Ξετυλίγοντας το… αιγυπτιακό κουβάρι
Η
Αίγυπτος, εάν μπορέσει, εξαιρώντας τους παλαιοκαθεστωτικούς και αντιρροπώντας
τις ξένες επιρροές, να τις ανασυνθέσει σ’ ένα μεταβατικό συν-υπαρκτικό σχέδιο,
θα βρει τον δρόμο της
Tου Βαγγέλη Πισσία*
[Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών, 20/08/2013]
Δεν είναι
εύκολο να μιλήσεις για τη δραματική τροπή της πολιτικής κατάστασης στην Αίγυπτο
προπαντός αν αυτό πρέπει να γίνει εν μέσω πένθους πολλών εκατοντάδων νεκρών.
Ιδιαίτερα όταν δεν προτίθεσαι να περιοριστείς σε μια μανιχαϊστική περιγραφή της
και να μιλήσεις μόνο για κάποια αυτονόητα.
Η έλευση
στην εξουσία του ανατραπέντος από τον Στρατό προέδρου Μόρσι συντελέστηκε με τη
μεγάλη εξέγερση του αιγυπτιακού λαού το 2011. Σε αυτήν πρωτοστάτησαν κινήματα,
οργανώσεις αλλά και οργισμένο πλήθος προερχόμενο από ευρύτατα κοινωνικά
στρώματα, μεταξύ αυτών και της (αιγυπτιακής) γης οι κολασμένοι. Τα κεντρικά
αιτήματα αφορούσαν τις πολιτικές ελευθερίες, τα κοινωνικά δικαιώματα και την
κοινωνική δικαιοσύνη. Στην εξέγερση άρχισε να συμμετέχει βαθμιαία, έπειτα από
μια περίοδο επιφυλακτικότητας και αναμονής, το κίνημα των Αδελφών Μουσουλμάνων
(Α.Μ.), το οποίο, προσθέτοντας το ανθρώπινο και οργανωτικό του βάρος καθόρισε
τη μορφή αλλά και το περιεχόμενο της ανατροπής.
Στη
μεταβατική περίοδο διαπραγματεύσεων, χειρισμών και αναδιατάξεων που ακολούθησε,
κυρίαρχο ρόλο διαδραμάτισε ο Στρατός, που οδήγησε τη χώρα στις προεδρικές
εκλογές (Ιούνης 2012). Ο υποψήφιος της αιγυπτιακής Μουσουλμανικής Αδελφότητας
Μόρσι εκλέχτηκε στον δεύτερο γύρο των εκλογών λαμβάνοντας ποσοστό 51,7%,
υποστηριζόμενος από τους σαλαφιστές του κόμματος Αλ Νουρ (που αποκλείστηκε)
αλλά και μέρος των αντιπάλων του παλιού καθεστώτος. Στον πρώτο γύρο, ωστόσο, ο
Μόρσι έλαβε ποσοστό μόνον 24,8%, έναντι του διαγραμμένου αντιπάλου του από το
ίδιο κόμμα Αμπούλ Φοτούχ, ο οποίος έλαβε το 17,5%, υποστηριζόμενος κυρίως από
τμήματα της εξεγερμένης μουσουλμανικής νεολαίας όλων των πολιτικών «οριζόντων».
Η αποχή ανήλθε στο 54%. Συμπέρασμα συνεπώς πρώτο, η παρούσα ηγετική ομάδα των
Α.Μ. υπερψηφίστηκε στον ανοιχτό πρώτο γύρο των εκλογών από το 13% του
εγγεγραμμένου εκλογικού σώματος, το ρεύμα του πολιτικού Ισλάμ από το 20%.
Στην
παραπάνω περιγραφή, που δείχνει ότι η πρωτογενής υποστήριξη της ηγετικής ομάδας
Μόρσι από τον αιγυπτιακό λαό ήταν μάλλον περιορισμένη, θα πρέπει να προστεθεί
και το γεγονός ότι οι θρησκευτικές και πολιτικές διαφορές εντός του πολιτικού
Ισλάμ, σε θεμελιώδη ζητήματα, ήταν και παραμένουν πολύ σημαντικές. Συμπέρασμα
δεύτερο: Η έκβαση της εκλογικής αναμέτρησης -για την πραξικοπηματική παραβίαση
της οποίας γίνεται μεγάλη συζήτηση- ήταν σχετικά μόνον υποστηρικτική προς την
ηγετική ομάδα Μόρσι και το, όποιο, πρόγραμμά της. Αντίθετα εξέφραζε, μάλλον
πρόδηλα, τη θέλησή του αιγυπτιακού λαού να συν-διακυβερνηθεί.
Ομως,
μετά τις εκλογές, η κυβέρνηση Μόρσι επέλεξε να συγκυβερνήσει μόνο με τον
Στρατό, με τον υποτίθεται ευμενώς διακείμενο στους Α.Μ. στρατηγό Αμπντέλ Φατάχ
αλ Σίσι (τον οποίο ο ίδιος ο Μόρσι έχρισε αρχηγό του στρατεύματος), αποσπώντας
και την άμεση ευλογία ενός τμήματος του διεθνούς παράγοντα. Επιδίωξε την ευμενή
ουδετερότητα των ΗΠΑ και της Δύσης γενικότερα, όπως και την άμεση υποστήριξη
κρατών που ασκούν περιφερειακή πολιτική (κυρίως Τουρκία και Κατάρ). Ενεπλάκη
συνακόλουθα στις κρίσεις της Λιβύης και της Συρίας, αποδεχόμενη το αιτούμενο
αντίτιμο υποστήριξης των σχεδίων τους. Παράλληλα προσχώρησε στον υποστηριζόμενο
από τα πλούσια σε πετρέλαιο σουνιτικά βασίλεια και εμιράτα της Αραβικής
Χερσονήσου θρησκευτικό διχασμό σουνιτών-σιιτών. Στο θέμα της Παλαιστίνης τα
βήματα που έκανε –ή μάλλον δεν έκανε-, παρά τις κατηγορίες που τώρα του
προσάπτονται, υπήρξαν πολύ συγκρατημένα και οι σχέσεις με τη Χαμάς απέβλεπαν
στην ένταξή της στο αντισιιτικό σχέδιο.
Η
πολιτική του, ιδιαίτερα η εσωτερική, θεωρήθηκε από αυτούς που πρωτοστάτησαν
στην εξέγερση του 2011 οικονομικά ανύπαρκτη, πολιτικά αυταρχική και κοινωνικά
διχαστική. Γι’ αυτό και βγήκαν την περασμένη άνοιξη (2013)στους δρόμους ξανά,
με αιτήματά δίκαια που βρήκαν απρόσμενη απήχηση. Βέβαια, στις κινητοποιήσεις
τους εισχώρησαν καιροσκοπικά και οι νοσταλγοί του παλαιού κατεστημένου. Τον
Ιούνιο η κυβέρνηση Μόρσι κατέστειλε με τη βία τους διαδηλωτές, οδηγώντας, αυτή
πρώτη, τη χώρα στο χείλος της μεγάλης ρήξης.
Αντίθετα
με τις μεγάλες προσδοκίες που γέννησε η ανατροπή του Μουμπάρακ, η ηγετική ομάδα
Μόρσι δεν επιδίωξε την ευρύτερη εφικτή συσπείρωση του αιγυπτιακού λαού
προκειμένου να προχωρήσει στην ανόρθωση της χώρας του, αλλά υιοθέτησε
καθεστωτική λογική και, ακόμη χειρότερα, εκτέθηκε στα περιφερειακά γεωπολιτικά
παιχνίδια. Ετσι εντάχθηκε, με την προτροπή και των ΗΠΑ, στον βραχύβιο, ασταθή
και αμφίβολης σκοπιμότητας άξονα Κατάρ-Τουρκίας, προσφέροντας ένα ακόμη
πολιτικό εργαλείο για την ανατροπή του καθεστώτος Ασαντ στην Συρία.
Αυτά όμως
ίσχυαν ώς τις αρχές του 2013. Γιατί τότε τα δεδομένα άλλαξαν, ο Ασαντ με τη
στήριξη της Ρωσίας και όχι μόνον αυτής δεν έπεσε. Συγχρόνως, τόσο η Δύση όσο
και το Ισραήλ αντιλήφθηκαν ότι η εργαλειοποίηση σαλαφιστών πολεμιστών και οι
ωσμώσεις διαφορετικών εκφάνσεων του πολιτικού Ισλάμ φέρνουν προς αυτούς μαύρα
σύννεφα που μπορούν να υπερβούν τα ανεπαρκώς ελεγχόμενα όρια. Τότε η
γεωπολιτική θεώρηση του αμερικανοϊσραηλινού άξονα αναθεωρήθηκε και η αντίστροφη
μέτρηση άρχισε. Στο Κατάρ τον εμίρη πατέρα διαδέχθηκε ο υιός, η γηρασμένη αλλά
ακόμη ισχυρή Σαουδική Αραβία πήρε προβάδισμα, ενώ ο Μόρσι κλήθηκε να
πραγματοποιήσει την αναδίπλωσή του. Τότε η ηγετική ομάδα των Α.Μ. προσπάθησε να
βγει από την αυτοπαγίδευσή της με φυγή προς τα μπρος. Με την επιλογή της όμως
αυτή έδωσε στον αμφίθυμο μέχρι τότε στρατό την αφορμή για να επέμβει.
Ο
οικονομικός παράγοντας
Ο Γκαλάλ
Αμίν, θεωρούμενος και πατέρας των Αιγύπτιων οικονομολόγων, στο πολύ πρόσφατο
έργο του «Ιστορία της αιγυπτιακής Οικονομίας» αναφέρεται στον «φαύλο κύκλο του
εξωτερικού χρέους» και στο, αν και ευτελές, επί 2 χρόνια αιωρούμενο αλλά
ουδέποτε καταβαλλόμενο δάνειο των 4,8 δισ. $ του ΔΝΤ. Αυτό το ασήμαντο για μια
τόσο μεγάλη χώρα ποσόν, μαζί με τα δάνεια του Κατάρ, αποτέλεσαν ωστόσο το
διακύβευμα και τον μοχλό ενός εκβιασμού που πληρώθηκε με το βαρύ, για τον
αιγυπτιακό λαό, αντίτιμο που αναφέρθηκε πιο πάνω.
Τελευταίο,
επί του παρόντος, συμπέρασμα. Ο Στρατός στη σημερινή Αίγυπτο δεν προτίθεται να
κυβερνήσει. Αν και ισχυρός, με αυτοτελή οικονομική βάση, συνδεδεμένος άμεσα με
το αμερικανικό γεωπολιτικό κέντρο διατηρείται σε κάποιο βαθμό αυτόνομος,
ιδιότροπα εθνικός. Η Αίγυπτος είναι η μεγαλύτερη αραβική μουσουλμανική χώρα (σε
ποσοστό 87%), το πολιτικό Ισλάμ επηρεάζει ικανό, όχι όμως το πλειοψηφικό, τμήμα
τους, οι Α.Μ. είναι η σεβαστή, σημαντικότερη αλλά όχι ενιαία έκφρασή του. Η
Αίγυπτος έχει συγχρόνως βαθιά, αυτοτελή, κοσμική πολιτική παράδοση. Εκτός από
Ιστορία έχει πολλών γενεών και ειδών νεότερο πολιτισμό, είναι χώρα-έθνος
ανοιχτό. Είναι όμως, κυρίως, βυθισμένη σε κοινωνική και οικονομική-εξαρτησιακή
κρίση. Αυτές είναι οι πολλές της πραγματικότητες. Εάν μπορέσει, εξαιρώντας τους
παλαιοκαθεστωτικούς και αντιρροπώντας τις ξένες επιρροές, να τις ανασυνθέσει σ’
ένα μεταβατικό συν-υπαρκτικό σχέδιο, θα βρει τον δρόμο της.
* Δρ
Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων, συντονιστής πρωτοβουλίας «ένα καράβι για τη Γάζα –
F.F.C.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου