, εκτός κι αν κάποιος ισχυριστεί πως απογράφονται οι γυναίκες πιο
πρόθυμα από τους άνδρες και γι' αυτό έχουν μικρότερη μείωση.
Αποκαλύπτεται επίσης, από αυτό το στοιχείο, πως δεν πρόκειται για μείωση λόγω
μη καταγραφής των μεταναστών και συνεπώς είναι υπόθεση του γηγενούς
πληθυσμού, αφού κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί στα σοβαρά ότι απογράφηκαν
οι γυναίκες μετανάστες σε μεγαλύτερο βαθμό από τους άνδρες μετανάστες, πολύ
περισσότερο που η πραγματικότητα λέει ότι οι περισσότεροι μετανάστες που έχουν
έρθει στην Ελλάδα είναι άνδρες.
Την παραπάνω εκτίμηση ενισχύουν και άλλα στοιχεία προερχόμενα από την απογραφή
του 2011: Στο σύνολο της Χώρας απεγράφησαν 10.787.690 μόνιμοι κάτοικοι, εκ των
οποίων 5.303.690 άνδρες (49,2%) και 5.484.000 γυναίκες (50,8%). Στην Αττική
όπου έχουμε τη μεγαλύτερη πληθυσμιακή συγκέντρωση, ο πληθυσμός της ανέρχεται σε
3.812.330 κατοίκους, εκ των οποίων 1.842.680 (48,33) είναι άντρες και 1.969.650
(51,67) γυναίκες. Η διαφορά αυτή στον αριθμό ανδρών και γυναικών και ακόμα
μεγαλύτερη υπεροχή του γυναικείου πληθυσμού έναντι του ανδρικού, υπερβαίνει,
όπως φαίνεται παραπάνω, τον εθνικό μέσο όρο και δείχνει διαρροή των ανδρών και
όχι μη απογραφή ή γέννηση λιγότερων αγοριών.
Η εκτίμηση αυτή ενισχύεται από τα στοιχεία για τον πληθυσμό και άλλων
περιφερειών. Οι άντρες υπερισχύουν σε 6 από τις 13 Περιφέρειες της χώρας:
Στερεάς Ελλάδας όπου καλύπτουν το 50,9% του πληθυσμού της περιοχής ήτοι 278.160
άντρες, νότιου Αιγαίου με 50,5% ήτοι 155.990, Πελοποννήσου με 50,7% ήτοι
294.910, Βορείου Αιγαίου με 50,3% ήτοι 99.520, δυτικής Ελλάδας με 50,2% ήτοι
341.400 και δυτικής Μακεδονίας με 50,1% ήτοι 141.260 άντρες.
Οι γυναίκες υπερισχύουν στις άλλες 7 περιφέρειες: Αττικής όπου καλύπτουν το 51,7% του πληθυσμού ήτοι 1.969.650 γυναίκες, κεντρικής Μακεδονίας 51,4% ήτοι 964.320, ανατολικής Μακεδονίας - Θράκης 50,7% ήτοι 307.070, Ηπείρου 50,7% ήτοι 170.760, Ιονίων νήσων 50,6% ήτοι 104.450, Θεσσαλίας 50,5% ήτοι 368.830 και Κρήτης 50,3% ήτοι 312.580 γυναίκες.
Οι γυναίκες υπερισχύουν στις άλλες 7 περιφέρειες: Αττικής όπου καλύπτουν το 51,7% του πληθυσμού ήτοι 1.969.650 γυναίκες, κεντρικής Μακεδονίας 51,4% ήτοι 964.320, ανατολικής Μακεδονίας - Θράκης 50,7% ήτοι 307.070, Ηπείρου 50,7% ήτοι 170.760, Ιονίων νήσων 50,6% ήτοι 104.450, Θεσσαλίας 50,5% ήτοι 368.830 και Κρήτης 50,3% ήτοι 312.580 γυναίκες.
Πραγματική μείωση τουλάχιστον μισό εκατομμύριο!
Η πραγματική μείωση του ελληνικού πληθυσμού δεν είναι μόνο η διαφορά κατά 146.407 ή 1,34%, μεταξύ των δύο τελευταίων απογραφών, δηλαδή μεταξύ των 10.934.097 του 2001 και των 10.787.690 των «προσωρινών» αποτελεσμάτων του 2011, διαφορά που δεν ανατρέπεται αλλά μειώνεται και με τα «οριστικά» αποτελέσματα. Στις 28 Ιουλίου 2011, η Στατιστική Υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Eurostat) ανακοίνωσε τις εκτιμήσεις της για τον πληθυσμό όλων των κρατών-μελών της ΕΕ, σύμφωνα με τις οποίες ο πληθυσμός της Ελλάδας την 1.1.2011 ήταν 11.329.600.
Η πραγματική μείωση του ελληνικού πληθυσμού δεν είναι μόνο η διαφορά κατά 146.407 ή 1,34%, μεταξύ των δύο τελευταίων απογραφών, δηλαδή μεταξύ των 10.934.097 του 2001 και των 10.787.690 των «προσωρινών» αποτελεσμάτων του 2011, διαφορά που δεν ανατρέπεται αλλά μειώνεται και με τα «οριστικά» αποτελέσματα. Στις 28 Ιουλίου 2011, η Στατιστική Υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Eurostat) ανακοίνωσε τις εκτιμήσεις της για τον πληθυσμό όλων των κρατών-μελών της ΕΕ, σύμφωνα με τις οποίες ο πληθυσμός της Ελλάδας την 1.1.2011 ήταν 11.329.600.
Έτσι προκύπτει μια διαφορά 541.910 κατοίκων ανάμεσα στα στοιχεία των δύο
υπηρεσιών. Η εκτίμηση της Eurostat αποτελεί ουσιαστικά πρόβλεψη για τον πληθυσμό της Ελλάδας με
βάση τα στατιστικά δεδομένα. Η εκτίμηση αυτή ανταποκρίνεται στις τάσεις που
είχε ο πληθυσμός της Ελλάδας τις τελευταίες δεκαετίες, ενώ η ΕΛΣΤΑΤ έκανε
απογραφή του σήμερα. Συνεπώς η απόκλιση μεταξύ Eurostat και ΕΛΣΤΑΤ είναι στην ουσία η
πραγματική μείωση του πληθυσμού της χώρας μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου