Τεράστια περιθώρια διαπραγμάτευσης για διαγραφή ακόμη και του 60% του χρέους
του
Λεωνίδα Βατικιώτη*
Εντελώς
αυθαίρετα και κινδυνολογικά αποδεικνύονται τα επιχειρήματα που επικαλούνται οι
ελληνικές κυβερνήσεις για να δικαιολογήσουν την απροθυμία τους ακόμη και να
διαπραγματευτούν με τους πιστωτές την διαγραφή μέρους έστω του δυσθεώρητου
δημόσιου χρέους. Ποιο επιχείρημα προτάσσουν οι αξιωματούχοι των κυβερνήσεων Γ.
Παπανδρέου, Λ. Παπαδήμου και Αντ. Σαμαρά σταθερά την τελευταία τριετία; Ότι
κάθε προσπάθεια διαφοροποίησης από τις επιλογές και τις επιταγές του Βερολίνου
σχετικά με το δημόσιο χρέος αυτόματα θα προκαλούσε την μήνι του, καθώς θα του
προκαλούσε οικονομικές ζημιές, και ως αντίποινα θα μας πέταγε έξω από την
ευρωζώνη. Με άλλα λόγια δεν υπάρχει κανένα περιθώριο διαπραγμάτευσης κι η πιστή
υιοθέτηση των όρων που θέτει η Άνγκελα Μέρκελ κι οι πιστωτές είναι μονόδρομος
για την Ελλάδα! Διαφορετικά, μας περιμένει η διεθνής απομόνωση κι ο οικονομικός
μαρασμός, σύμφωνα με τους κήρυκες της υποτέλειας και του ενδοτισμού.
Ασύμφορη η επαναφορά του μάρκου
Αξίζει
όμως να δούμε με περισσότερες λεπτομέρειες την μελέτη του ιδρύματος
Μπέρτελσμαν, μόνο και μόνο για να υπογραμμίσουμε τις ανεκμετάλλευτες
δυνατότητες της ελληνικής πλευράς τώρα που άνοιξε ξανά το θέμα του ελληνικού
δημοσίου χρέους με την Γερμανική πλευρά να αποκλείει την προοπτική ενός νέου
κουρέματος. Οι ερευνητές του Μπέρτελσμαν προσδιορίζουν σε τέσσερις τις
σημαντικότερες επιπτώσεις που θα είχε μια πιθανή υιοθέτηση από την Γερμανία από
φέτος κιόλας, το 2013, ενός ανεξάρτητου εθνικού νομίσματος, πρόκειται για το
«σενάριο του γερμανικού μάρκου».
Πρώτο,
άνοδος του συναλλακτικού κόστους για τις γερμανικές επιχειρήσεις καθώς θα
πρέπει να προστατευθούν από τις διακυμάνσεις στη συναλλαγματική ισοτιμία του
μάρκου, ενώ οι γερμανοί πολίτες θα πρέπει να πληρώνουν επιπλέον ποσά για
νομισματικές μετατροπές, τραπεζικές μεταβιβάσεις στο εσωτερικό της σημερινής
ευρωζώνης και τη νομισματική διαχείριση. Υπ’ αυτό το πρίσμα το ευρώ εξοικονομεί
ποσά που σε ετήσια βάση ισούνται με το 0,5% του ΑΕΠ. Το 2013 αυτές οι
εξοικονομήσεις θα φτάσουν τα 12 δισ. ευρώ, ενώ στο μέλλον, αν υιοθετούνταν το
ευρώ, οι τιμές θα αυξάνονταν κατά 1,1%.
Η δεύτερη
επίπτωση από την εισαγωγή του μάρκου σχετίζεται με την εξάλειψη της διαφάνειας
των τιμών, όπως αποκαλείται η σημερινή δυνατότητα σύγκρισης των τιμών, χωρίς να
διαμεσολαβεί ο παραμορφωτικός καθρέφτης των συναλλαγματικών ισοτιμιών μεταξύ
διαφορετικών νομισμάτων. Τα οφέλη που αποκομίζουν οι γερμανικές επιχειρήσεις
είναι αναντίρρητα στον βαθμό που απολαμβάνουν το μοναδικό προνόμιο να
προσφέρουν τις χαμηλότερες τιμές λόγω της υψηλότερης παραγωγικότητας και των
οικονομιών κλίμακας που εκμεταλλεύονται.
Η τρίτη
επίπτωση σχετίζεται με τις συναλλαγματικές ισοτιμίες. Από το 1999 μέχρι τώρα η
πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία στην Γερμανία έχει μειωθεί κατά 23%, όπως
αναφέρεται στην μελέτη, ενώ η πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία στην υπόλοιπη
ευρωζώνη έχει αυξηθεί κατά 7%. Επομένως πιθανή επανεισαγωγή του μάρκου θα
οδηγήσει από την μια σε ανατίμηση του κατά 23%, αυξάνοντας την τιμή των
γερμανικών αγαθών και υπηρεσιών σε άλλες χώρες με αρνητικές επιπτώσεις επομένως
για τις εξαγωγές της οικονομικής ατμομηχανής της Ευρώπης, ενώ από την άλλη θα
οδηγήσει σε υποτίμηση του ευρώ κατά 7% τονώνοντας έτσι τις εξαγωγές των
υπόλοιπων χωρών της ευρωζώνης, που τώρα κινούνται σε επίπεδα χαμηλότερα από
εκείνα που τους αναλογούν. Απ’ αυτή την «μεροληψία» που εισάγει το ευρώ αξίζει
να κρατήσουμε ότι οι Γερμανικές εξαγωγές κεφαλαιοποιούν κέρδη που δεν τους
ανήκουν, ενώ οι οικονομίες των άλλων χωρών στερούνται μεριδίων αγοράς και κατ’
επέκταση κερδών τα οποία δικαιούνται και θα εισέπρατταν αν δεν υπήρχε ο
οδοστρωτήρας του ευρώ. Κι αυτό είναι ένα συμπέρασμα το οποίο εξάγουν ερευνητές
του κορυφαίου γερμανικού ιδρύματος Μπέρτελσμαν, όχι πολέμιοι του ευρώ!
Η τέταρτη
και τελευταία επίπτωση είναι η μόνη θετική για την γερμανική οικονομία από μια
πιθανή διάσπαση της ευρωζώνης και την υιοθέτηση του μάρκου. Σχετίζεται με την
πτώση των επιτοκίων δανεισμού σε σχέση με αυτά που επικρατούν σήμερα στην
ευρωζώνη. Ως αποτέλεσμα της μείωσης του κόστους δανεισμού θα μειωνόταν το
κόστος παραγωγής και θα αυξάνονταν οι επενδύσεις.
Πάση θυσία παραμονή στο ευρώ
Συνυπολογίζοντας
και τις τέσσερις παραπάνω επιπτώσεις η γερμανική οικονομία μόνο χαμένη θα
έβγαινε από την έξοδο της από την ευρωζώνη. Τα οφέλη που προκύπτουν σε επίπεδο
ΑΕΠ, εισοδήματος και απασχόλησης ποσοτικοποιούνται ως εξής: Το ΑΕΠ το 2025 στο
«σενάριο του μάρκου» θα ήταν 2,63 τρισ. ευρώ, ενώ σε περίπτωση συνέχισης της
παραμονής στην ευρωζώνη θα είναι 2,8 τρισ. ευρώ. Άρα η εισαγωγή του μάρκου θα
στοιχίσει περίπου 170 δισ. ευρώ ή ένα σχεδόν ελληνικό ΑΕΠ. Το εισόδημα που θα
εξανεμιστεί αν εισαχθεί το μάρκο, λόγω της συρρίκνωσης της ανάπτυξης, μεταξύ
2013 και 2025 θα ισούται με 1,2 τρισ. ευρώ. Επιμερίζοντας αυτό το ποσό στους
κατοίκους της Γερμανίας σημαίνει σωρευτική απώλεια 14.000 ευρώ για τον κάθε
ένα. Τέλος η απασχόληση, λόγω μικρότερης οικονομικής μεγέθυνσης, θα μειώνεται
κατά 200.000 εργαζόμενους ετησίως. Μόνο το 2013, αν η Γερμανία αποχωρήσει από
το ευρώ, η ανεργία θα αυξηθεί από 6,9% σε 7,4%.
Το
συμπέρασμα που προκύπτει από τα προηγούμενα είναι σαφές για τους ερευνητές της
Μπέρτελσμαν, που κυρίως απευθύνονται στο εσωτερικό της Γερμανίας όπου το 65%
των ερωτηθέντων με βάση περυσινή αντιπροσωπευτική έρευνα του ίδιου ιδρύματος
πιστεύει πως θα ζούσε καλύτερα αν εξακολουθούσε να υπάρχει το μάρκο.
Συνοψίζεται δε στα εξής, που αναφέρονται στην σελίδα 6 της έρευνας, στο
κεφάλαιο με τίτλο «πολιτικές συνέπειες»: «Η Γερμανία δρέπει σημαντικά οφέλη από
το ευρώ. Η συμμετοχή στο κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα οδηγεί σε μια τροχιά
μεγέθυνσης που είναι σε κάθε περίπτωση υψηλότερη εκείνης που θα επιτυγχανόταν
στην περίπτωση ενός ξεχωριστού νομίσματος. Χωρίς το ευρώ, το ετήσιο ποσοστό
αύξησης του γερμανικού ΑΕΠ θα ήταν 0,5% χαμηλότερο. Ακόμη κι αν η Γερμανία κι
οι άλλες χώρες πιστωτές πρέπει να παραγράψουν ένα σημαντικό μέρος των δανείων
που έχουν δώσει στις υπερχρεωμένες χώρες της νότιας Ευρώπης στο πλαίσιο των
διάφορων μέτρων διάσωσης του ευρώ, τα προτερήματα της Νομισματικής Ένωσης,
τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τη Γερμανία, ξεπερνούν τα μειονεκτήματα»! Το ταμείο
είναι θετικό μάλιστα ακόμη κι αν υπολογιστεί ένα κούρεμα της τάξης του 60% για
4 χώρες. Τότε η ετήσια μείωση του ΑΕΠ θα ανερχόταν στο 0,05%, αμελητέα ποσότητα
μπροστά στο κόστος εξόδου της Γερμανίας από το ευρώ.
Δυνατότητα
εκβιασμών
Κατά
συνέπεια, είναι πέρα για πέρα αδικαιολόγητη και προϊόν πολιτικών υπολογισμών η
υποχωρητικότητα που δείχνει η ελληνική πλευρά όλα αυτά τα χρόνια απέναντι στους
πιστωτές, χωρίς μάλιστα να έχει προηγηθεί έστω και μια μελέτη που να διερευνά
το κόστος εναλλακτικών σεναρίων, όπως η παύση πληρωμών και η άρνηση πληρωμής
του χρέους ως αποτέλεσμα μονομερών ενεργειών. Ακόμη κι αυτό το σενάριο, με βάση
μελέτη της Μπέρτελσμαν, η Γερμανία θα το δεχόταν προκειμένου να διασώσει το
ευρώ! Στη διακριτική ευχέρεια της ελληνικής κυβέρνησης είναι επομένως αν θα το
αξιοποιήσει ή αν για ακόμη μια φορά θα κινηθεί με το δόγμα «ό,τι είναι καλό για
την Γερμανία είναι και για την Ελλάδα»…
[*Δημοσιεύθηκε στα Επίκαιρα 5-11.9.13]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου