Οι απεργίες και η σταθερότητα του νεκροταφείου
του Γιώργου Κατρούγκαλου*
[Πηγή: INPRECOR, 18/09/2013]
«Πολλοί
λατρεύουν την τάξη. Για να φάνε βάζουν τραπεζομάντιλο πάνω στο τραπέζι, αν
έχουν, ή σκουπίζουν με το χέρι τους τα ψίχουλα, όταν το χέρι τους δεν είναι
κουρασμένο. Αλλά το τραπέζι τους στήνεται, και το σπίτι τους επίσης, σ’ έναν
κόσμο που βουλιάζει μες στο βούρκο. (…) Α, τι ωφελεί, χωμένος μέχρι το λαιμό
στη λάσπη, να κρατάς τα νύχια των χεριών σου καθαρά;». Μπ. Μπρεχτ, «Πολλοί
λατρεύουν την τάξη», 1933
Ομοβροντία
άρθρων και αναλύσεων στα συστημικά ΜΜΕ προσπαθούν να μας δείξουν πόσο
επικίνδυνες είναι οι απεργίες των καθηγητών και των άλλων εργαζομένων, γιατί
θέτουν σε κίνδυνο τη σταθερότητα, στην οποία τάχα μας έχει οδηγήσει η
κυβερνητική πολιτική.
Οι ίδιοι
κύκλοι εμφανίζουν τις απεργίες και τις κινητοποιήσεις της περιόδου, ούτε λίγο
ούτε πολύ, ως συνταγματική εκτροπή και συνεπώς ως διπλή απειλή: όχι μόνο κατά
της οικονομίας, αλλά και της δημοκρατίας.
Στο πρώτο
σκέλος τους προσπαθούν να διασώσουν το διαβόητο success story, παρά την
προφανή του κατάρρευση. Η μόνη σταθερότητα στην οποία οδηγεί η κυβερνητική
πολιτική, είναι αυτή του νεκροταφείου.
Η οικονομία
εξακολουθεί να είναι παγιδευμένη στη σπείρα αργού θανάτου που την έχει οδηγήσει
η συνταγή του Μνημονίου: το χρέος διογκώνεται, ενώ η παραγωγική βάση της χώρας
συνεχίζει να συρρικνώνεται.
Τα πρόσθετα
έσοδα από τον τουρισμό δεν μπορεί να κρύψουν την καθίζηση των εσόδων από τη
ναυτιλία, την υποχώρηση των εξαγωγών, τη σημαντική και συνεχιζόμενη πτώση της
βιομηχανικής παραγωγής και της μεταποίησης, την εξαφάνιση ουσιαστικά της
οικοδομικής δραστηριότητας και των μικρεμπόρων.
Δεν είναι
μόνο, συνεπώς, το καλάθι της νοικοκυράς που υποφέρει. Τα μακροοικονομικά μεγέθη
όχι απλώς δεν βελτιώνονται, αλλά βρίσκονται σε ελεύθερη πτώση. Ο αποπληθωρισμός
του τελευταίου διαστήματος δεν αποτελεί όψιμη επιτυχία του σεναρίου της
εσωτερικής υποτίμησης, αλλά θανάσιμη παγίδα, από την οποία ακόμη και πανίσχυρες
οικονομίες, όπως η ιαπωνική, παλεύουν χρόνια να ξεφύγουν. Και όλοι οι
οικονομικοί παράγοντες το αντιλαμβάνονται αυτό: δεν είναι τυχαίο ότι ο δείκτης
οικονομικού κλίματος που μετρά περιοδικά το εργοδοτικό ΙΟΒΕ έκανε βουτιά το
καλοκαίρι, σε αντίθεση με την υπόλοιπη Ευρώπη, όπου εμφανίζεται μια δειλή
επιστροφή της αισιοδοξίας.
Ακόμη πιο
υποκριτική είναι η θρηνωδία για την, τάχα, θεσμική εκτροπή που συνιστά η
επίκληση της αξιωματικής αντιπολίτευσης για εκλογές και ανατροπή των πολιτικών
αυτών. Και εδώ η αντιστροφή της πραγματικότητας είναι πλήρης: αποσιωπάται ότι
πραγματική αντιδημοκρατική εκτροπή, αληθινό συνταγματικό πραξικόπημα, συνιστά
το μνημονιακό παρασύνταγμα, που όχι μόνο συνέτριψε τα κοινωνικά και εργασιακά
δικαιώματα, αλλά την ίδια την κοινοβουλευτική δημοκρατία, με τις έξωθεν εντολές
προς τη Βουλή, τις πράξεις νομοθετικού περιεχομένου και την αγελαία πειθαρχία
των πολυνομοσχεδίων τού ενός άρθρου.
Στο κάτω
κάτω, όταν στις δημοσκοπήσεις πάνω από το 75% των πολιτών απορρίπτουν την
οικονομική συνταγή των Μνημονίων, πώς είναι δυνατόν η ανατροπή τους να είναι
αντίθετη με τη δημοκρατία;
Γιατί όμως η
απόρριψη παραμένει σε μεγάλο βαθμό βουβή; Θα δανειστώ πάλι από τον Μπρεχτ την
απάντηση: «Οταν σωρεύονται τα εγκλήματα, γίνονται αόρατα. Οταν οι πόνοι
γίνονται αβάσταχτοι, δεν ακούγονται πια» (Μπ. Μπρεχτ, «Οταν τα εγκλήματα
πέφτουν σαν βροχή», 1935).
Η κοινωνία
είναι παραζαλισμένη από τα συνεχή χαστούκια του δόγματος του σοκ.
Ακόμη και το
μεγάλο της κομμάτι, που δεν έχει παγιδευθεί σε λογικές κοινωνικού αυτοματισμού
του είδους «να πεθάνει η κατσίκα του γείτονα», είναι απορροφημένη από τον αγώνα
για την καθημερινή επιβίωση.
Για το λόγο
αυτό οι συλλογικές διεκδικήσεις των απεργιών της εβδομάδας αποτελούν ελπίδα.
Οχι μόνο για
το δημόσιο σχολείο ούτε καν για τη δημόσια διοίκηση και το κοινωνικό κράτος. Για την ίδια τη Δημοκρατία.
* Καθηγητή Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης
[Πηγή: Ελευθεροτυπία, 17/09/2013]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου