25 Ιουνίου 2013

Σταύρος Χριστακόπουλος: Τι θέλουν οι «κεντροαριστεροί» από τον... Γκένσερ;

Τι θέλουν οι «κεντροαριστεροί» από τον... Γκένσερ;


του Σταύρου Χριστακόπουλου
[Πηγή: Το ΠΟΝΤΙΚΙ, 25/06/2013]
Ο χθεσινός ανασχηματισμός, φτωχός σε σηματοδοτήσεις και περιεχόμενο, μοιάζει να έγινε απλώς για να επιβεβαιώσει την ενίσχυση της θέσης του Βενιζέλου στην κυβέρνηση. Ίσως για να πριμοδοτηθεί ένα όνειρο του προέδρου του ΠΑΣΟΚ: να γίνει... Γκένσερ.
Από πού προκύπτει όμως η φιλοδοξία του Βενιζέλου να μοιάσει στον Χανς Ντίτριχ Γκένσερ;
● Την εμβληματική προσωπικότητα των Ελευθέρων Δημοκρατών της Γερμανίας.
● Τον κάποτε μόνιμο υπουργό Εξωτερικών της χώρας του, την εικοσαετία της κορύφωσης του Ψυχρού Πολέμου.
● Τον... μόνιμο εταίρο συμμαχικών κυβερνήσεων.
● Τον διάσημο «κομμουνιστοφάγο».
Γιατί ο Βενιζέλος θέλει να μοιάσει στον παλαίμαχο Γερμανό, ο οποίος μόλις τον περασμένο Δεκέμβριο εξυμνούσε τον... Σαμαρά στην εφημερίδα Handelsblatt – με αφορμή την ανακήρυξη του πρωθυπουργού της Ελλάδας σε «Ευρωπαίο πολιτικό της χρονιάς» – υπό τον βαρύγδουπο τίτλο «Ο Αταλάντευτος», γράφοντας ότι «Όποιος τον έχει γνωρίσει θα είναι πεπεισμένος ότι ο Αντώνης Σαμαράς θα τα καταφέρει»;
Στις 20 Απριλίου του τρέχοντος έτους, διαβάζαμε στα «Νέα» το εξής ρεπορτάζ, εν όψει ενός πιθανού ανασχηματισμού:
«Ως συνήθως, τα σενάρια ανθούν μαζί με τη φύση, καθότι ξεκίνησε η άνοιξη.
Το τελευταίο – και πιο σέξι από αυτά – βλέπει τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ σε ρόλο
υπουργού Εξωτερικών. Θα αναλάβει μεταξύ των άλλων, ως νομικός, και το θέμα της ΑΟΖ, που άπτεται των διμερών ελληνοτουρκικών διαφορών. Ως υπουργός Εξωτερικών, ο Βενιζέλος θα είχε ισχυρό ρόλο, αλλά δεν θα μπλεκόταν στην κεντρική λειτουργία της κυβέρνησης.
Το θέλει ο ίδιος; Συνομιλητές του προέδρου του ΠΑΣΟΚ επιμένουν ότι στο βάθος του μυαλού του έχει τη φιγούρα του Χανς Ντίτριχ Γκένσερ. Ως αρχηγός των Φιλελευθέρων και παρτενέρ των Χριστιανοδημοκρατών ή των Σοσιαλδημοκρατών, ο Γκένσερ ταυτίστηκε με το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών.
Μάλιστα, σύμφωνα με την ίδια γραμμή πληροφόρησης, ο Βενιζέλος είχε γνωρίσει τον Γκένσερ μέσω του συνταγματολόγου Δημήτρη Τσάτσου, με τον οποίο συνδεόταν, και έχει ιδία αντίληψη του ανδρός και του ρόλου του».
Με απλά λόγια, ο Ευάγγελος Βενιζέλος είχε φροντίσει, πριν από δύο μήνες, να «επικοινωνήσει» όχι μόνο την επιθυμία του να αναλάβει το ΥΠΕΞ, αλλά και να κερδίσει ρόλο «ρυθμιστή» στον χώρο μεταξύ των δύο πρωταγωνιστών του νέου διπολισμού – και ίσως... δικομματισμού – της Ν.Δ. και του ΣΥΡΙΖΑ.
Με άλλα λόγια, έχοντας πλέον αποδεχθεί ότι το ΠΑΣΟΚ έχει οριστικά συρρικνωθεί σε ποσοστά που δεν επιτρέπουν πρωταγωνιστικές φιλοδοξίες, έσπευδε να διεκδικήσει ρόλο μόνιμου ρυθμιστή της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας – και άρα της δυνατότητας διακυβέρνησης.
Αυτό αποκάλυπτε άλλωστε και η μόνιμη – από τις τελευταίες εκλογές και ύστερα – υπενθύμισή του ότι χωρίς το ΠΑΣΟΚ (του... 12,5% πάντως!) δεν μπορεί να υπάρξει βιώσιμη πλειοψηφία.
Δεδομένου ότι ήδη συγκυβερνά με τη Ν.Δ. και ήδη έγινε πραγματικότητα η επιθυμία του να γίνει ΥΠΕΞ, το μόνο βήμα που του απομένει για να γίνει όντως Γκένσερ είναι να διακηρύξει ότι είναι διατεθειμένος να συγκυβερνήσει και με το... «κόμμα της δραχμής», τον ΣΥΡΙΖΑ!
Πάντως η λύση της μετατροπής του ΠΑΣΟΚ σε αμφίπλευρο εταίρο και το «σενάριο Γκένσερ» φαίνεται να είναι η μόνη δυνατή απάντηση στην κατηγορία – που διατυπώνεται και εντός του κόμματός του – ότι ο Βενιζέλος μετατρέπει, ή ήδη έχει μετατρέψει, το κόμμα του σε «συνιστώσα της Ν.Δ.», ένα ενδεχόμενο που φαίνεται να ευνοούν τόσο ο Σαμαράς όσο και εκδοτικά συγκροτήματα που τον θέλουν δορυφόρο του νυν πρωθυπουργού.
Ο Γκένσερ και η... ΔΗΜΑΡ!
Όμως ο Βενιζέλος δεν είναι ο μόνος που ονειρεύεται ρόλο Γκένσερ – δηλαδή συμμάχου είτε της Ν.Δ. είτε του ΣΥΡΙΖΑ – στο ελληνικό πολιτικό σύστημα.
Την ίδια φιλοδοξία εξέφρασε προ ημερών και το στέλεχος της ΔΗΜΑΡ και μέλος της Εκτελεστικής Γραμματείας της Θ. Μαργαρίτης για το δικό του κόμμα, αμέσως μόλις αυτό αποχώρησε από την τρικομματική κυβέρνηση Σαμαρά υποχρεώνοντάς την να ανασχηματιστεί ως δικομματική.
Το εν λόγω στέλεχος της ΔΗΜΑΡ, πάντως, από την εποχή που βρισκόταν στον ΣΥΝ και τον ΣΥΡΙΖΑ, κοίταζε μονίμως... δεξιότερα από τον χώρο στον οποίο βρισκόταν. Συνεπώς δεν είναι γνωστό αν την άποψή του συμμερίζονται κι άλλοι – και πόσοι – στο κόμμα του. Έχει ενδιαφέρον όμως η δήλωσή του.
Για την ακρίβεια, σε ραδιοφωνική του συνέντευξη στον ραδιοσταθμό Real, δήλωσε ότι η ΔΗΜΑΡ είναι απολύτως ανοικτή σε μετεκλογικές συνεργασίες και με τη Ν.Δ., αλλά και με τον ΣΥΡΙΖΑ, στη βάση προγραμματικής συμφωνίας.
Δεδομένου ότι αυτή είναι η πρώτη φορά από τις εκλογές του περασμένου Μαΐου που στέλεχος της ΔΗΜΑΡ άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ, αρκετοί υπέθεσαν – άγνωστο πόσο βάσιμα... – ότι η δήλωση Μαργαρίτη «ενδεχομένως να σηματοδοτεί πολιτική στροφή».
Δεδομένου ότι η ΔΗΜΑΡ θα εξακολουθήσει – εάν αντέξει εκλογικά μετά την απώλεια της προνομιακής επικοινωνιακής προβολής της – να διεκδικεί ρόλο στη θρυλούμενη «ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς», θα έχει ενδιαφέρον να δούμε αν ένας στόχος όπως αυτός που διατυπώνει ο Μαργαρίτης είναι εφικτό να υλοποιηθεί.
Βεβαίως ενδέχεται η ατάκα αυτή να αποτελεί απλώς ένα ακόμη πολιτικό... «μαργαριτάρι», από τα πολλά που καθημερινά εκστομίζονται από πλείστους όσους πολιτικούς μας αστέρες.
Αν και πρέπει να μην βιαζόμαστε για συμπεράσματα, είναι πάντως δύσκολο η άποψη Μαργαρίτη να είναι μόνο μια... φαντασίωσή του, καθώς, έχοντας ήδη συγκυβερνήσει με τη Ν.Δ., η ΔΗΜΑΡ δεν μπορεί να κλείσει την πόρτα της στον ΣΥΡΙΖΑ. Αλλιώς πιθανότατα ακυρώνει τον πολιτικά πολύσημο αυτοπροσδιορισμό της ως «κυβερνώσας Αριστεράς».
Όπως όμως κι αν έχουν τα πράγματα, το να δούμε τον Κουβέλη να παριστάνει τον... Γκένσερ μοιάζει επιεικώς αστείο. Συνεπώς, ας μαζέψει κάποιος τον Μαργαρίτη και τα «μαργαριτάρια» του.
Υπήρξαν κι άλλοι... Γκένσερ
Σε κάθε περίπτωση, το ότι σε δύο κόμματα, όπως το τέως «σοσιαλιστικό» ΠΑΣΟΚ και η ΔΗΜΑΡ – ονοματολογικά προσδιοριζόμενη ως «Αριστερά» και με στελέχη που επί χρόνια διεκηρύσσαν τον δημοκρατικό «σοσιαλισμό» –, εντοπίζονται φιλοδοξίες... ταύτισης με τον ψυχροπολεμικό δεξιό Γκένσερ είναι άξιο πολιτικής, τουλάχιστον, διερεύνησης.
Δεν θα σταθούμε τόσο στο τι υπήρξε ιδεολογικά ο Γκένσερ ούτε στο τι είδους χώρα ήταν η Γερμανία την εποχή που μεσουρανούσε. Αυτά ίσως τα θυμίσουμε με άλλη ευκαιρία.
Αυτό που αξίζει όμως θα θυμηθούμε είναι ποια τύχη είχαν όσοι πριν από τα κόμματα Βενιζέλου και Κουβέλη, τη σημερινή δηλαδή «Κεντροαριστερά», ονειρεύτηκαν «ρόλο Γκένσερ» στο ελληνικό πολιτικό σύστημα.
Αντώνης Σαμαράς
Ο πρώτος... διδάξας ήταν ο Αντώνης Σαμαράς, με το κόμμα του Πολιτική Άνοιξη, το οποίο ίδρυσε τον Ιούνιο του 1993, ύστερα από την αποπομπή του από τη θέση του ΥΠΕΞ λόγω του ονόματος της FYROM και λίγο πριν οι πιστοί πολιτικοί του φίλοι και βουλευτές ρίξουν την κυβέρνηση Μητσοτάκη, τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς.
(Παρεμπιπτόντως, ένας από εκείνους τους πιστούς φίλους του Σαμαρά, ο τότε βουλευτής Έβρου Άκης Γεροντόπουλος, ορίστηκε μόλις χθες υφυπουργός του Βενιζέλου στο ΥΠΕΞ, ίσως για να «επιτηρεί» τις... γκενσερικές φιλοδοξίες, αλλά και τις υπουργικές πράξεις του προέδρου του ΠΑΣΟΚ).
Ο Σαμαράς ομολογώ ότι δεν θυμάμαι αν είχε τότε δηλώσει... οπαδός του Γκένσερ, αλλά στην πράξη είχε επιβεβαιώσει πλήρως παρόμοιες πολιτικές διαθέσεις, καθώς, αφού προκάλεσε την πτώση της κυβέρνησης Μητσοτάκη το 1993, εν συνεχεία, το 1995, εξέλεξε μαζί με το – έως τότε... αντίπαλο – ΠΑΣΟΚ Πρόεδρο της Δημοκρατίας, με δική του μάλιστα πρόταση, τον Κωστή Στεφανόπουλο.
Η Πολιτική Άνοιξη, με σύνθημα την «υπέρβαση» των παλαιών πολιτικών σχημάτων και επιζητώντας ρόλο αμφίπλευρου «ρυθμιστή», αφού έκανε μια εντυπωσιακή είσοδο στην πολιτική σκηνή – τρίτη δύναμη με 4,9% και δέκα έδρες – στις εθνικές εκλογές του 1993, συνέχισε με το εντυπωσιακό 8,7% (και δύο έδρες) στις ευρωεκλογές του 1994.
Όμως η συνέχεια ήταν δραματική, αφού, μένοντας εκτός Βουλής το 1996, με το απογοητευτικό 2,94%, ήλθαν
● το ακόμη χειρότερο 2,3% στις ευρωεκλογές του 1999 και η μη εκλογή ευρωβουλευτή,
● η μη συμμετοχή στις εκλογές του 2000 και του 2004 (τότε ο Σαμαράς υποστήριξε δημοσίως τη Ν.Δ. υπό τον Κώστα Καραμανλή)
● και το 2004 η οριστική αναστολή λειτουργίας της ΠΟΛΑΝ.
Η πολύχρονη πολιτική «εξορία» του Σαμαρά σταμάτησε χάρη στον δεύτερο Καραμανλή, εξ αιτίας του οποίου ο πάλαι ποτέ... «προδότης» έγινε βουλευτής, υπουργός, αρχηγός της Ν.Δ. και πρωθυπουργός.
Επίσης είναι ο μόνος των Ελλήνων «γκενσεριστών» που μέχρι σήμερα έχει λάβει δημοσίως εύσημα από το πολιτικό ίνδαλμά του, όπως είδαμε πιο πάνω.
Δημήτρης Αβραμόπουλος
Ο επόμενος που επιχείρησε να παραστήσει τον Γκένσερ της ελληνικής πολιτικής ήταν ο Δημήτρης Αβραμόπουλος – συμπτωματικά, ο προκάτοχος του Βενιζέλου στο ΥΠΕΞ.
Τον Μάρτιο του 2001, αφού είχε προηγηθεί η οριακή ήττα της Ν.Δ. στις εκλογές του 2000, ο Αβραμόπουλος, τέως δήμαρχος Αθηναίων, έφτιαξε κόμμα υπό το όνομα Κίνημα Ελευθέρων Πολιτών (όνομα το οποίο παρέπεμπε στο κόμμα Ελευθέρων Δημοκρατών του Γκένσερ), με πολιτικό προφίλ «υπεράνω των παλαιών σχηματισμών» και προφανή φιλοδοξία να σπάσει τον παλαιό δικομματισμό και να αποτελέσει – και αυτός – αμφίπλευρο κυβερνητικό εταίρο.
Οι δημοσκοπήσεις που εμφάνισαν το ΚΕΠ έως και στο μνημειώδες 24% ξεφούσκωσαν σύντομα, με αποτέλεσμα τον Ιούνιο του 2002 το κόμμα να αποτελέσει παρελθόν και ο ιδρυτής του να επιστρέψει... άδοξα στη Ν.Δ. και να αποτελέσει καθοριστικό παράγοντα της νίκης του Σαμαρά επί της Ντόρας Μπακογιάννη τον Νοέμβριο του 2009.
Ντόρα Μπακογιάννη
Αμέσως μετά τον πρώτο και τον δεύτερο επίδοξο... Γκένσερ, τον Σαμαρά και τον Αβραμόπουλο, τον ίδιο δρόμο ακολούθησε η Ντόρα Μπακογιάννη, όταν, σε μια επίδειξη πολιτικής ανοησίας, έχασε μέσα από τα χέρια της την ηγεσία της Ν.Δ. το 2009, ύστερα από μια ομολογουμένως επιτυχέστατη συνεργασία των δύο ανωτέρω ανταγωνιστών της, ομολόγων της στο ΥΠΕΞ και... συνοδοιπόρων της «γκενσεριστών».
Πρώην δήμαρχος Αθηναίων, πρώην ΥΠΕΞ επί Καραμανλή, ατυχήσασα υποψήφια αρχηγός της Ν.Δ., η Μπακογιάννη, ένα χρόνο μετά την ψυχρολουσία του 2009, αφού συνήλθε κάπως από το ισχυρότατο σοκ της συντριβής, κατάφερε να βρει 5.000 συνέδρους (τόσους μάζευαν μόνο ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. στα πολύ καλά τους) και στις 21 Νοεμβρίου 2010 ίδρυσε τη «Δημοκρατική Συμμαχία».
Όμως οι προσωπικές της παραπομπές στον «παλαιό και δοκιμασμένο φίλο» του μπαμπά της, Κωνσταντίνου Μητσοτάκη – κατά πρόσφατη δήλωση του ίδιου του Γκένσερ – απέβησαν άκαρπες και η φιλοδοξία της να αποτελέσει αμφίπλευρο «εγγυητή της σταθερότητας» την εποχή των μνημονίων ναυάγησε πρόωρα στις εκλογές του Μαΐου 2012.
Τότε, με 2,55%, κάτω από τους επίσης αποτυχόντες Οικολόγους Πράσινους και τον καταρρεύσαντα ΛΑΟΣ, έμεινε εκτός Βουλής και υποχρεώθηκε, προκειμένου να επιβιώσει πολιτικά και να διασφαλίσει το μέλλον του αδελφού της Κυριάκου, να επιστρέψει στις εκλογές του Ιουνίου της ίδιας χρονιάς στη Ν.Δ. ως συνεργαζόμενη και επικεφαλής του ψηφοδελτίου Επικρατείας.
Έκτοτε αγνοείται η – πολιτική – τύχη της...
Υστερόγραφο 1: Πολλοί χαρακτήρισαν «Έλληνα Γκένσερ» (ή απλώς φιλοδοξούντα) τον Γ. Καρατζαφέρη. Παρότι δεν υπήρξε λιγότερο αστεία η περίπτωσή του από αυτές τόσων άλλων με την ίδια πολιτική φαντασίωση, η δική μου κατηγοριοποίηση για τον εν λόγω κομματάρχη είναι απλώς διαφορετική.
Υστερόγραφο 2: Ένα προφανές συμπέρασμα είναι ότι τα τελευταία χρόνια όσοι α. περνούν είτε από το ΥΠΕΞ είτε από τον Δήμο Αθηναίων, β. είναι ακραιφνείς γερμανόφιλοι με ταμπέλα «ευρωπαϊστή», γ. θέλουν να γίνουν αρχηγοί μικρού κόμματος από αδυναμία να γίνουν αρχηγοί μεγάλου κόμματος, δ. έχουν υποστεί μια δεινή ήττα λίγο νωρίτερα, εμφανίζουν το ίδιο σύνδρομο: θέλουν να γίνουν... Γκένσερ.
Υστερόγραφο 3: Το ότι, από όλους τους «γκενσεριστές», ο μόνος μέχρι στιγμής επιτυχημένος είναι ο Σαμαράς, ο οποίος μάλιστα έγινε όχι μόνο αρχηγός μεγάλου κόμματος (αυτού μάλιστα το οποίο ο ίδιος είχε ρίξει από την εξουσία), αλλά και πρωθυπουργός, οφείλεται στο ότι ουδέποτε διακήρυξε τον φιλογερμανισμό του. Επένδυσε πολιτικά πρώτα εναντίον του φιλογερμανικού «μητσοτακισμού» και εν συνεχεία υπέρ του αντιγερμανικού «αντιμνημονίου» και τίναξε την μπάνκα στον αέρα. Ύστερα ζήτησε άφεση αμαρτιών από τη Μέρκελ. Όμως, μετά την απομάκρυνση εκ της κάλπης ουδέν λάθος αναγνωρίζεται...

Δεν υπάρχουν σχόλια: