Άμστερνταμ: Ο λόγος του βασιλιά και το τέλος(;) του κοινωνικού κράτους
του Μίμη Χρυσομάλλη
[Πηγή: Protagon, 23/09/2013]
«Η στροφή
προς μια συμμετοχική κοινωνία είναι ιδιαίτερα ορατή στην κοινωνική ασφάλιση και
τη μακροχρόνια φροντίδα. [...] Το κλασικό κοινωνικό κράτος του δεύτερου μισού
του 20ού αιώνα ιδίως σε αυτούς τους τομείς προέβλεπε ρυθμίσεις που δεν είναι
βιώσιμες στην παρούσα μορφή τους.». Τάδε έφη Βίλχεμ Αλεξάντερ, νεοεκλεγείς
βασιλιάς της Ολλανδίας, στο ετήσιο διάγγέλμά του από το κοινοβούλιο, το οποίο
προετοιμάζεται παραδοσιακά από την κυβέρνηση και συμπίπτει με την κατάθεση του
προϋπολογισμού στο κοινοβούλιο για το προσεχές έτος. Σε άλλα σημεία του λόγου
του, ο μονάρχης υποστήριξε πως «εξαιτίας κοινωνικών εξελίξεων όπως η
παγκοσμιοποίηση και η γήρανση του πληθυσμού, η αγορά εργασίας και οι δημόσιες
υπηρεσίες μας δεν είναι πλέον κατάλληλες για τις ανάγκες των καιρών», ενώ
ανέφερε πως μέρος από το κόστος για τη φροντίδα των ηλικιωμένων και την
επανεκπαίδευση των ανέργων θα μετατοπιστεί σε τοπικό επίπεδο προκειμένου να
προσαρμοστεί καλύτερα στις συνθήκες που επικρατούν ανά περιοχή.
Όπως ήταν
αναμενόμενο, τα όσα αναφέρθηκαν στον βασιλικό λόγο δεν άφησαν πολλούς
ικανοποιημένους. Όπως παρατήρησαν διάφοροι σχολιαστές, ο όρος «συμμετοχική
κοινωνία» δεν είναι άλλωστε τίποτε άλλο παρά ένας όμορφα συγκαλυμμένος τρόπος
για να πεις «είστε πλέον μόνοι σας, το κράτος δεν μπορεί να σας βοηθήσει.».
Είναι λοιπόν αυτός ο θάνατος του ολλανδικού κράτους πρόνοιας; Πιθανότατα. Σε
κάθε περίπτωση, πρόκειται για έναν θάνατο αργό και βασανιστικό. Όσα είπε στον
λόγο του ο Βίλχεμ Αλεξάντερ μοιάζουν μάλλον με την τελευταία πράξη στο χρονικό
ενός προαναγγελθέντος θανάτου παρά με την εξαγγελία κάποιου απρόσμενου ή
έκτακτου περιστατικού.
Μετά το
τέλος του πολέμου το κράτος πρόνοιας στην Ολλανδία διευρύνθηκε σημαντικά με νέα
προγράμματα στις δεκαετίες του ’50 και του ’60 που ενίσχυσαν την ευθύνη του
κράτους σχετικά με τις εργατικές ασφαλίσεις. Σαν συνέπεια, το στοιχείο της
συλλογικότητας στο ολλανδικό κράτος πρόνοιας ενδυναμώθηκε φέρνοντας πιο κοντά
επαγγελματικές ομάδες από διαφορετικές γενιές και κοινωνικές τάξεις. Η πορεία
αυτή ανακόπηκε προς το τέλος της δεκαετίας του ’70 και τις αρχές της δεκαετίας
του ’80, λόγω της οικονομικής κρίσης που επέφερε η τιμή του πετρελαίου. Έκτοτε,
οι διάφορες πολιτικές που έχουν εφαρμοστεί έχουν ως κοινό παρανομαστή την
έμφαση στην ατομική ευθύνη και την ιδιωτική πρωτοβουλία έναντι των διαφόρων
μορφών συλλογικότητας, με παράλληλη μείωση πολλών παροχών για πολίτες και
εργαζόμενους.
Το
αποτέλεσμα όλων αυτών των διεργασιών υπήρξε μια σταθερή μετατόπιση από ένα
σύστημα βασισμένο στις αρχές της συλλογικότητας και της κοινωνικής αλληλεγγύης
σε ένα σύστημα που επικεντρώνεται ολοένα και περισσότερο στην ατομική ευθύνη
και πρωτοβουλία. Η εξέλιξη αυτή είναι αρκετά χαρακτηριστική της γενικότερης
τάσης στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια, και ανάλογες συζητήσεις για τον
μεταβαλλόμενο ρόλο του κράτους πρόνοιας έχουν ανοίξει εδώ και καιρό σε πολλές
χώρες (καθώς και στην Ελλάδα).
Μερικές από
τις κύριες προκλήσεις που σχετίζονται με τον ρόλο του κράτους πρόνοιας σήμερα
(τόσο στην Ολλανδία όσο και αλλού) είναι η παγκοσμιοποίηση με τις κοινωνικές,
πολιτικές και οικονομικές επιπτώσεις της, η πληθυσμιακή γήρανση, καθώς και το
μεταναστευτικό ζήτημα. Mένει να
δούμε αν τα διάφορα κράτη θα χειριστούν τα ζήτηματα αυτά με γνώμονα τη
μακροπρόθεσμη κοινωνική ευημερία και συνοχή, ή αν θα επιλέξουν πολιτικές με
-αμφιβόλου αξίας- βραχυπρόθεσμα οφέλη και δυσανάλογα μεγάλο κοινωνικό κόστος.
Ο κίνδυνος
να μεγαλώσει ακόμα περισσότερο το χάσμα ανάμεσα στις άκρες του κοινωνικού
φάσματος είναι μεγάλος, και ο ρόλος του κράτους πρόνοιας στο ζήτημα αυτό θα
είναι καθοριστικός. Όπως είχε γράψει ο ιστορικός Τόνι Τζαντ (1948-2010): «Από
όλους τους ανταγωνιστικούς και μόνο εν μέρει συμβιβάσιμους μεταξύ τους στόχους
που θα μπορούσαμε να επιδιώξουμε, αυτός της μείωσης της ανισότητας θα πρέπει να
έρχεται πρώτος.».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου