Ισχυροί επιχειρηματίες «ρισκάρουν» στα Μέσα Ενημέρωσης
Μεγαλόσχημοι Μπαταχτσήδες Επενδυτές
Εντονη επιχειρηματική κινητικότητα παρατηρείται στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης.
Παρότι χρωστούν ιλιγγιώδη ποσά, οι ιδιοκτήτες καναλιών και εφημερίδων αναζητούν
νέους ρόλους στο αβέβαιο πολιτικό σκηνικό που διαμορφώνεται
Του Νίκου Σβέρκου
[Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών, 25/08/2013]
Tο να επενδύσεις
στην Ελλάδα εν μέσω κρίσης ισοδυναμεί περίπου με αυτοκτονία. Ωστόσο, τους
τελευταίους μήνες παρατηρείται έντονη επιχειρηματική δραστηριότητα σε έναν
τομέα που υπό κανονικές συνθήκες θα έπρεπε να θεωρείται «ναρκοπέδιο»: σε αυτόν
των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης.
Ισως
είναι ο μοναδικός χώρος όπου εμφανίζεται έντονη κινητικότητα: επιχειρηματίες
αλλάζουν «επιχειρηματικές προτεραιότητες» (Βαρδινογιάννης), νέοι παράγοντες
εμφανίζονται (άγνωστος αγοραστής 902) και παλιοί «παίκτες» αναζητούν νέο ρόλο,
με προφανή στόχο τη συμμετοχή στο υπό διαμόρφωση πολιτικό σκηνικό. Το
περιβάλλον γίνεται ακόμη πιο περίπλοκο καθώς κόμματα και πολιτικοί παράγοντες
αναζητούν μιντιακή εκπροσώπηση, ενώ ισχυροί οικονομικοί παράγοντες με μεγάλη
ρευστότητα και πολιτικούς στόχους παρέμβασης δεν συμμετέχουν εμφανώς σε κάποια
εκδοτική επιχείρηση.
Το
σκηνικό είναι λίγο – πολύ γνωστό. Η κρίση με την καθίζηση της διαφημιστικής
αγοράς και την κακοδιαχείριση στα οικονομικά των μέσων ενημέρωσης προκάλεσε
ραγδαίες εσωτερικές ανακατατάξεις, με σωρεία απολύσεων εργαζομένων, εργασιακά
«μνημόνια» και «λουκέτα» σε άλλοτε ισχυρά μέσα (π.χ. ALTER,
«Ελευθεροτυπία»).
H συντριπτική
πλειονότητα των εταιρειών ενημέρωσης βρίσκεται όμως στο χείλος της οικονομικής
κατάρρευσης. Η ελεγκτική εταιρεία Black Rock, η οποία
«τεστάρει» τη βιωσιμότητα των ελληνικών τραπεζών, έχει στρέψει το ενδιαφέρον
της στα μεγάλα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, επιφυλάσσοντας μεγάλες «εκπλήξεις» σε
μικρές και μεγάλες εκδοτικές επιχειρήσεις, που χρωστούν και εκατοντάδες
εκατομμύρια ευρώ σε τράπεζες, ως απόρροια του τεράστιου και «περίεργου»
δανεισμού τους τα προηγούμενα χρόνια.
Παρ’ όλα
αυτά, οι επιχειρηματίες «ρισκάρουν». Μετά την αρχική στροφή στο «φτηνό»
Διαδίκτυο, ισχυροί οικονομικοί παράγοντες επιλέγουν να επενδύσουν σε «ακριβά»
μέσα, όπως η τηλεόραση και οι εφημερίδες. Κίνηση απέλπιδος προσπάθειας; Σίγουρα
όχι. Παραδοσιακά, ο έλεγχος του «δημόσιου λόγου» μπερδεύεται με τη διαπλοκή.
Και οι πιθανές πρόωρες εκλογές ίσως ανακατεύουν την τράπουλα και δημιουργούν
ενδεχόμενα και δεδομένα, για τα οποία οι μιντιάρχες προετοιμάζονται πυρετωδώς.
Δεν είναι
τυχαίο πάντως ότι κόμματα της Βουλής εν μιά νυκτί αναδεικνύονται ή «χάνονται»
από τη δημόσια προβολή. Οι Ανεξάρτητοι Ελληνες δεν έχουν σταθερή εκπροσώπηση
στα μέσα ενημέρωσης, η ΔΗΜΑΡ, μετά την αποχώρησή της από την κυβέρνηση,
αντιμετωπίζει προβλήματα, ενώ το άλλοτε κυρίαρχο ΠΑΣΟΚ βρίσκεται στην πολιτική
και επικοινωνιακή «σκιά» της Ν.Δ . Νέα δεδομένα έχει δημιουργήσει και η ισχυρή
παρουσία του ΣΥΡΙΖΑ στο πολιτικό σκηνικό, χωρίς όμως την ανάλογη πρόσβαση στην
επικοινωνία.
Η ΝΕΡΙΤ
Πρώτη η
κυβέρνηση παίρνει θέση στο νέο τοπίο, ξεκαθαρίζοντας ότι το παιχνίδι με την ΕΡΤ
και την ακόλουθη δημιουργία ενός «καθαρού» κρατικού ενημερωτικού φορέα έχει
σαφέστατη στόχευση. Το «μαύρο» διευκόλυνε μια και καλή την επίσημη «φωνή» της
κυβέρνησης να λειτουργεί χωρίς αντιπολιτευόμενα εσωτερικά «βαρίδια» και με τους
κανόνες να καθορίζονται από το κυβερνών φιλομνημονιακό μπλοκ δυνάμεων. Αυτή η
επιλογή δεν ήταν δυνατόν να επικρατήσει σε έναν οργανισμό, που -με όλες τις
στρεβλώσεις του- συνέχιζε να λειτουργεί υπό δημόσιο έλεγχο και ήταν
υποχρεωμένος να τηρεί κανόνες αντικειμενικής προβολής. Αφενός, λοιπόν,
ικανοποιήθηκαν οι δεσμεύσεις με τις περίπου 2.500 απολύσεις και αφετέρου
ανοίγει ένα νέο πεδίο επιχειρηματικότητας για τους ιδιώτες, οι οποίοι θα
διαπραγματευθούν με τους κυβερνητικούς παράγοντες.
Η
πρόσφατη είδηση για την (φαινομενική) αποχώρηση της οικογένειας Βαρδινογιάννη
από το Διοικητικό Συμβούλιο της Τηλέτυπος Α.Ε. (MEGA) μοιάζει επιβεβλημένη, με φόντο τα τεράστια οικονομικά
αδιέξοδα του καναλιού (χρωστά σε τράπεζες 123,5 εκατ. ευρώ), αλλά και τη
μετάλλαξη του STAR από lifestyle σταθμό σε «βαρύ»
ειδησεογραφικό κανάλι. Η οικογένεια Βαρδινογιάννη «επενδύει» σε γνωστούς
συντηρητικούς δημοσιογράφους με αντιμνημονιακές επιλογές ενώ αρκετοί
υπενθυμίζουν ότι η ισχυρή επιχειρηματική οικογένεια «φλέρταρε» στο παρελθόν με
τον «αντίπαλο» χώρο, όπως διά της παρουσίας της σε εκδηλώσεις για τον Λεωνίδα
Κύρκο.
Προ
ημερών ανακοινώθηκε η αναβάθμιση του Action24 και το
τιμ που αναλαμβάνει τον σταθμό δεν αφήνει αμφιβολία ότι η θεματολογία και η
οπτική του θα περιστρέφονται γύρω από το ΠΑΣΟΚ. Στους ιθύνοντες του νέου
προγράμματος χρεώνεται προσωπική φιλία με τον Ευάγγ. Βενιζέλο, ενώ η Χαριλάου
Τρικούπη θεωρεί ότι τόσο οι πολιτικές εξελίξεις, όσο και οι τριγμοί σε «φιλικά»
ΜΜΕ μπορούν εν ριπή οφθαλμού να στερήσουν από το κόμμα την ουσιαστική
επικοινωνιακή διέξοδο.
Περιπλοκές
με τον 902
Η πώληση
της Ραδιοτηλεοπτικής Α.Ε. σε άγνωστο επιχειρηματία δημιουργεί στο σύστημα έναν
«μπαλαντέρ». Ο Φίλιππος Βρυώνης, που παλαιότερα κράτησε αμφίσημη στάση, έχει
δώσει δείγματα γραφής: το Extra 3, που
λέγεται ότι του ανήκει, προωθεί άκρως συντηρητική και λαϊκίστικη ατζέντα, ενώ
δεν φείδεται επιθέσεων στην Αριστερά. Ωστόσο, την υπόθεση του 902 περιπλέκουν
ακόμα περισσότερο οι φήμες περί εμπλοκής του Δημ. Μελισσανίδη, ο οποίος όμως
διαψεύδει έντονα τα σενάρια. Αρκετοί πάντως θεωρούν περίεργο το ότι ο άνθρωπος
που απέκτησε μέρος της «κότας που γεννάει χρυσά αυγά», δηλαδή του ΟΠΑΠ, δεν
έχει ακόμα εισβάλει στο τηλεοπτικό τοπίο.
Κραυγαλέα
περίπτωση «νεκρανάστασης» θα αποτελέσει και η πιθανή επαναλειτουργία του Alter. Το κανάλι
αναδεικνύεται «πρωταθλητής» στα χρέη, καθώς χρωστά περίπου 500 εκατομμύρια ευρώ
στο Δημόσιο, τα ασφαλιστικά ταμεία, προμηθευτές και φυσικά σε τράπεζες, κάτι
που δεν κόβει τα «φτερά» του Γιώργου Κουρή.
Πιο
«περιφερειακό» ρόλο, λόγω κεκτημένων αλλά και οικονομικών συνθηκών, φαίνεται να
κρατά ο Αnt1 και ο Alpha (τα χρέη τους
προς πιστωτικά ιδρύματα φτάνουν τα 170 και 58 εκατ. ευρώ, αντίστοιχα), καθώς οι
ιδιοκτησίες τους ακολουθούν διαφορετικές προσεγγίσεις σχετικά με την οικονομική
«αιμοδοσία» των μέσων τους. Ενδιαφέρον προκαλεί πάντως η «στροφή στην
ψυχαγωγία» που επιχειρεί ο ΣΚΑΪ, με τις εξελίξεις στο ραδιόφωνο και την
«Καθημερινή» να «οδηγούν» την οικογένεια Αλαφούζου σε πιο ασφαλείς ατραπούς.
Η κρίση
φέρνει ευκαιρίες, λένε ορισμένοι. Οι εκδότες πάντως, επίδοξοι και μη,
δραστηριοποιήθηκαν έντονα την πρόσφατη περίοδο, ενώ οι καθιερωμένοι
«πρωταγωνιστές» βυθίζονται διαρκώς στα δάνεια.
Στον χώρο
της ευρύτερης Δεξιάς το κλείσιμο π.χ. της «Απογευματινής» άφησε έδαφος για τη
«Δημοκρατία», τα «Παραπολιτικά» και την «Ελλάδα Αύριο» (που κυκλοφορεί πλέον
μόνο το Σάββατο) αλλά και τη «Βραδυνή» (μόνο την Κυριακή).
Στην
Κεντροαριστερά, oι «6
μέρες» κράτησαν έξι μήνες, ενώ η χαρακτηριστικότερη περίπτωση επανακυκλοφορίας
με πελώριες «τρύπες» στο σκαρί ήταν αυτή της «Ελευθεροτυπίας». Η εφημερίδα της
Μίνωος κυκλοφόρησε μέσω παρένθετης εταιρείας, αν και χρωστά 25 εκατομμύρια ευρώ
σε αποζημιώσεις και δεδουλευμένα εργαζομένων της και πάνω από 40 εκατομμύρια σε
τράπεζες.
Ο
καθρέφτης
Την ίδια
ώρα τα χρέη προς τράπεζες των δύο μεγάλων συγκροτημάτων που συμμετέχουν στο Mega, του ΔΟΛ και του
Πήγασου, σπάνε το ένα ρεκόρ μετά το άλλο. Ο Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη
(«Τα Νέα», «Το Βήμα») καταγράφει χρέη προς τράπεζες ύψους 134 εκατ. ευρώ, ενώ
του «Πήγασου», της οικογένειας Μπόμπολα δηλαδή («Εθνος», «Ημερησία») ανέρχονται
στα 164,3 εκατ. ευρώ.
Κοιτώντας
τις εξελίξεις από απόσταση κανείς δεν μπορεί να αμφιβάλλει ότι εντός λίγων
μηνών το ενημερωτικό τοπίο μεταβάλλεται και επιχειρεί να καταλάβει «πόστα»
ανάλογα με το πολιτικό σκηνικό που ίσως το καθορίσει για μεγάλο χρονικό
διάστημα, όπως το 1989. Οι Ελληνες επιχειρηματίες δεν θα «ρισκάρουν» την
οικονομική τους επιβίωση ευχόμενοι να μην επέλθει το αναπόφευκτο στις επόμενες
εκλογές, όποτε κι αν γίνουν αυτές. Δηλαδή, να βρεθούν μια μέρα με την πλάτη
στον τοίχο, ενώ οι τράπεζες και οι κυβερνώντες θα τους στοχεύουν με το πιστόλι
στον κρόταφο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου